Ἀγαπητοί μου πιστοὶ Χριστιανοί,
Στὶς μέρες μας ἤδη καλλιεργεῖται καὶ βιοῦται μέσα στὸν κόσμο ἡ κατ’ ἐξοχὴν Μεγάλη Ἀποστασία, περὶ τῆς ὁποίας μιλοῦν καὶ προφητεύουν σαφῶς, τόσον ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅσον καὶ οἱ θεῖοι Πατέρες.
Αὐτὴ ἡ παρουσιαζόμενη σήμερα ὅλως ἰδιάζουσα ποιοτικῶς καὶ ποσοτικῶς Ἀποστασία μὲ κριτήριο τὰ ὅσα ὁρίζει ὁ Νόμος καὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, προετοιμάζει καὶ καλλιεργεῖ μετὰ βεβαιότητος ἐκεῖνο τὸ σαθρό, διεφθαρμένο καὶ ἐξαθλιωμένο ὑπόβαθρο, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ δυνηθεῖ νὰ ἀναδυθεῖ καὶ νὰ ἀναφανεῖ ὁ προφητευμένος ἀπὸ τὶς Γραφὲς καὶ τοὺς Ἁγίους, ὁ Ἔσχατος Ἀντίχριστος! Αὐτὴ ἡ ἐκ Θεοῦ Ἀποστασία στὶς μέρες μας, καλπάζει μετὰ συνεχῶς ἐπαυξανόμενης ταχύτητος καὶ θλιβερᾶς τραχύτητος γιὰ νὰ καταλήξει πρὸς τὴν ἄνευ προηγουμένου ἀκροτάτην αἰχμὴν τῆς, ἀναφορικῶς, ὄχι μόνο ὡς πρὸς τὸ «κοσμοθεωρητικό», ἀλλά, κατὰ ἀναπόδραστον συνέπειαν, καὶ ὡς πρὸς τὸ «πρακτικὸ» καὶ τὸ «ἠθικὸ» πεδίο!
Ὀφθαλμοφανὠς καὶ ὅλως ἰδιαζόντως, ἀναφαίνεται σήμερον τόσον ἡ πολλὴ ἀσέβεια πρὸς τὸν Δημιουργό μας καὶ Θεό μας, μέχρι καὶ ἡ ἄλογος ἄρνηση τῆς Ὑπάρξεώς Του, ὅσον καὶ ἡ ἐξωφρενικὴ ἠθικὴ διαφθορὰ μεταξὺ ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων.
Τὸ κακὸ ἐπληθύνθη στὶς μέρες μας ὑπερβαλλόντως ἐπὶ τῆς γῆς, ὥστε τοῦτο πλέον διαπράττεται εὐκολότερα, ἀνετότερα καὶ εὐρύτερα καί, προπαντός, ἀναιδέστερα, ὑποβοηθούσης μάλιστα καὶ τῆς ἐν πολλοῖς κακῆς χρήσεως τῆς μετὰ ραγδαιοτάτων ρυθμῶν ἐξελισσομένης τεχνολογίας!
«Πάντες έξεκλίναμεν» κατὰ τὸν ψαλμωδὸν Δαυίδ, καὶ οὐαὶ καὶ άλλοίμονον ὅταν θὰ ξεχειλίσει κάποια στιγμὴ τὸ ποτήριο τῆς Ὑπομονῆς τοῦ Θεοῦ!
Στὶς ἡμέρες μας προβάλλεται ἀσύστολα ἡ ἁμαρτία, καὶ προσβάλλεται πρωτόγνωρα ἡ Ἀρετή!
Τώρα κορυφοῦται τὸ κακὸ μέσα στὸν κόσμο, ὥστε νὰ προσβάλλεται ὁ πνευματικὸς καὶ σωτήριος τρόπος ζωῆς, ποὺ μᾶς δίδαξεν ὁ ἀνυπέρβλητος καὶ ὑπέρχρονος Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ θεόπνευστοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας καί, κατὰ συνέπεια, νὰ προβάλλεται πλέον ἡ ἁμαρτία, ὡσὰν νὰ εἶναι τάχα… «φυσιολογική!»
Ἡ Ἀρετὴ (πίστις, θεοσέβεια, τιμιότης, ἁγνότης, αὐταπάρνησις, ταπείνωσις, αὐτομεμψία, ἀφιλοχρηματία, σωφροσύνη, ἐγκράτεια, ἐλεημοσύνη, λιτότης, ὀλιγάρκεια, μετάνοια, γενικῶς ἡ ἁγιότης καὶ μάλιστα ἡ Ἀληθινὴ Ἀγάπη (ὅπως δηλαδὴ μᾶς τὴν δίδαξε ὁ Χριστός μας καὶ ὄχι ὅπως τὴν παρανόησαν καὶ τὴν νόθευσαν οἱ ἄνθρωποι), παρουσιάζονται πλέον, ὡς… παρωχημένα, ἀχρείαστα ἢ καὶ ἄχρηστα!
Δυστυχῶς αὐτὴ ἡ ἐπικίνδυνος πορεία καὶ ἐφάμαρτος νοοτροπία ἐμφανίζεται ἐμφαντικῶς ἀκόμη καὶ μεταξὺ ἡμῶν τῶν θεωρουμένων ὀρθοδόξων Χριστιανῶν!
Ὅταν ὅμως ἡ ἁμαρτία ἀμνηστεύεται, ἢ καὶ «ὡραιοποιεῖται», σημαίνει ὅτι εἶναι ἐκ τῶν πραγμάτων ἀδύνατον πλέον νὰ προβληματίσει, νὰ ταρακουνήσει, καὶ νὰ ὠθήσει τὸν ἁμαρτάνοντα πρὸς τὴν σωτήριον Μετάνοιαν!
Ἀλλ’ ὅμως, ὅπου δὲν ὑπάρχει ἀληθινὴ Μετάνοια, ἐκεῖ ἀσφαλῶς δὲν ὑπάρχει οὔτε ἡ λυτρωτικὴ παραδοχή της, οὔτε ἡ ἐν τῷ Μυστηρίῳ ἐξομολόγησής της. Ἢ, καὶ ἂν ὑπάρχει, αὐτὴ εἶναι μόνον τυπική, «διὰ τῶν χειλέων» μόνον, ἐξωτερική. Δὲν εἶναι καθαρὰ καὶ εἰλικρινής. Δὲν ἐνεργεῖται μὲ τὴν δέουσαν συντριβὴν καρδίας καὶ μὲ πραγματικὴ διάθεσιν διορθώσεως. Ἀλλ’ οὔτε καὶ μὲ ἀπόφαση ἀλλαγῆς τρόπου σκέψεως καὶ ἐξαγιασμοῦ τῆς ζωῆς μας!
Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μετανοήση κάποιος δι’ ἁμαρτίας, τὰς ὁποίας, ἐνῶ μὲν τὰς διαπράττει, δὲν τὰς παραδέχεται ὅμως ὡς ἁμαρτίας, ἀλλὰ τὰς θεωρεῖ ἁπλῶς ὡσὰν παρωνυχίδας; Ἐσχάτως μάλιστα, νὰ καταντήσουν νὰ νομίζουν κάποιοι, ὅτι ἀκόμη καὶ αἰσχραὶ ἁμαρτίαι, δύνανται τάχα νὰ ἀποτελοῦν καὶ αἰτίας… «ὑπερηφάνειας»! Οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονο διὰ τὴν ἐπερχομένη ἐκ Θεοῦ φοβερὸν ὀργήν, ἐὰν δὲν ὑπάρξει ἡ ἐκ βαθέων Μετάνοια!
Σκεφτεῖτε το καλὰ καὶ πέστε μου εἰλικρινά, ἀγαπητοί μου πιστοὶ Χριστιανοί:
Ὑπάρχει μήπως χειροτέρα ἁμαρτία ἀπὸ τὴν ἀμετανοησία; Καὶ μάλιστα, ὅταν αὐτὴ ἡ ἀμετανοησία προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀμνήστευσιν πολλῶν σοβαρῶν, ἀκόμη καὶ θανάσιμων ἁμαρτημάτων;
Ἡ τοιαύτη ἀμετανοησία ἀποτελεῖ ἀσφαλέστατα ἐσχάτην ἀνοησίαν!
Μήπως δὲν συνιστᾶ αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ ἐμμονή μας εἰς τὴν ἀμετανοησία, τὴν βλασφημίαν κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Αὐτὴν δηλαδὴ τὴν βλασφημίαν περὶ τῆς ὁποίας ὁμιλεῖ ὁ Κύριός μας, καὶ ἡ ὁποία οὐδόλως δύναται βεβαίως νὰ ὁδήγησει εἰς Μετάνοιαν. Καὶ ἄρα οὔτε εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Ἄλλ’ ἑπομένως ὁδηγεῖ εἰς τὴν αἰώνιον καταδίκην (Μάρκ. γ΄, 29);
Κατάστασις Πολιορκίας
Πολλὰ τὰ αἴτια καὶ πολύμορφοι αἱ ἐκδηλώσεις τῆς ἐκ τοῦ Θεοῦ Ἀποστασίας μας κατὰ τὰς ἡμέρας μας!
«Κατάστασις Πολιορκίας», ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν!
Καὶ κατ’ ἀρχὰς μέν, ἡ μέχρι πρὸ τίνος μεγάλη ἀφθονία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἡ εἰκονική μας εὐμάρεια, καὶ ἡ νομιζομένη πολυτέλεια, μᾶς ἐνέπαιξαν τόσο πολὺ τὸν νοῦν, μᾶς ἐνάρκωσαν τόσο βαθιὰ τὰς καρδίας καὶ μᾶς ἐνέκρωσαν τόσο συντριπτικὰ τὰ πνευματικά μας κριτήρια καὶ τὰ σωτήριά μας αἰσθητήρια, ὥστε νὰ βιώνωμεν στὶς μέρες μας τρομερὸν σύγχυσιν καὶ τραγικὴν παράνοιαν!
Ὅπως λέγει ἡ Γραφή: «Καὶ ἔφαγεν Ἰακὼβ καὶ ἐνεπλήσθη, καὶ ἀπελάκτισεν ὁ ἠγαπημένος, ἐλιπάνθη, ἐπαχύνθη, ἐπλατύνθη· καὶ ἐγκατέλιπε τὸν Θεὸν τὸν ποιήσαντα αὐτὸν καὶ ἀπέστη ἀπὸ Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ.»(Δευτ. 32, 15).
Ὡς ἐκ τῶν ὡς ἄνω, συνεχίζομεν μέχρι καὶ σήμερον, νὰ ζῷμεν ἀμέριμνοι, ὡς ὑπνωτισμένοι, ὡς «νὰ μὴν συμβαίνη τίποτε», ὡς ζῶντες μὲν βιολογικῶς, ἀλλά, δυστυχῶς, ὡς ὑπάρχοντες νεκροὶ πνευματικῶς, καλλιεργοῦντας τὴν προτέραν μας ἁμαρτωλὸ συνήθειαν, καὶ παραμένοντες προσκολλημένοι εἰς τὴν ἀγωνιώδη μέριμναν διὰ τὰ μάταια καὶ τὰ κίβδηλα, τὰ ἀνούσια καὶ τὰ ἀνώφελα, τοῦ νῦν αἰῶνος, τοῦ ἀπατεῶνος!
Καὶ δὲν εὑρίσκομεν, ἰσχυριζόμεθα, καιρὸν νὰ συλλογισθῶμεν περὶ τοῦ Θεοῦ, περὶ τοῦ ἐπερχομένου βεβαίου (ἀλλὰ συχνάκις καὶ βιαίου) βιολογικοῦ μας θανάτου, περὶ τῆς ἐπερχομένης φοβέρας Ἡμέρας τῆς Κρίσεως, περὶ τῆς Μελλούσης Ζωῆς καὶ περὶ τῶν θεοδιδάκτων τρόπων πρὸς ἐπίτευξη τῆς Αἰωνίου Σωτηρίας μας.
Προσηλώσαμεν δυστυχῶς τὰ βλέμματά μας ἐμπαθῶς πρὸς τὴν παρερχομένην ὕλην καὶ τὴν προερχομένην ἐξ αὐτῆς ὀδυνηρὰν ἡδονήν, καὶ τὸ ἐξ αὐτῶν ἀναδυόμενον ἀδυσώπητο ἄδυτο ὄνειδος!
Ἀναζητοῦμεν ψεύτικη καὶ παροδικὴν παρηγοριάν εἰς ἀπατηλὰς συναναστροφὰς καὶ ψυχοφθόρους «ψυχαγωγίας», διὰ μέσου ποικίλων δαιμονικῶν ἐκδηλώσεων, ὅπως π.χ. νυκτερινῶν καὶ σκοτεινῶν «εὐκαιριῶν», καὶ ἐν γένει διὰ τῆς ἐλαφρᾶς τὴ καρδία διαπράξεως πράξεων πονηρῶν, περὶ τῶν ὁποίων ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ρητῶς ἀποφαίνεται «τὰ γὰρ κρυφῆ γινόμενα ὑπ’ αὐτῶν αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν» (Ἐφ. ε΄, 12).
Ἡ πολύμορφος ἀκολασία πλεονάζει πλέον εἰς τὸν κόσμον, ἀδιακρίτως δόγματος καὶ φυλῆς.
Τραγικώτερον ὅμως ὅτι πλεονάζει, δυστυχῶς, καὶ μεταξὺ ἡμῶν, τῶν θεωρούμενων ὀρθοδόξων χριστιανῶν!
Ξεχνᾶμε (ἢ ἀπωθοῦμε στὰ ἄδυτα τοῦ Εἶναι μας) τὸ ἀναμφίβολο γεγονὸς ὅτι, ὁ τρόπος ζωῆς τῆς αἰσχύνης καὶ τῆς προβολῆς τῶν «παθῶν τῆς ἀτιμίας» (Ρωμ. α΄, 26) ἀποτελεῖ, κατὰ τὸν ἀδιάψευστον λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀσφαλεστάτην καὶ μετὰ πάσης βεβαιότητος ὁδὸν ἀπώλειας.
Ἀποτελεῖ μάλιστα ὁδὸν άμετακλήτου ὀλέθρου, βαθμηδόν, σὲ προσωπικό, κοινωνικό, ἐθνικό, φυλετικὸ καὶ τελικῶς σὲ παγκόσμιο πεδίο.
Δύναται ὅμως νὰ μᾶς σώσει, ὅσους ἡ ἔγκαιρη καὶ ἁγία Μετάνοια, μᾶς ἐπιστρέφει καὶ μᾶς ὁδηγεῖ στὸν μοναδικὸ Σωτήρα μας, τὸν Κύριόν μας Ἰησοῦ Χριστόν!
Ἡ Ἁγία Γραφὴ περιγράφει προφητικῶς τοὺς «Ἐσχάτους Καιρούς»
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει προφητικῶς, ἀλλὰ καὶ εὐκρινῶς, τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ σημερινοῦ κόσμου τῶν «ἐσχάτων ἡμερῶν», δηλαδὴ τῶν καιρῶν τῆς ἀπὸ τοῦ Θεοῦ Έσχάτης μας Ἀποστασίας:
«Ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί· ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἄσπονδοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι, ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι. καὶ τούτους ἀποτρέπου». (Προς Τιμόθεον Β.΄ γ΄, 1-5).» (Β΄ Τίμ. γ΄, 1-5).
Αὐτὴ εἶναι δυστυχῶς ἡ πραγματικὴ ἀπεικόνισις τοῦ τρόπου ζωῆς τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου: Ἡ Ἀποστασία μας δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Δημιουργό μας καὶ ἡ περιφρόνησής μας πρὸς ὅσα Αὐτός, ἀπὸ ἄπειρον Ἀγάπη, μᾶς παραγγέλλει διὰ τὴν σωτηρίαν μας!
Τὸ ἀποκορύφωμα μάλιστα τῆς ἁμαρτίας μας εἶναι ὅτι δὲν ἀγαπῶμεν μὲ ὅλην τὴν ψυχήν μας, τὸν νοῦν καὶ τὴν καρδίαν μας, τὸν Κύριόν μας καὶ Θεόν μας! Καὶ κατὰ ἀναπόφευκτον συνέπειαν, οὔτε καὶ τὸν πλησίον μας ἀγαπῶμεν, ὁ ὁποῖος (ὁ κάθε πλησίον μας) εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένος!
Πῶς ὅμως νὰ άγαπήσωμεν τὸν Θεόν μας, ὅταν ματαιοπονοῦντες προσπαθοῦμε «ψυχαναγκαστικῶς» καὶ «κομπλεξικῶς», (ἴσως καὶ διὰ νὰ ἐφησυχάζωμεν τὰ ἐνοχικά μας σύνδρομα, πλὴν ὅμως ματαίως), νὰ ἀρνηθῶμεν καὶ αὐτὴν ἀκόμα τὴν Ὕπαρξίν Του;
Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀγαπήσωμεν Ἐκεῖνον, τοῦ ὁποίου προσπαθοῦμε νὰ ἀρνηθοῦμε ἐθελοτυφλοῦντες, ἀκόμη καὶ αὐτὴν τὴν Ὕπαρξίν Του;
Ἀπὸ δὲ τὴν τοιαύτην ἀπιστίαν μας καὶ τὴν τοσαύτην ἔλλειψιν τῆς πρὸς τὸν Χριστὸν Ἀγάπης μας, προέρχονται ἀναμφιβόλως καὶ ἀναδύονται ἀναποφεύκτως τὰ μεγάλα δεινά, ποὺ ἐφορμοῦν ἐφιαλτικῶς καὶ καταδιώκουν καταδυναστικῶς τὸν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας.
Ἐσκοτίσθη ἡ διάνοια ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ πολυπρόσωπού μας ἐγωισμοῦ: Τὴν ἐμπάθεια, τὴν φιλαργυρία, τὴν κενοδοξία, τὸν τζόγο (= ἐπιδίωξης μετὰ μανίας εὔκολου καὶ παρανόμου «κέρδους»), τὰ ναρκωτικὰ (= ἀναζήτησης ψεύτικης εὐτυχίας, διότι δὲν πιστεύομεν εἰς τὸν Θεόν, τὴν Πηγὴν τῆς ἀληθινῆς εὐτυχίας), τὴν ἀσωτία (= ἐκζήτησις ἀχαρίτου χαρᾶς μακρυὰ ἀπὸ τὴν Πηγὴ τῆς Χαρᾶς καὶ πάσης Χάριτος, τὸν Σωτήρα μας Χριστόν), καὶ μάλιστα τὴν ὕπουλη καὶ ἀπατηλὴ θεοποιημένη φιληδονία, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ αὐτὴ μίαν ἄλλην παρδαλὴν παραλλαγὴν τῆς παρδάλεως (πρβλ. Ἀποκ. ιγ΄, 2), δηλαδὴ τοῦ πολύμορφου τέρατος, τοῦ ἀκράτου ἐγωισμοῦ μας!
Ἡ ἔσχατη αἰσχρότης τῶν «ὁμοφυλοφιλικῶν σχέσεων» καὶ ἄλλων παρομοίων ἐκφύλων πράξεων
Δὲν ὑπάρχουν δυστυχῶς στὴν ἀνθρωπίνην γλώσσα ἱκανὰ λόγια διὰ νὰ ὁμιλήσωμεν διὰ τὴν βδελυράν, ἐνώπιον Θεοῦ καὶ πιστῶν ἀνθρώπων, ἐπανεμφάνιση – σὰν ἐν ἐξάρσει καὶ τὴν ἐπεκτεινομένην ἐν ἀναισχυντία ἀπροκάλυπτον παρεκτροπὴν καὶ δολερὰν διαστροφήν, τῶν λεγομένων «ὁμοφυλοφιλικῶν σχέσεων».
Ἐμφανίζονται τοιαῦται παρεκτροπαὶ ἀκόμη καὶ εἰς θεωρούμενα «χριστιανικὰ» ἔθνη καὶ λαούς. Αὗται αἱ διαστροφαὶ θὰ ὁδηγήσουν τὴν κοινωνίαν, βαθμηδόν, ἀμετακλήτως καὶ ἀναποφεύκτως, εἰς ἀπερίγραπτον καταστροφήν, ὅπως ἐπακριβῶς συνέβη εἰς τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα, τῶν ὁποίων οἱ κάτοικοι, ἐνῶ ζοῦσαν ἀμερίμνως καὶ ἀμετανοήτως ὑπὸ τὸ καθεστὼς τῆς τοιαύτης βδελυγμίας, ἦλθε ξαφνικὰ ἡ καταστροφή, ὡσὰν ἀναπόφευκτος καρπὸς τῆς ἁμαρτίας!
Πνευματικὸς Νόμος
Ὁ διαστροφικὸς τρόπος ζωῆς θὰ έπιφέρει ἀναποφεύκτως καὶ διαστροφικὸν τρόπον καταστροφῆς!
Αὐτὸ ἀποτελεῖ δυστυχῶς ἀδυσώπητον καὶ ἀναπότρεπτον νομοτέλειαν τοῦ «παρὰ φύσιν» τρόπου ζωῆς!
Λειτουργοῦν καὶ ἐδῶ, ὅπως καὶ πάντοτε, οἱ Πνευματικοὶ Νόμοι, ὅπου ἔθεσεν ὁ Ὕψιστος, διὰ τὴν εὔρυθμον λειτουργία τοῦ κόσμου!
Διὰ τοῦτον τὸν λόγον καὶ ὁ μέγας Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος προεφήτευε λέγων: «ὅταν ἐπέλθη ὁ καιρὸς κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ ἀμνηστευθεῖ„ θεσπισθεῖ νομικῶς καὶ γίνει ἀποδεκτὸ ἀπὸ τοὺς θεωρουμένους «χριστιανικοὺς λαοὺς» ὡς τρόπος ζωῆς τὸ βδέλυγμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, τότε ἀναποφεύκτως θὰ έπακολουθήσει ταχέως καὶ ὁ ἐρχομὸς τοῦ Ἐσχάτου Ἀντίχριστου! Διότι ὁ Τελικὸς Ἀντίχριστος, τοιαῦτα ζοφερὰ καὶ βρομερὰ ὑπόβαθρα «ἀναμένει» νὰ ἀναφανοῦν ἐμφαντικῶς ἐπὶ τῆς γῆς, ὥστε νὰ διευκολυνθεῖ καὶ νὰ γίνει ἀποδεκτὴ ἡ ἐμφάνισής του μέσα εἰς τὸν κόσμον»! (σ.σ.: ἀπόδοσις ἐκ τοῦ λατινικοῦ πρωτοτύπου, λόγων τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου, στοὺς ὁποίους ἔκανε πλειστάκις ἀναφορὰν σὲ ποικίλα κηρύγματά του, ὁ μακαριστὸς Ἅγιος Γέροντας τῆς Λαρίσης, Ἀθανάσιος Μυτιληναίος).
Τὰ πάθη μας, ὀφείλομε μετὰ ἡρωικῆς ἀγωνιστικότητος, συνεποῦς αὐταπαρνήσεως καὶ γνησίας Πίστεως εἰς τὸν Σωτήρα μας Χριστόν, νὰ τὰ καθιστῶμεν ἀντικείμενα μετάνοιας, ἐξομολογήσεως καὶ ἀνενδότου ἀγῶνος πνευματικῆς ἀντιμετωπίσεως, ἐὰν ἐπιθυμοῦμε νὰ εὕρωμεν «ἔλεος ἀπὸ τὸν Κύριον!»
Ἀλλ’ εἶναι τελείως ἀνεπίτρεπτον ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, τὰ τοιαῦτα πάθη καὶ ἁμαρτήματα, νὰ τὰ άμνηστεύωμεν, πολλῷ δὲ μάλλον νὰ τὰ δικαιολογοῦμε καὶ νὰ τά… «νομιμοποιοῦμεν». Πρὸ πάντων δέ, νὰ τὰ θεωροῦμε καὶ… σὰν «αἰτίαν ὑπερηφάνειας!»
Σᾶς ἐρωτῶμεν ἀγαπητοί μου Χριστιανοί: Μήπως αὐτὸ τὸ κατάντημα δὲν ἀποτελεῖ ἐσχάτην Ὕβριν κατὰ τοῦ Δημιουργοῦ μας;
Ἡ ἀνατροπὴ τῆς ἐν Ἁγίω Πνεύματι Ζωῆς μας, ἀπεργάζεται καὶ ἐπεξεργάζεται βαθμηδόν, τὸν ὄλεθρον καὶ τὴν καταστροφὴν τοῦ κόσμου
Παλαιότερον οἱ ἄνθρωποι αἰσθάνοντον ἐντροπήν, ὅταν ἔπιπτον εἷς σοβαρὰ ἁμαρτήματα.
Σήμερον ὅμως, δυστυχῶς, παρῆλθεν ὁ καιρὸς τῆς Ἁγίας Αἰσχύνης καὶ τῆς Σωτηρίου Ἐντροπῆς καὶ ἐπῆλθεν πλέον ὁ καιρὸς τῆς ἄγριας ἀναισχυντίας καὶ τῆς ἀπροκαλύπτου ἀδιαντροπιᾶς, ὅπου αἱ ἐκ τῆς πωρώσεως τῶν συνειδήσεων ἀμνηστευθεῖσα ἁμαρτία διαπράττονται πλέον ἀνευθύνως καὶ ἐπιπολαίως, ἄνευ τῆς «ἅγιας συστολῆς» καὶ ἄνευ τῶν θεαρέστων καὶ ἐν ταπεινώσει θεραπευτικῶν «τύψεων τῆς συνειδήσεως», αἱ ὁποῖαι δύνανται νὰ μᾶς ὁδηγήσουν, ἐὰν τὸ θελήσωμεν, εἰς τὴν πραγματικὴν Μετάνοιαν καὶ εἰς τὴν ἁγίαν Ἐπιστροφήν! Καὶ ἑπομένως εἰς τὴν αἰώνιον Ζωήν!
Σήμερον καλλιεργεῖται ἐντέχνως -δυστυχῶς ἀκόμη καὶ ἀπὸ θεωρούμενους ὡσὰν τάχα «πνευματικοὺς ἀνθρώπους»- ἡ φίμωσις, ἡ πώρωσις, ἕως, καὶ ἡ, εἰ δυνατόν, θανάτωσις τῆς συνειδήσεως, μεθοδεύεται ἡ ἐξάλειψις ἀπὸ τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων, τῶν ἅγιων νοημάτων: Τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀθανασίας τῆς ψυχῆς, τῆς προσδοκωμένης Ἀναστάσεως τῶν κεκοιμημένων, τῆς ἀναμενόμενης Δευτέρας τοῦ Χριστοῦ Παρουσίας, τῆς ἀναποφεύκτου Ἡμέρας τῆς Κρίσεως, τῆς έπερχομένης Συντέλειας τοῦ Αἰῶνος τούτου, τῆς Μελλούσης Ζωῆς!
Καὶ καταβάλλεται συστηματικῶς, ἰδιαζόντως στὶς ἡμέρες μας, ἡ προσπάθεια, νὰ ἀποσιωπῶνται καθοριστικοὶ διὰ τὴν Σωτηρίαν μας ἔννοιαι, ὅπως π.χ. «ἁμαρτία», «ἐνοχή», «κρίσις», «τιμωρία», «κόλασις», «μετάνοια», «συγχώρησις», «ἐπιστροφὴ εἰς τὸν Θεόν», «παράδεισος», «αἰωνιότης», «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ!»
Τώρα ἐπῆλθεν πλέον ὁ καιρός, ὅπου γίνεται συστηματικὴ προσπάθεια (προπαγάνδα) ἀπὸ τοὺς «κρατοῦντας», ὥστε νὰ ἀποσιωπῶνται ἢ νὰ ἀμνηστεύωνται ἢ νὰ δικαιολογοῦνται αἱ ἁμαρτίαι, ἀκόμη καὶ αἱ θανάσιμοι! Ἀλλ’ ὅμως ὅλα αὐτὰ οὐδόλως δύνανται νὰ ἐξαφανιστοῦν! Ἀπωθοῦνται προσωρινῶς εἰς τὸ ὑποσυνείδητο τοῦ ἀνθρώπου καὶ θὰ ἔλθει δυστυχῶς, ἀργὰ ἢ γρήγορα, ἡ ἡμέρα καὶ ἡ ὥρα, ποὺ θὰ ἀναδυθοῦν δριμύτερα, φοβερότερα, ἀπειλητικότερα!
Αἱ ἁμαρτία ἔπαυσαν πλέον νὰ θεωροῦνται αὐτό, ποὺ πραγματικὰ εἶναι: Δηλαδὴ χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Δημιουργό μας καὶ ἄρα θάνατος!
Αἱ ἁμαρτίαι δὲν κατονομάζονται πλέον μὲ τὸ ἀληθινό τους ὄνομα!
Καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν Κορυφαίαν Ἁμαρτίαν!
Διότι:
Κορυφαία Ἁμαρτία εἶναι ἡ μὴ παραδοχὴ τῆς ἁμαρτίας, ὡς ἁμαρτίας.
Κατ’ ἐπέκτασιν μάλιστα, καὶ ἐξ ἀντιθέτου, χλευάζεται ἡ σωτήριος Ἀρετή!
Ὁ Χριστός μας δὲν «προκαταδικάζει» κανέναν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἀναμένει τὴν Μετάνοια καὶ τὴν Ἐπιστροφὴ τοῦ καθενός μας στὸ Ἅγιό Του Θέλημα!
Ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μᾶς ἠγάπησε μέχρι τοῦ ἐπονειδίστου Σταυρικοῦ του Θανάτου, μᾶς δίνει τὰ άναγκαῖα πνευματικὰ ἐφόδια γιὰ νὰ μετανοοῦμε καὶ νὰ σωζώμεθα, ὅσοι πιστεύουμεν εἰς Αὐτὸν καὶ ὅσοι ἐπιλέγουμε νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε καὶ νὰ ἀνήκουμε στὴν ἁγίαν του Ἐκκλησία!
Δὲν στηλιτεύεται ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ὀμολογεῖ καὶ ἐξομολογεῖται ταπεινὰ τὸ πάθος, ποὺ τὸν πολεμᾶ, καὶ ἀγωνίζεται νὰ τὸ διορθώσει μὲ τὴν Χάρι τοῦ Κυρίου!
Ἐν τὴ Ἐκκλησία:
Δὲν καταδικάζεται ὁ πάσχων ἄνθρωπος ἀλλὰ καταδικάζεται αὐτὸ τοῦτο τὸ πάθος τὸ ὁποῖο καταστρέφει τὸν ἄνθρωπο!
Τὸ κάθε ἔκφυλο πάθος δηλητηριάζει θανάσιμα ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος τὸ ἀποδέχεται, τὸ καλλιεργεῖ καὶ ἐπιδιώκει ἑκουσίως νὰ τὸ διαπράττει, καὶ δὴ ἀμετανοήτως καὶ ἐλαφρὰ τὴ καρδιά, μέσα στὴν ζωή του.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Πνευματικὸ Νοσοκομεῖο», ὀποῦ δυνάμεθα νὰ προστρέξουμε ἐν Μετάνοια, ὅλοι ὅσοι πιστεύουμε σ’ Αὐτήν, γιὰ νὰ θεραπευτοῦμε ἀπὸ τὸ «πάθος» ἢ τὰ «πάθη» μας. Νὰ ἀποτινάξωμεν τὸν ζυγὸν τῆς δουλείας καὶ νὰ ἀπολαύσωμεν τελικῶς τὴν ἐν Χριστῶ Ἐλευθερία!
Λέγει ἡ Γραφή «ἐὰν οὖν ὁ υἱὸς ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ, ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε» (Ἰωάν. η΄, 36).
Καὶ πάλιν ἄλλου ἡ Γραφὴ λέγει: «Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε. (Γαλ. ε΄, 1).
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρέχει τὰ πνευματικὰ φάρμακα, ὥστε νὰ λάβωμε τὴν θεραπεία, ὅλοι ὅσοι πάσχουμε, καὶ θὰ θελήσουμε ἀληθινὰ νὰ ἀγωνισθοῦμε ταπεινά, γιὰ νὰ θεραπευθοῦμε ἀπὸ τὰ «πάθη μᾶς».
Ἡ Ἐκκλησία παρέχει τὰ θεραπευτικὰ μέσα (τὰ Ἁγία Μυστήρια Της, μαζὶ μὲ ὅλα τὰ ἄλλα σωτήρια πνευματικά Της ὄπλα), σὲ ἐκεῖνον ποὺ θέλει πραγματικὰ νὰ πολεμήσει ἐν Κυρίω καὶ νὰ ἐπιτύχει τὴν Αἰώνια Ζωή! Αὐτὴν τὴν Ζωήν, ποὺ χαρίζει ὁ Κύριος σὲ ὅσους τὸν Πιστεύουν καὶ ἀγωνίζονται στὴν τήρηση τῶν Ἐντολῶν Του!
Ὁ Χριστὸς δὲν ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ καταδικάσει τὸν κόσμο!
Ὁ Χριστὸς ἐνηνθρώπησε γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει καὶ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο Του!
Ὅσους ὅμως τὸ θελήσουν!
Ἡ Ἐκκλησία καταδικάζει τὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, διότι ἡ ἁμαρτία μολύνει, συντρίβει καὶ τελικῶς καταστρέφει τὸν ἄνθρωπον, ψυχὴ τὲ καὶ σώματι.
Ἡ ἁμαρτία καταστρέφει ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπον, ποὺ ἐνσυνείδητα καὶ ἀμετανόητα τὴν διαπράττει καί, ἀκόμη χειρότερον, τὴν προπαγανδίζει, παρασύροντας δυστυχῶς καὶ ἄλλους στὸν πνευματικὸ γκρεμό!
Ἡ Ἐκκλησία ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο σωτήρια καὶ ἀληθινὰ -καὶ βοηθᾶ τὸν κάθε πιστὸ χριστιανό, ὥστε νὰ ἀπαλλαγεῖ (ἐὰν αὐτὸς τὸ θέλησει καὶ ἀγωνίσθει πρὸς τοῦτο), ἀπὸ τὰ «πάθη» του καὶ νὰ λάβει τὴν θεραπεία καὶ τελικῶς νὰ ἀξιωθεῖ τὸ στεφάνι ἑνός, συχνάκις μαρτυρικοῦ μέν, ἀλλ’ ὁπωσδήποτε ἅγιου ἐν Χριστῶ ἀγῶνος!
Ἐὰν κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι πάσχει ἀπὸ ἕνα «πάθος», (π.χ. τὸ πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας), ἀλλὰ ἀγωνίζεται μὲ Πίστι καὶ ἀνδρείαν, εἰσερχόμενος μέσα στὴν «Κιβωτὸ τῆς Ἐκκλησίας», γιὰ νὰ ὑπερβεῖ αὐτό του τὸ πάθος καὶ τελικῶς κατορθώνει νὰ τὸ ὑπερνικήσει καὶ νὰ μὴν διαπράττει πλέον τὴν ἁμαρτία, τότε αὐτὸς ὄχι μόνον δύναται νὰ ἐλευθερωθεῖ, μὲ τὴν Χάριν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ μπορεῖ ἀκόμη νὰ ἀναδειχθεῖ σὲ ἅγιο, ἕνεκα τοῦ πνευματικοῦ του ἀγώνα, ποὺ ἀποτελεῖ συνέπεια τῆς Πίστεως καὶ τῆς Ἀγάπης του πρὸς τὸν Χριστό!
Ὁ ἀγωνιζόμενος ἐν Κυρίω, ἀμείβεται ἀπὸ τὸν Χριστὸν γιὰ τὸν ἀνένδοτο καὶ πνευματικὸ ἀγώνα ποὺ διεξάγει, χρησιμοποιώντας τὰ ἅγια ὄπλα, ποὺ τοῦ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία, δηλαδὴ τὰ ἱερὰ Μυστήριά Της, ὥστε νὰ παύσει ἐπιτέλους νὰ διαπράττει τὴν ἁμαρτία ἕως τέλους!
Καὶ τὸ τέλος εἶναι ἡ Σωτηρία καὶ ἡ Αἰώνιος ζωή!