Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ
Ὁ Μελέτιος (Καλαμαρᾶς) (Ἀλαγονία Μεσσηνίας, 28 Σεπτεμβρίου 1933-Φλάμπουρα Πρεβέζης, 21 Ἰουνίου 2012) ἦταν Μητροπολίτης Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης (ἐπισκοπῆς τῶν «Νέων χωρῶν» τῆς Ἑλλάδος) γιὰ 32 χρόνια, ἀπὸ τὶς 28 Μαρτίου 1980 μέχρι τὶς 21 Ἰουνίου 2012.
Ὁ Μητροπολίτης Μελέτιος γεννήθηκε στὴν Ἀλαγονία τῆς Μεσσηνίας στὶς 28 Σεπτεμβρίου 1933. Ἦταν πτυχιοῦχος Θεολογίας καὶ πτυχιοῦχος Φιλολογίας-Φιλοσοφίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καὶ κατεῖχε ἄριστα —πέραν τῆς Ἑλληνικῆς καὶ Λατινικῆς— πολλὲς ἄλλες σύγχρονες ξένες γλῶσσες.
Ἐκάρη μοναχὸς σὲ ἡλικία 21 ἐτῶν καὶ χειροτονήθηκε διάκονος ἀμέσως μετά, στὶς 28 Δεκεμβρίου 1954, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Α΄. Ὁ ἴδιος ἐπίσκοπος τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο στὶς 20 Αὐγούστου 1959. Ὑπῆρξε ἐκλεκτὸ πνευματικὸ τέκνο —μαζὶ μὲ τὸν ἀοίδιμο ἀρχιμανδρίτη Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο— τοῦ λογιωτάτου καὶ ὁσίας βιοτῆς Γέροντος, ἀρχιμανδρίτου Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου.
Διετέλεσε Ἱεροκήρυκας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσσηνίας ἀπὸ τὸ 1957 μέχρι τὸ 1967 καὶ Γραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐπὶ τῶν Διορθοδόξων καὶ Διεκκλησιαστικῶν Σχέσεων ἀπὸ τὸ 1968 μέχρι τὸ 1980.
Ἐξελέγη Μητροπολίτης Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης τὴν 26η Φεβρουαρίου 1980, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος τὴν 1 Μαρτίου 1980 καὶ ἐνθρονίστηκε στὴ μητρόπολή του τὴν 28η Μαρτίου τοῦ ἴδιου ἔτους. Εἶχε σαφῆ προσανατολισμὸ τῆς ποιμαντικῆς του εὐθύνης καὶ πίστευε ἀκράδαντα ὅτι ἡ ἱερωσύνη καὶ ἰδιαίτερα ἡ ἀρχιερωσύνη ἔχουν ὡς κύριο ἔργο τὴ διδασκαλία τῆς πίστεως. Ἔτσι, πάντα δίδασκε τὸ Εὐαγγέλιο μὲ ἁπλὸ τρόπο, ἔγραψε ἀρκετὰ βιβλία-διδαχὲς καὶ μετέφερε στὴ νεοελληνικὴ τὰ κείμενα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ νὰ γίνουν εὐκολότερα κατανοητὰ ἀπὸ τοὺς χριστιανούς.
Ἦταν συγγραφέας πολλῶν βιβλίων. Βραβεύθηκε ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν γιὰ τὴ μελέτη του «Ἡ Ε΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος». Ἡ μελέτη αὐτὴ ἀποτελεῖ μεγάλη συμβολὴ στὴν ἑλληνόγλωσση θεολογικὴ ἐπιστήμη, καθὼς μὲ τὴ μετάφραση τῶν λατινικῶν πρακτικῶν τῆς Ε´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, κατέστη δυνατὴ ἡ κατανόηση τῶν πεπραγμένων καὶ τῶν προσπαθειῶν γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ποὺ κατέβαλαν ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανὸς καὶ οἱ πατέρες τῆς Συνόδου.
Ἀπεβίωσε στὸ Μοναστήρι τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, στὰ Φλάμπουρα Πρεβέζης, κατόπιν πολύμηνης ἀσθένειας, τὰ ξημερώματα τῆς 21ης Ἰουνίου 2012, σὲ ἡλικία 79 ἐτῶν. Ἡ σορός του τέθηκε σὲ προσκύνημα στὸν ἱερὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης στὴν Πρέβεζα. Κλῆρος καὶ λαὸς ἀποχαιρέτησαν τὸν γιὰ 32 χρόνια ποιμενάρχη τους στὸν ἴδιο ναὸ τὸ Σάββατο 23 Ἰουνίου 2012, ὅπου ἐψάλη ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία προεξάρχοντος τοῦ μακαριωτάτου ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἱερωνύμου καὶ παρουσία 18 μητροπολιτῶν καὶ 4 ἐπισκόπων. Ἐτάφη στὸν αὔλειο χῶρο τοῦ ἴδιου ναοῦ.
Οἱ στόχοι ποὺ ἔθεσε ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα ποὺ ἔφτασε στὴν Πρέβεζα ἦταν:
- Νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ πνευματικὴ ἀκεραιότητα καὶ αὐθεντικότητα τοῦ κλήρου,
- Νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία ἀπὸ πνευματική, παραδοσιακὴ ἀλλὰ καὶ αἰσθητικὴ ἄποψη,
- Νὰ συγκροτηθοῦν οἱ πιστοὶ σὲ μέλη τοῦ Ἑνὸς Σώματος τοῦ Χριστοῦ,
- Νὰ διαπαιδαγωγηθεῖ ἐκ νέου ὁ λαός,
- Νὰ καθιερωθεῖ ὑπόδειγμα μοναστικῆς ζωῆς.
Διέπρεψε μεταξὺ ἄλλων καῖ ὡς πνευματικὸς πατέρας ἑκατοντάδων πιστῶν. Ἐκλεκτὰ πνευματικά του τέκνα τὸν ἀκολούθησαν μὲ τὴ χειροτονία του σὲ ἐπίσκοπο στὴν Πρέβεζα, τοὺς ὁποίους χειροτόνησε κληρικούς, ἐγγάμους καὶ ἀγάμους, γιὰ τὴ στελέχωση τῆς στερούμενης τότε κληρικῶν Μητροπόλεως Νικοπόλεως. Περαιτέρω, ἵδρυσε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Προφήτου Ἠλιοῦ στὰ Φλάμπουρα, ὅπου ἐγκαταστάθηκαν οἱ πλεῖστοι τῶν ἀγάμων κληρικῶν καὶ μοναχῶν ποὺ χειροτόνησε καὶ χειροθέτησε, καὶ ἀναβίωσε τὴ Μονὴ Ἁγίου Δημητρίου Ζαλόγγου, ὅπου ἐγκαταστάθηκαν πνευματικές του θυγατέρες, ποὺ χειροθέτησε μοναχές.
Ὅλα τὰ χρόνια τῆς διακονίας του στὴ μητρόπολη Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης «συνέπασχε τοῖς ἁμαρτάνουσι» καὶ τοὺς ἁλίευε μὲ τὸν Σταυρό, στὸν ὁποῖο ἔβλεπαν ὅτι ἦταν καρφωμένος. Δὲν πρότεινε ἁπλῶς τὸν Σταυρό. Τὸν ἔδειχνε μὲ τὴ δική του σταύρωση. Ἴσχυσε, ἔτσι, γιὰ τὸν π. Μελέτιο τὸ κοντάκιον τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ Μελωδοῦ: «Πέτρε φιλεῖς με; Ποίει ἅ λέγω, ποίμανέ μου τὴν ποίμνην καὶ φίλει οὕς φιλῶ, συμπάσχων τοῖς ἁμαρτάνουσιν ὅρα μου τὴν πρὸς σὲ εὐσπλαγχνίαν καὶ τῷ σταὺρῷ ἁλιεύειν, διδάχθητι».
Μὲ τὴ συμπλήρωση σαράντα ἐτῶν ἀπὸ τὴν εἴσοδό του στὴν ἱερωσύνη, λειτούργησε ἀφανῶς καὶ ἀθορύβως στὸ Μοναστήρι τοῦ Προφήτη Ἠλία στὰ Φλάμπουρα Πρέβεζας. Στὸ τέλος τῆς λειτουργίας, τὸ μόνο ποὺ εἶπε στὰ πνευματικά του παιδιὰ ἦταν: «Ἐκεῖνο ποὺ ἔχω νὰ σᾶς εἰπῶ, μετὰ ἀπὸ σαράντα χρόνια ἱερωσύνης, εἶναι πόση ἀξία ἔχει τὸ νὰ εἶναι προτεραιότητα στὴ ζωή μας ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν. Στὸν Χριστὸ νὰ στρεφόμαστε συνεχῶς καὶ ἀδιαλείπτως. Αὐτὸν νὰ ἐμπιστευόμαστε καὶ σ’ Αὐτὸν νὰ ἐλπίζουμε».
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου εἴη ἡ μνήμη αἰωνία.