Το άμεσο συνοριακό περιβάλλον και η ευρύτερη περιοχή του χωριού Αμπελικού, από τη δυτική όχθη του ποταμού Άγιος Λιόντης μέχρι τα ψηλότερα κεντρικά σημεία της ανατολικής πλευράς του στενόμακρου βουνού με την ονομασία Αλέτρι, συνδέονται με δυο σημαντικούς προϊστορικούς αρχαιολογικούς χώρους, που χρονολογούνται διαδοχικά στις τελευταίες φάσεις της Χαλκολιθικής εποχής και της Πρώιμης Χαλκοκρατίας. Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα και στους δυο αυτούς χώρους ερευνήθηκαν δοκιμαστικά σε πολύ μικρή κλίμακα από τον Πορφύριο Δίκαιο το 1942 και το 1953.
Ο πρώτος αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται στην τοποθεσία Άγιος Γεώργιος και γειτονεύει με τη βορειοανατολική άκρη του χωριού, που απέχει επτά περίπου χιλιόμετρα από το αρχαίο βασίλειο των Σόλων, στη βορειοδυτική παραλιακή περιοχή του νησιού. Πρόκειται για μικρό συνοικισμό γεωργο-κτηνοτρόφων, από τον οποίο οι δοκιμαστικές έρευνες έφεραν στο φως μόνο μια καταστρεμμένη κυκλική κατοικία, που η όλη αρχιτεκτονική κατασκευή και σύνθεσή της θυμίζει τις μονώροφες και μονοθάλαμες θολωτές χαλκολιθικές καλύβες της Ερήμης. Τα θεμέλια και το κάτω μέρος των κυκλικών τοιχωμάτων της ήταν κτισμένα από αργούς λίθους και χαλίκια σε έξι συνολικά στρώσεις και το υπόλοιπο μέρος υπολογίζεται ότι συμπλήρωναν πάσσαλοι, καλυμμένοι με πηλό και με ελαφρά εσωτερική απόκλιση, που σταδιακά σχημάτιζαν κανονικό θόλο. Τη θολωτή στέγη υποβάσταζε στερεός ξύλινος πάσσαλος, που στηριζόταν στο κεντρικό μέρος του γήινου δαπέδου. Στο βορειοδυτικό τμήμα του κυκλικού τοιχώματος υπήρχε μικρό άνοιγμα, πλάτους 0,54 μ., που, αναμφίβολα, αποτελούσε την είσοδο της κατοικίας.
Ανάμεσα στα κινητά ευρήματα πλεονάζουν τα κεραμεικά όστρακα, που ανήκουν στα ερυθρά στιλπνά, στα ερυθρά με ερυθρή γραμμική διακόσμηση, στα ερυθρά με μελανή γραμμική διακόσμηση και στα λευκά ερυθροβαφή αγγεία, που αντιπροσωπεύουν τους χαρακτηριστικούς τύπους αγγειοπλαστικής της Χαλκολιθικής εποχής. Από τα λευκά ερυθροβαφή όστρακα έχει συμπληρωθεί ολόκληρο ένα, μοναδικό στο είδος του, τριποδικό κύπελλο, που μέχρι σήμερα ξεχωρίζει ακόμη ανάμεσα στ’ άλλα κεραμεικά χαλκολιθικά εκθέματα του Κυπριακού Μουσείου. Από τ’ άλλα κινητά μικροαντικείμενα αξιόλογα είναι ένα πήλινο καλούπι, που πιθανότατα χρησίμευε στην αποτύπωση και κατασκευή χάλκινων αξινών, ένας αμφίκυρτος λίθινος τριπτήρας κι ένας λίθινος χειρόμυλος με μία επίπεδη και μια κυρτή όψη.
Τα χρονολογικά όρια του υστεροχαλκολιθικού αυτού συνοικισμού στον Άγιο Γεώργιο τοποθετούνται μεταξύ του 3000 και του 2500 μ.Χ.
Ο δεύτερος αρχαιολογικός χώρος, που απέχει τέσσερα περίπου χιλιόμετρα από τα δυτικά σύνορα του πρώτου, επισημάνθηκε το 1942 από τον τότε διευθυντή της Ελληνικής Μεταλλευτικής Εταιρείας Κ. Μαγγλή, στη διάρκεια ερευνών για ανεύρεση μεταλλείου χαλκού στο Αλέτρι. Οι δοκιμαστικές ανασκαφικές έρευνες του Π. Δίκαιου, που ακολούθησαν, είχαν σαν αποτέλεσμα την αποκάλυψη μικρού τμήματος ενός άλλου συνοικισμού, μεταγενέστερου του πρώτου, που χρονολογείται από το 2000 μέχρι το 1900 π.Χ.
Παράλληλα με τα αμυδρά δείγματα οικιακών καταλοίπων, στο μικρό αυτό τμήμα του συνοικισμού αποκαλύφθηκαν ένα εργαστήριο αγγειοπλαστικής, εφοδιασμένο μ’ ένα πρωτόγονο φούρνο για το ψήσιμο των αγγείων, και ένα άλλο εργαστήριο για την επεξεργασία του χαλκού με αρκετή ποσότητα χάλκινης σκουριάς στο γήινο δάπεδό του. Εκτός από τα υπολείμματα της χάλκινης σκουριάς, στο εργαστήριο του χαλκού βρέθηκαν δυο καλούπια για την κατασκευή χάλκινων αξινών, το ένα πήλινο και τ’ άλλο λίθινο, και μια πήλινη χοάνη -χωνευτήρι- με χάλκινη σκουριά, ενσωματωμένη στα εσωτερικά τοιχώματα της. Η ανακάλυψη της εργαστηριακής αυτής εγκατάστασης ανάμεσα στ’ άλλα κατάλοιπα του συνοικισμού στο Αλέτρι αποτελεί αδιάσειστη μαρτυρία για την τέλεια γνώση της επεξεργασίας του χαλκού στην περιοχή αυτή της βορειοδυτικής Κύπρου σ’ ολόκληρη τη διάρκεια της τελευταίας φάσης της Πρώιμης εποχής του Χαλκού. Το πολύτιμο αυτό μέταλλο προφανέστατα προερχόταν από τα πλούσια χαλκωρυχεία της Σκουριώτισσας, που απέχουν μόνο εννέα χιλιόμετρα από το Αλέτρι και που πιθανό να προμήθευαν κι άλλους, άγνωστους μέχρι σήμερα, συνοικισμούς στην περιοχή των Σόλων, ίσως και αρχαιότερους από τους δυο μικρούς συνοικισμού στην Αμπελικού.
Πηγή: Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια 1981-1990, εκδ. Φιλόκυπρος, Λευκωσίας.