Πηγή: Τμήμα Αρχαιοτήτων
Η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού βρίσκεται σε κεντρική περιοχή της οροσειράς του Τροόδους, στο νότιο άκρο του χωριού Πελέντρι, η ύπαρξη του οποίου μαρτυρείται από τα τέλη του 12ου αιώνα. Από το 1985 περιλαμβάνεται, μαζί με εννέα άλλες τοιχογραφημένες βυζαντινές εκκλησίες της οροσειράς του Τροόδους, στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Η σημερινή μορφή της εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού οφείλεται σε προσθήκες και επεμβάσεις διαφόρων εποχών. Η αρχική της φάση χρονολογείται γύρω στα μέσα του 12ου αιώνα και ανήκε μάλλον στον τύπο του μονόκλιτου ναού με τρούλο. Ενδέχεται μάλιστα να επρόκειτο για κοιμητηριακό ναό. Η πρώτη αρχιτεκτονική φάση καταστράφηκε από άγνωστα σε εμάς αίτια. Της καταστροφής αυτής επέζησε μόνο η αψίδα του Ιερού Βήματος, η οποία ενσωματώθηκε κατόπιν σε νέο κτίσμα του ίδιου τύπου που ανεγέρθηκε στα τέλη του 13ου ή στις αρχές του 14ου αιώνα. Ακολουθεί μια σειρά επεμβάσεων, κατά τις οποίες τμήματα του ναού που κατέρρεαν, είτε ανακατασκευάζονταν είτε καταργούνταν και αντικαθίσταντο σε διευρυμένη μορφή. Το βόρειο κλίτος είναι λίγο μεταγενέστερο και χρονολογείται σαφώς πριν από τα μέσα του 14ου αιώνα, ενώ το νότιο κλίτος προστέθηκε κατά το 16ο αιώνα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα τρίκλιτο οικοδόμημα με αρμονικές αναλογίες, οι οποίες αποκρύπτουν την πολυτάραχη αρχιτεκτονική του ιστορία.
Σύμφωνα με την επιγραφή που σώζεται στην αψίδα του Ιερού Βήματος, η αρχική εικονογράφηση της εκκλησίας χρονολογείται στα 1171/2. Τμήματα από τη φάση αυτή σώζονται στην αψίδα του Ιερού, κάτω από το στρώμα των τοιχογραφιών του 14ου αιώνα. Πρόκειται για μια σπάνια για τις εκκλησίες της Κύπρου τεχνοτροπία του 12ου αιώνα, που μοιάζει με σύγχρονα παραδείγματα από εκκλησίες του ελλαδικού χώρου, της Καππαδοκίας και της Κρήτης.
Για την εκτέλεση των τοιχογραφιών του κυρίως τμήματος της εκκλησίας, που χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, εργάστηκαν δύο τουλάχιστον ζωγράφοι, που ανήκαν στο ίδιο εργαστήριο, μαζί με τους μαθητές τους. Οι τοιχογραφίες έγιναν με δαπάνη πολλών δωρητών. Από το σύνολο αυτό ξεχωρίζει μια ομάδα τοιχογραφιών που ακολουθεί την παλαιολόγεια τεχνοτροπία που αναπτύχθηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά το 14ο αιώνα. Μια δεύτερη ομάδα ακολουθεί την ντόπια σύγχρονη παράδοση της βυζαντινής ζωγραφικής, εμπλουτισμένη με σταυροφοριακά και αρμενικά τεχνοτροπικά και εικονογραφικά στοιχεία.
Το βόρειο κλίτος, που είναι περίπου σύγχρονο με τις προηγούμενες τοιχογραφίες, χρησίμευε ως ιδιωτικό παρεκκλήσι για την οικογένεια του Λατίνου φεουδάρχη της περιοχής, Ιωάννη Λουζινιάν (1353-1374/5). Οι τοιχογραφίες εδώ συνδυάζουν δυτικίζοντα με βυζαντινά στοιχεία, αποκαλύπτοντας έτσι τις προτιμήσεις των Λατίνων αρχόντων της Κύπρου, οι οποίες δεν ήταν κατ’ ανάγκην εξολοκλήρου γοτθικές.