Η τιμή του Αγίου Νικήτα στην Κύπρο
Του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου
Φαίνεται ότι η μεταφορά των λειψάνων του αγίου Νικήτα στη Μοψουεστία της Κιλικίας και η ανέγερσις εκεί του ως άνω μεγάλου καθεδρικού ναού προς τιμή του, επηρέασαν και τη νήσο των Αγίων, την Κύπρο. Οι επαφές της Κύπρου με τα μικρασιατικά παράλια, και ειδικώτερα με την Παμφυλία και την Κιλικία, υπήρξαν πυκνές από την αρχαιότητα και συνεχίζονται διαχρονικά μέχρι τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 ( λ.χ. έχομε Σόλους στην Κιλικία – Σόλους στην Κύπρο: δύο αρχαίες πόλεις – βασίλεια με το ίδιο όνομα). Περαιτέρω, δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι μεγάλα προσκυνήματα της νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας τα συναντάμε και στην Κύπρο. Για παράδειγμα, η αγία Θέκλα της Σελεύκειας της Κιλικίας τιμάται ιδιαίτερα και στην Κύπρο.
Και για να πάμε πιο πίσω, οι Απόστολοι Βαρνάβας και Μάρκος έρχονται από τη Σελεύκεια της Κιλικίας στον Κορμακίτη και από εκεί αρχίζουν τη Β’ Αποστολική Περιοδεία στην Κύπρο. Ο άγιος Αρτέμων, τον 3ο αιώνα, από το Ανεμούρι έρχεται στον Κορμακίτη και με προσευχή του αναβλύζει αργότερα πηγή αγιάσματος-βαπτιστήριο στην Αυλώνα της Θεομόρφου.
Στην Αττάλεια της Παμφυλίας εδρεύει ο ναύσταθμος του βυζαντινού ναυτικού στόλου και προστατεύει την Κύπρο στα δύσκολα χρόνια των αραβικών επιδρομών. Από τα μέρη της Αλεξανδρέττας, από το όρος Αμανός, έρχονται κατά τη βυζαντινή περίοδο άγιοι ασκητές (που εντάσσονται στην ομάδα των λεγομένων Αλαμανών οσίων), και τελειώνονται ασκητικά στο νησί μας, τυγχάνοντας ιδιαίτερης ευλάβειας από τους πιστούς Κυπρίους μέχρι σήμερα. Τον 14ο αιώνα, συγκεκριμένα στις 6 Μαΐου 1370, ο επίσκοπος Πομπηϊουπόλεως (Σόλων) της Κιλικίας μαζί με Κύπριους επισκόπους χειροτονεί στην Πεντάγεια της Μόρφου τον επίσκοπο Αρσινόης και Πάφου Γρηγόριο. Όλα τα προαναφερθέντα μαρτυρούν τις διαχρονικές στενές σχέσεις Κύπρου και νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας. Αυτοί ήταν για αιώνες οι Ρωμηοί γείτονές μας.
Για την πλούσια χάρη των θαυμάτων, που έλαβε παρά Θεού ο άγιος Νικήτας, η τιμή του εξαπλώθηκε με τα χρόνια σε πολλά μέρη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Μεταξύ άλλων, η τιμή του Αγίου, ακολουθώντας τις πιο πάνω έντονες σχέσεις Κύπρου-Μικρασίας, έφθασε και στο νησί μας. Αλλά, στο νησί μας έρχονται και λείψανα του αγίου, ασφαλώς προερχόμενα από τον περικλεή ναό του στη Μοψουεστία. Γιά το πότε ακριβώς έρχονται, δεν υπάρχουν σαφείς μαρτυρίες. Όπως όμως μαρτυρημένα συνέβηκε και σε άλλες περιπτώσεις μαζικής μετακίνησης πληθυσμών από τη Μικρά Ασία και Συρία στην Κύπρο, λόγω των εκεί κατακτήσεων από τους Άραβες και Οθωμανούς (Σελτζούκους), οπόταν οι πρόσφυγες μετέφεραν μαζί τους την τιμή, αλλά και τα λείψανα των αγίων της ιδιαίτερης πατρίδας τους (λ.χ. οι Αντιοχείς μετέφεραν τα λείψανα των αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης στο Μένικο, κ.λπ.), είναι πολύ πιθανόν ότι πρόσφυγες από την Μοψουεστία (ίσως στα τέλη του 11ου αι.) μεταφέρουν τα λείψανα και την τιμή του αγίου Νικήτα στην Κύπρο, στον τόπο, που οι ευλογημένοι και ευσεβείς αυτοί χριστιανοί έκτισαν το ομώνυμο χωριό της Μόρφου και οικοδόμησαν τον ναό στο όνομα του. Η τιμία κάρα του αγίου Νικήτα, καθώς και τεμάχια λειψάνων του, σήμερα είναι αποθησαυρισμένα στην περικλεή Μονή της Παναγίας του Κύκκου. Στον Κύκκο μεταφέρονται από το χωριό του Νικήτα, με προφανώς ενδιάμεσο σταθμό το μεγάλο Μετόχι της Μονής Κύκκου στη γειτονική στο χωριό Νικήτας Πεντάγεια.
Χρονολογική ένδειξη για την πρωιμότητα τιμής του αγίου Νικήτα στο ομώνυμο χωριό αποτελούν μαρτυρίες παπικών εγγράφων των ετών 1321 και 1322, που αναφέρονται σε εκεί «αγροτικό ναό» του αγίου Νικήτα, που τότε ήταν υπό κατάρρευση, άρα ήταν ήδη αρκετά παλαιός! Συγκεκριμένα, της εκκλησίας αυτής, που υπαγόταν τότε στην περίφημη Μονή του Αγίου Γεωργίου Μαγγάνων στη Λευκωσία, ζήτησε από τον πάπα Ιωάννη ΧΧΙΙ, να του παραχωρηθούν τα έσοδα ο διάκονος της επισκοπής Σολέας Βρυώνης Λεμπίτης, κατά παρακίνηση του θείου του, επισκόπου Σολέας Λέοντος. Ακόμη, στη μητροπολιτική μας περιφέρεια, και συγκεκριμένα στο χωριό του Μουτουλλά, σώζεται η αρχαιότερη φορητή του εικόνα στην Κύπρο, έργο του 13ου αιώνα. Από τα στοιχεία αυτά, μπορούμε να υπολογίσουμε, ότι ο εν λόγω ναός του Αγίου Νικήτα θα ήταν κτίσμα της υστεροβυζαντινής τουλάχιστον για την Κύπρο περιόδου (11ου/12ου αι.).
Πράγματι, στο κατεχόμενο χωριό Νικήτας Μόρφου υπήρχε παλαιός ναός μικρού μεγέθους, άγνωστο εάν ο πιο πάνω ή άλλος, που οικοδομήθηκε μεταγενέστερα στη θέση του, που κατεδαφίστηκε στα πρώτα χρόνια του 20ουαιώνα, για να κτιστεί περί το 1908 ο σημερινός ναός με πωρόλιθο, βόρεια του παλαιού ναού. Το 1932 χτίστηκε το καμπαναριό του νέου ναού, όπως το βλέπει κανείς σήμερα, το οποίο μαζί με το σκαλιστό εικονοστάσι έγιναν με δωρεά του Ιερωνύμου Αγιοταφίτη. Ο ναός εγκαινιάστηκε από τον Μητροπολίτη Κηρυνείας Κυπριανό, περί το 1950. Όταν χτίστηκε ο καινούργιος ναός, έφτιαξαν και καινούργια εικόνα. Στον ναό υπήρχε όμως ήδη παλαιά εικόνα του αγίου, ασημοστόλιστη. Ο άγιος στην παλαιά του αυτή εικόνα απεικονιζόταν έφιππος σε μαύρο άλογο. Οι κάτοικοι του Νικήτα θυμούνται «τον μαύρο του αγίου», εννοώντας τον μαύρο ίππο του αγίου. Έλεγαν, «να σου δειχτεί ο Μαυρομούτσουνος», και εννοούσαν τον άγιο. Μαύρος είναι και ο ίππος του Διγενή Ακρίτα στα ακριτικά άσματα, με υπερφυσικές ικανότητες.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί ένα γεγονός, το οποίο μαρτυρεί την έντονη παρουσία του αγίου στο χωριό. Κάποια χρονιά, στην πανήγυρη του αγίου στον Νικήτα Μόρφου, τοποθέτησαν την καινούργια εικόνα του αγίου για να προσκυνά ο κόσμος. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του επιτρόπου της εκκλησίας Χατζηγιάννη, ο ίδιος οραματίστηκε τον άγιο, που του είπε τα εξής: «Θέλω την εικόνα την παλιά, εκείνη με το μαύρο άλογο, όχι την καινούργια»!
Το 1997 ο κύριος Γεώργιος Καϊσής, σε χωράφι που εξασφάλισε από την Κυπριακή Δημοκρατία στα όρια του συνοικισμού Λατσιών-Γερίου, οικοδόμησε παρεκκλήσιο του Μεγαλομάρτυρος Νικήτα εις ανάμνηση της κατεχόμενης κοινότητας Νικήτα Μόρφου. Ο ναός εγκαινιάστηκε στις 15 Σεπτέμβριου του 2001 από τον Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεόφυτο, μετά από ευλογία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου του Α΄.
Η 15η Σεπτεμβρίου, ημέρα μνήμης και πανηγύρεως του αγίου Νικήτα, συνάζει κάθε χρόνο στο παρεκκκλήσιο αυτό, όπου η ταπεινότης μας χοροστατεί και ιερουργεί, τους πρόσφυγες του Νικήτα και πολλούς από άλλες κατεχόμενες κοινότητες της Κύπρου, ανανεώνοντας την ελπίδα της επιστροφής και ελευθερίας της νήσου μας.