Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ
«Τέξεται δὲ υἱὸν (ἡ Μαριάμ), καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ»
Στὴ θαυμάσια σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, γίνεται ἀναφορὰ στοὺς κατὰ σάρκα προγόνους-προπάτορες τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ Ἀβραὰμ μέχρι Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, καὶ ἐξιστοροῦνται μὲ λιτότητα, πλὴν μὲ μεγάλη σαφήνεια, τὰ γεγονότα ἀπὸ τὴ σύλληψη τοῦ Χριστοῦ μας ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου, μέχρι καὶ τὴ γέννησή του.
Ἡ ἐπιλογὴ τῆς περικοπῆς αὐτῆς γιὰ τὴ σημερινὴ Κυριακή, ποὺ εἶναι καὶ λέγεται Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως, ἀσφαλῶς δὲν εἶναι τυχαία. Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὶς Μεγάλες Δεσποτικὲς Ἑορτές, ἀλλά, καὶ μετὰ τὸν ἑορτασμό τους, νὰ μὴ τὶς λησμονοῦμε, νὰ μὴ λησμονοῦμε τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς δόθηκαν μὲ τὰ ἑορταζόμενα γεγονότα τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μας, θέσπισαν νὰ ἔχουμε Κυριακὴ πρὸ καὶ μετὰ τὶς ἑορτὲς αὐτές, καθὼς καὶ προεόρτια καὶ μεθέορτα, μέχρι τὴ λεγόμενη ἀπόδοση τῆς ἑορτῆς, ὁπόταν καὶ κλείνει ὁ σχετικὸς ἑορταστικὸς κύκλος. Καὶ κατ᾿ αὐτὲς τὶς περιόδους, τὶς Κυριακές, καθόρισε ἡ Ἐκκλησία νὰ διαβάζονται στὸν ναὸ οἱ κατάλληλες Ἀποστολικὲς καὶ Εὐαγγελικὲς περικοπές, ποὺ μᾶς βοηθοῦν νὰ μποῦμε στὸ πνεῦμα, νὰ κατανοήσουμε, ὅσο γίνεται, τὰ κοσμοσωτήρια γεγονότα ποὺ ἑορτάζουμε. Καὶ ἐπειδὴ μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, πρῶτα ὁ Θεός, θὰ ἑορτάσουμε τὰ Χριστούγεννα, διαβάσαμε τὴν περικοπὴ αὐτή, ποὺ μᾶς εἰσάγει στὸ πνεῦμα τοῦ μεγίστου τούτου γεγονότος τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ποὺ μόλις τώρα ἀκούσαμε, ἀποτελεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Καί, ἂν ρωτοῦσε κάποιος, πῶς θὰ μπορούσαμε νὰ χαρακτηρίσουμε, νὰ συνοψίσουμε τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ἡ ἀπάντηση εἶναι: «Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ». Σ᾿ αὐτὸ ἐξιστοροῦνται πράγματι ὅσα ἀφοροῦν στὴ γέννηση, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπὶ γῆς ζωὴ τοῦ Κυρίου, μέχρι τὰ ἅγια πάθη καὶ τὴν ἀνάστασή του. Ἡ σημερινὴ περικοπὴ μᾶς παραθέτει χρονολογικά, ὅπως εἴπαμε, τοὺς κατὰ σάρκα προγόνους τοῦ Χριστοῦ. Ἐνῶ ὅμως ὁ ἀπόστολος Λουκᾶς στὴν ἀντίστοιχη περικοπὴ στὸ Εὐαγγέλιό του τοὺς καταγράφει ἀπὸ τὸ τέλος πρὸς τὴν ἀρχή, πρὸς τὰ πίσω δηλ., ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ καταλήγοντας στὸν Ἀδάμ, ὁ Ματθαῖος τοὺς ἀναφέρει ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, ποὺ ἦταν ὁ σπουδαιότερος σταθμός, ὁ γενάρχης τῶν Ἑβραίων, καὶ καταλήγει στὸ τέλος, στὸν Μνήστορα Ἰωσήφ. Γιατί ὅμως γενεαλογεῖ τὸν Ἰωσήφ, ποὺ ἦταν μόνον ὁ Μνήστωρ τῆς Θεοτόκου κι ὄχι πατέρας τοῦ Κυρίου, καὶ δὲν γενεαλογεῖται ἡ Θεοτόκος; Γιὰ δύο λόγους. Πρῶτον, ἡ Ἁγία Γραφὴ πάντοτε γενεαλογεῖ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ γένος τοῦ πατέρα καί, δεύτερο, διότι καὶ ἡ Παρθένος Μαρία καταγόταν ἀπὸ τὸ ἴδιο ἀκριβῶς γένος, τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ τοῦ προφητάνακτα Δαβίδ, ἀπ᾽ ὅπου καταγόταν καὶ ὁ Ἰωσήφ. Στὸ γενεαλογικὸ τοῦτο δένδρο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως σήμερα θὰ λέγαμε, δὲν καταγράφονται ἀσφαλῶς ὅλοι οἱ πρόγονοι τοῦ Χριστοῦ μας, παρὰ μόνο οἱ σπουδαιότεροι καὶ γνωστότεροι ἀπ᾿ αὐτούς, σὲ τρόπο, ὥστε νὰ σχηματισθοῦν τρεῖς δεκατετράδες γενεῶν, μὲ στόχο νὰ προβληθεῖ ἡ ἱερότητα τῶν ἀριθμῶν 3 καὶ 7 (τὸ 14 εἶναι δύο φορὲς τὸ 7). Τὸ σημαντικότερο ἐν προκειμένῳ, ποὺ τονίζεται μὲ τὴν ἀπαρίθμηση ὅλων αὐτῶν τῶν ὀνομάτων τῶν προγόνων τοῦ Κυρίου, εἶναι ἡ ἱστορικότητα τοῦ προσώπου Του, τὸ ἀδιαμφισβήτητο ἱστορικὸ γεγονὸς τῆς ἐνανθρώπησής Του, κι ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ προσδοκώμενος Μεσσίας Χριστός.
Στὴ συνέχεια, ἐκτίθενται γεγονότα, ποὺ προηγήθηκαν τῆς γέννησης τοῦ Κυρίου. Ἄγγελος ἐμφανίζεται στὸν Ἰωσὴφ καὶ τοῦ διαλύει τὶς πειρασμικὲς ἀμφιβολίες, ποὺ τὸν βασάνιζαν. Διασαφηνίζει ὅτι τὸ ὑπερφυσικὸ γεγονὸς τῆς συλλήψεως τοῦ κυοφορουμένου ἀπὸ τὴ μνηστή του παιδιοῦ εἶναι ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματος ἐστὶν Ἁγίου». Καί, τέλος, ἀναγγέλλει τὸ ὄνομα, ποὺ ἔπρεπε νὰ δοθεῖ στὸ Θεῖο Βρέφος: «τέξεται δὲ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν».
Ἰησοῦς, λοιπόν, ὀνομάσθηκε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐνανθρώπησε γιὰ μᾶς, γιὰ τὴ σωτηρία μας! Ἰησοῦς, τὸ γλυκύτερο, τὸ ὡραιότερο, τὸ πιὸ ἀγαπημένο ὄνομα! Στὸ διάβα τῶν αἰώνων, ἀναρίθμητες εἶναι οἱ ψυχές, ποὺ τοῦτο τὸ ὄνομα χαροποίησε, παρηγόρησε, ἐνίσχυσε, ἁγίασε! Ἰησοῦς: Τὸ ἁγιώτερο πρόσωπο τῆς ἱστορίας, ἡ μεγαλύτερη μορφὴ ὅλων τῶν αἰώνων. Ἡ γέννησή του ὁρόσημο, ἀφοῦ χώρησε στὰ δύο τὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Τὸ Ἰησοῦς, λοιπόν, ὄνομα θεόσδοτο. Ὄνομα προσκυνητὸ καὶ λατρευτό: «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψει ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων», ὅπως λέει ὁ ἀπ. Παῦλος. Στὸ ὄνομα τοῦτο, ποὺ εἶναι φῶς καὶ ἐλπίδα καὶ ζωή, ἀποθέτει ἡ πανανθρώπινη ἀγωνία τὶς ἐλπίδες της, ὅπως θεόπνευστα προφήτευσε ὁ Ἡσαΐας: «τῷ ὀνόματι αὐτοῦ, ἔθνη ἐλπιοῦσι».
Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς εἶναι ἑβραϊκό, καὶ σημαίνει σωτήρ. Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἐκφράζει τὸ ἔργο, τὴν ἀποστολή, ποὺ ἦλθε νὰ ἐπιτελέσει, τὸν σκοπὸ τῆς ἐνανθρώπησής Του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ ἄγγελος, ἀναγγέλλοντας τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ποὺ ἔπρεπε νὰ δοθεῖ στὸ θεῖο Βρέφος, ἐπεξήγησε ταυτόχρονα καὶ τὸν λόγο: «αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». Ὁ Ἰησοῦς λοιπὸν εἶναι ὁ Σωτήρας, ὁ μόνος Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου. Ἦταν τὸ ὅραμα τῶν πατριαρχῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν, ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας. Ἦλθε νὰ καταργήσει τὴν κυριαρχία τοῦ διαβόλου, νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, νὰ θεραπεύσει τὴν πρώην ἄρρωστη ἀνθρώπινη φύση, νὰ τὴν ἁγιάσει καὶ θεώσει.
Ἑτοιμαζόμαστε κι ἐμεῖς, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, νὰ ἑορτάσουμε κι ἐφέτος τὰ Χριστούγεννα. Μὰ Χριστούγεννα, τί εἶναι πράγματι; Οἱ φωταψίες καὶ οἱ στολισμένες βιτρίνες; Ἤ, μήπως, τὰ ἀστροστόλιστα δένδρα, ὁ θόρυβος τῆς ἀγορᾶς, ἡ ἀνταλλαγὴ δώρων καὶ τὰ πλούσια τραπέζια; Ὄχι, ἀγαπητοί μου. Εἶναι κάτι πολὺ μεγάλο καὶ βαθύ! Εἶναι ὁ ἑορτασμὸς μὲ καθαρὴ καρδιά, μὲ τὴ νηστεία ποὺ προηγήθηκε, τὴν Ἐξομολόγηση, τὴν προσευχή, τὸν πνευματικὸ ἀγώνα, τοῦ συγκλονιστικοῦ καὶ μέγιστου γεγονότος τῆς ἔλευσης τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ, τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ ἀγάπη καὶ μόνο στὸ πλάσμα Του, γιὰ τὴ σωτηρία του. Καί, τί κρίμα! Οἱ πλεῖστοι ἄνθρωποι νὰ ἑορτάζουν Χριστούγεννα χωρὶς Χριστό! Νὰ πανηγυρίζουν -συχνότατα μέσ᾽ τὴν ἁμαρτία- τὰ Χριστούγεννα σὰν ἕνα κοινωνικὸ καὶ μόνο γεγονός, καὶ ὁ Ἰησοῦς νὰ εἶναι ὁ μεγάλος ἀπὼν ἀπὸ τὴν ἑορτή!
Ἀγαπητοί μου, εἶναι ἀνάγκη νὰ ξαναβροῦμε τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς ἑορτῆς. Καὶ γιὰ τοῦτο χρειάζεται νὰ ἀναζητήσουμε μὲ πόθο καὶ νὰ βροῦμε τὸν Ἰησοῦν. Τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ νὰ εἶναι τὸ ἐντρύφημα τῆς γλώσσας μας «ἐν παντὶ καιρῷ καὶ τόπῳ»· ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Του νὰ εἶναι ἡ ἀναψυχή μας. Μὲ τὴ μετάνοια, τὴν Ἐξομολόγηση, τὴ διόρθωση τῆς ζωῆς μας, τὴν ἐνσυνείδητη μετοχὴ στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ ἁγιώτατο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ πρέπει νὰ κατοικήσει στὴν καρδιά μας, νὰ γίνει ὅ,τι πιὸ ἱερὸ καὶ μεγάλο γι᾿ αὐτήν. Κι ἔτσι ὁ Ἰησοῦς θὰ γίνει τὸ μέτρο τῶν πράξεών μας, ὁ καθοδηγητὴς σ᾿ ὅλη τὴ ζωή μας. Ὁ προσωπικός μας λυτρωτὴς καὶ σωτήρας. Τότε, θὰ γεννηθεῖ πραγματικὰ ὁ Ἰησοῦς μέσα μας καὶ θὰ μᾶς ἀναγεννήσει μὲ τὸ ἔλεός του. Ἔτσι μόνο θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἑορτάσουμε ἀληθινὰ τὰ Χριστούγεννα, μὲ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν!