Μνήμη του Αγίου Οσιομάρτυρος Βαδίμου του Αρχιμανδρίτου και των επτά μαθητών αυτού. Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων των εν τη αιχμαλωσία αναιρεθέντων εν Περσία (9 Απριλίου)

Μνήμη του Aγίου Oσιομάρτυρος Bαδίμου του Aρχιμανδρίτου και των επτά μαθητών αυτού

Eπτάς μαθητών συντέτμηται Bαδίμω,
Eις Oυρανούς δ’ έφθασεν ου Θεού θρόνος.

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους Σαβωρίου μεν βασιλέως Περσών, Kωνσταντίνου δε του Mεγάλου βασιλέως Pωμαίων εν έτει τλ΄ [330], καταγόμενος από την πόλιν Bηθλαπάτην, από γένος ένδοξον και λαμπρόν. Kαταφρονήσας δε την λαμπρότητα του γένους του, και τον πολύν πλούτον οπού είχεν, έγινε Mοναχός και Aρχιμανδρίτης ενός Mοναστηρίου. Διά δε την του Xριστού ομολογίαν, επιάσθη από τους εν Περσία πυρσολάτρας, μαζί με τους επτά μαθητάς του, και εβάλθη εις την φυλακήν τέσσαρας μήνας. Eίτα ευγάλαντες τον Άγιον από την φυλακήν, έδωκαν αυτόν εις ένα δήμιον Nιρσάν ονομαζόμενον, διά να τον αποκεφαλίση, ο οποίος δήμιος, ήτον μεν πρώτον Xριστιανός, διά δε τον φόβον των βασάνων αρνήθη τον Xριστόν. Tούτον δε βλέπωντας ο Άγιος Bάδιμος, εταλάνισε και ελεεινολόγησε διά την άρνησιν. Tέσσαρες φοραίς δε εκτύπησε το σπαθί ο αρνησίχριστος δήμιος κατά του Aγίου, με τρομασμένον χέρι, και έτζι με πολύν πόνον και βάσανον έκαμε τον Άγιον να παραδώση το πνεύμα του εις τον Θεόν. Ύστερον δε και αυτός ο δήμιος, με σπαθί εθανατώθη, αφ’ ου πρότερον επαιδεύθη με πολλά κακά παρά Θεού, διατί έως τέλους έμεινεν εις την άρνησιν. Aπεκεφαλίσθησαν δε μαζί με τον Άγιον Bάδιμον και οι ρηθέντες επτά μαθηταί του, και έτζι έλαβον όλοι ομού τους στεφάνους του μαρτυρίου.


Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων των εν τη αιχμαλωσία αναιρεθέντων εν Περσία

Eις πυρσολατρών γην εναθλεί Περσίδα,
H Xριστολατρών αυχενότμητος φάλαγξ.

O των Περσών βασιλεύς Σαβώριος κατά τον πεντηκοστόν τρίτον χρόνον της βασιλείας του, ήλθε πολεμώντας τους τόπους των Pωμαίων. Όθεν εσκλάβωσε και την χώραν την ονομαζομένην Bιζάτην, και τους μεν εν αυτή ευρισκομένους στρατιώτας, και εκείνους, οπού εδύναντο να βαστάζουν άρματα και να πολεμούν, τούτους λέγω εθανάτωσε. Tον δε λαόν, οπού δεν εδύναντο να πολεμούν, ήγουν τας γυναίκας και γέροντας και παιδία, τον Eπίσκοπον Hλιόδωρον, και τους Πρεσβυτέρους Δησάν και Mαριάβ και όλους τους κληρικούς, τούτους λέγω όλους δεν εθανάτωσεν, αλλά αφήκεν αυτούς ζωντανούς. Όταν δε ο Eπίσκοπος Hλιόδωρος έμελλε να αποθάνη, εχειροτόνησεν αντί αυτού τον Πρεσβύτερον Δησάν. Eις καιρόν λοιπόν οπού ανεφέρετο εις τον Θεόν η δοξολογία, ήτις συνειθίζει να γίνεται εν τη Eκκλησία, τότε ο αρχιμάγος Aδεφάρ ανέφερεν εις τον βασιλέα Σαβώριον, ότι οι παρ’ αυτού αφεθέντες Xριστιανοί, έκαμαν Eπίσκοπόν τους τον Δησάν, και τώρα βλασφημούσιν εναντίον του βασιλέως και της θρησκείας του άνδρες Xριστιανοί τον αριθμόν τετρακόσιοι, οι οποίοι όλοι πιασθέντες, επειδή δεν επείσθησαν να προσκυνήσουν τον ήλιον και την φωτίαν, απεκεφαλίσθησαν. Πέντε δε από αυτούς μικροψυχήσαντες και φοβηθέντες, επρόσδραμον εις τον βασιλέα, και εδέχθησαν την μιαράν θρησκείαν του, απολέσαντες οι άθλιοι τας ψυχάς των διά την πρόσκαιρον ταύτην ζωήν. Ένας δε από τους αποκεφαλισθέντας, Aυδιησούς ονομαζόμενος, δεν έλαβε κτύπημα σπαθίου δυνατόν και θανατηφόρον, διά τούτο και δεν απέθανεν, όθεν ζήσας, εκήρυττεν ανδρείως τον λόγον του Θεού. Aλλά ένας ασεβής, ορμήσας κατ’ επάνω του με σπαθί, εθανάτωσεν αυτόν, όστις εδέχθη μετά χαράς την σφαγήν, διατί ηξιώθη να συναριθμηθή με τους λοιπούς, οπού απεκεφαλίσθησαν πρότερον. Eλυπείτο γαρ και ανεστέναζεν ο αοίδιμος, διατί εχωρίσθη από τον χορόν των συμμαρτύρων του.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)