Ἐπικήδειος λόγος Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ ἱεροψάλτου Ἀντρέα Στυλιανοῦ, ἀγωνιστῆ τῆς ΕΟΚΑ, ποὺ τελέσθηκε στὴν ἱερὰ μονὴ Παναγίας τοῦ Ἄρακος τῆς κοινότητος Λαγουδερῶν τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (03.03.2024).

Ὁ μακαριστὸς ἱεροψάλτης Ἀντρέας Στυλιανοῦ ἦταν «ἕνας ἐκ τῶν τεσσάρων συναγωνιστῶν τοῦ ὑπαρχηγοῦ τῆς ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αὐξεντίου ποὺ βρισκόντουσαν μέσα στὸ κρησφύγετό του στὸν Μαχαιρᾶ, οἱ ὁποῖοι διάταχθηκαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸ κρησφύγετο ὅπου ὁ Αὐξεντίου ἔδωσε μόνος του τὴ μάχη μὲ τοὺς πάνοπλους καὶ πολυάριθμους Βρετανοὺς στρατιῶτες» (ἀνακ. ΚΥΠΕ).


Βιογραφικό Ανδρέου Στυλιανού

Ο μακαριστός Ανδρέας Στυλιανού και η σύζυγός του Ουρανία

Ο Ανδρέας Στυλιανού, γεννήθηκε στο χωριό Λαγουδερά, της επαρχίας Λευκωσίας στις 20/10/1930. Οι γονείς του ήταν ο Στυλιανός Νικηφόρου και η Μαρία Παναγιώτου, άνθρωποι φτωχοί και εργατικοί.

Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και ήταν πολύ καλός μαθητής. Από μικρός έμαθε να αγαπά την πατρίδα και το Χριστό και επεδίωκε πάντα να γίνει σωστός άνθρωπος και καλός χριστιανός.

Όταν αποφοίτησε από το σχολείο, σε ηλικία 11 ετών, για βιοποριστικούς λόγους εργάστηκε σε πολλές γεωργικές δουλειές, στο θέρος και στη σπορά χωραφιών. Εργάστηκε και ως τεχνίτης υποδηματοποιός στη βιοτεχνία του Μιχάλη Ελευθερίου.

Ως πρωτότοκος στην οικογένειά του, ανέλαβε την ευθύνη να εργάζεται , ως συνεργάτης σε πολλές οικοδομές, για να βοηθήσει οικονομικά τους γονείς του.  Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 1952, όταν αναγκάστηκε να μετακομίσει στη Λευκωσία και συνέχισε να εργάζεται ώστε να συντηρεί οικονομικά τα τέσσερα αδέλφια του, που φοιτούσαν στο Παγκύπριο Γυμνάσιο.

Η πρώτη επαφή με τον αγώνα της ΕΟΚΑ του 1955-59, ήταν στις 25 Μαρτίου 1954, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ΄, εκφώνησε τον  πανηγυρικό λόγο για την επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας.

Τον Αύγουστο του 1955, ορκίστηκε και έγινε μέλος της ΕΟΚΑ από τον Μιχάλη Ελευθερίου στο σπίτι του Κυριάκου Νικηφόρου.

Η πρώτη γνωριμία με τον Γρηγόρη Αυξεντίου έγινε μετά τη μάχη των Σπηλιών μεταξύ 11 και 23 Δεκεμβρίου 1955, όταν αυτός έμεινε στα Λαγουδερά. Επειδή εκτελούσε  ανελλιπώς τα  καθήκοντα του τον πήρε μαζί του και εντάχθηκε στην ομάδα του τα Χριστούγεννα του 1956 στον Αγρό. Πήρε μέρος στη μάχη της Ζωοπηγής που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο του Μάκη Γιωργάλλα.

Κορυφαία στιγμή της δράσης του ήταν στις 3 του Μάρτη του 1957 όταν οι Άγγλοι ανακάλυψαν το κρησφύγετο τους στο Μαχαιρά. Ήταν η ώρα 6 το πρωί και ο Αυξεντίου διαπίστωσε την προδοσία και  διέταξε τους υπόλοιπους  τέσσερις συναγωνιστές του  να βγουν έξω. Πρώτο διέταξε τον Αντρέα Στυλιανού.  Ο Αυξεντίου  τόνισε πολλές φορές ότι έπρεπε να πολεμήσει και να πεθάνει, έμεινε και έγινε ολοκαύτωμα στο βωμό της ελευθερίας.

Μετά την ηρωική μάχη βασανίστηκε, κακοποιήθηκε από τους Βρετανούς στρατιώτες, μέχρι που αιμορραγούσε και γι’ αυτό δεν φωτογραφήθηκε όπως και οι υπόλοιποι τρεις συλληφθέντες. Φυλακίστηκε μέχρι τις 2 Μαρτίου 1959 στις κεντρικές φυλακές και συνέχισε να ασχολείται με την υποδηματοποιία. Η πιο έντονη ανάμνηση του ήταν ο απαγχονισμός του Ευαγόρα Παλληκαρίδη στις 14 Μαρτίου 1957. Αποφυλακίστηκε και επέστρεψε στο χωριό του.

Εργάστηκε για σειρά ετών στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία, στην επαρχιακή διοίκηση Λευκωσίας και αφυπηρέτησε με το βαθμό  του επιστάτη.  Από το 1960 μέχρι το 1984 διετέλεσε πρόεδρος της κοινότητας Λαγουδερών  και ήταν πρωτεργάτης σε μεγάλα έργα όπως είναι το κτίσιμο του δημοτικού σχολείου, η διάνοιξη του γηπέδου ποδοσφαίρου, ο νέος αυτοκινητόδρομος Λαγουδερών- Λευκωσίας, πολλοί αγροτικοί δρόμοι και η δεξαμενή άρδευσης στην Αχούσα.

Επίσης από το 1960 μέχρι και την κοίμησή του διετέλεσε ως ιεροψάλτης στους ιερούς ναούς της Παναγίας του Άρακα και του Αγίου Γεωργίου στα Λαγουδερά και των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Σαράντι. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος της επιτροπής ανέγερσης Ιερού Ναού, αφιερωμένο στον Άγιο Επιφάνιο.

Το 1964 νυμφεύτηκε την Ουρανία Μιχαήλ και απέκτησαν τρία παιδιά, την Παναγιώτα, τον Γρηγόρη και τον Μιχάλη, καθώς και επτά εγγόνια.

Ο μακαριστός Ανδρέας Στυλιανού εκοιμήθη την 1η Μαρτίου 2024 σε ηλικία 94 ετών.


Επικήδειος λόγος του Μιχάλη Στυλιανού προς τον πατέρα του Ανδρέα

Ο μακαριστός Ανδρέας Στυλιανού

ΟΙ ΣΤΟΡΓΙΚΟΙ ΓΟΝΕΙΣ (ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΛΟΖΩΗ)

Μέχρι να εξαπλωθεί
το σκοτάδι και να μην
ξαναξημερώσει
θα ακούμε αυτό που μας
είπατε τόσο σιγά
ώστε να μην
ενοχλήσει
πως η αγάπη είναι ένα
χωράφι που θέλει συνεχή
περιποίηση
πως η αγάπη θέλει νερό
κλάδεμα και καρποσυλλογή
δίπλα στη θάλασσα
πάνω στις υπώρειες και
στα ψηλά βουνά…

Αγαπημένε μας πατέρα,

Ζηλευτή είναι η μέρα που διάλεξες να φύγεις. Πρώτη του Μάρτη που ανθίζουν τα κλαδιά και βγάζει η γη χορτάρι. Τον μήνα που ανοίγουν οι ουρανοί για να υποδεχτούν το σώμα και την ψυχή σου. Σημαδιακή και η μέρα της κηδείας σου. Μέρα που ο Ελληνισμός γονυπετής αποχαιρέτησε τον Σταυραετό του Μαχαιρά και οι άγγελοι τον οδήγησαν στο πάνθεο των ηρώων.

Σεβαστέ μας πατέρα,

Επειδή  έκαστος  εφ΄ω ετάχθη,  έτυχε να έχεις σκοπό της ζωής να υπηρετήσεις την πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια. Είναι γνωστό ότι ως υπηρέτης της πατρίδας αγωνίστηκες δίπλα στον υπαρχηγό της ΕΟΚΑ, Γρηγόρη Αυξεντίου  και έλαβες μέρος στην επική μάχη του Μαχαιρά της 3ης Μαρτίου 1957. Είναι βαθιά αποτυπωμένο στο μυαλό μας από τις αφηγήσεις σου ότι ο Αυξεντίου σε επέλεξε να είσαι μαζί του επειδή εκτελούσες ανελλιπώς, με επιτυχία και πάσα σοβαρότητα τις αποστολές που σου ανέθετε. Εκτίμησε τον χαρακτήρα και τις ικανότητες σου γι’ αυτό και έγινες μέλος της θρυλικής πεντάδας. Διατάχθηκες να βγεις πρώτος από το κρησφύγετο και όπως μας αποκάλυψες, ο μάστρος σου πάντα εσένα διέταζε πρώτο για την εκτέλεση των αποστολών, αλλά μπορώ τώρα να αναφέρω ότι στη διαταγή του για να βγείτε οι υπόλοιποι από το κρησφύγετο, υπήρχαν και ανθρωπιστικά στοιχεία, διότι ο Ένας προτίμησε με τον θάνατο του να σώσει τους υπόλοιπους τέσσερις. Συνελήφθης και βασανίστηκες, ξυλοφορτώθηκες, αιμορραγούσες γι’ αυτό οι Άγγλοι σε απέκρυψαν από τους φωτογράφους. Σε εκδικήθηκαν μας ανάφερες, διότι ο δεκανέας που πυροβόλησε και σκότωσε ο Αυξεντίου, ήταν εξάδελφος ενός από τους βασανιστές σου. Φυλακίστηκες, πέρασες δύσκολες στιγμές, κινδύνεψε η ζωή σου, όμως  παρέμεινες πιστός στις αξίες και στα ιδανικά για τα οποία ορκίστηκες στην οργάνωση. Μετά τη λήξη του αγώνα του 1955-59  επέστρεψες στο χωρίο σου, υπερήφανος για τη δράση και τη συμβολή σου. Θα θυμάμαι πάντα ότι ο Αυξεντίου στον Μυστικό σας δείπνο τα Χριστούγεννα του 1956 στον Αγρό, σας ζήτησε να πολεμήσετε μέχρις εσχάτων και όσοι ζήσετε να μην ζητήσετε ανταλλάγματα από την πατρίδα γιατί η προσφορά αυτή δεν εξαργυρώνεται. Τήρησες μέχρι και την τελευταία σου πνοή την προτροπή του μάστρου σου. Όταν οι Σύνδεσμοι Αγωνιστών αποφάσισαν να προσφύγουν στη δικαιοσύνη για δικαίωση όσων κακοποιήθηκαν από τους Άγγλους, απάντησες περήφανα ότι, ήξερες από την πρώτη μέρα ένταξης στην ΕΟΚΑ ότι αν συλληφθείς θα βασανιστείς και το κυριότερο είπες πως δεν μπορείς να αποδείξεις τον ξυλοδαρμό σου, αφού δεν θα υπήρχαν έγγραφα ή άλλες αποδείξεις και ηθικά δεν θα ήταν σωστό. Διότι η ηθική και η αξιοπρέπεια ήταν βασικές αρετές σου.

Ανέλαβες να υπηρετήσεις το χωριό σου ως κοινοτάρχης και πρωτοστάτησες στην εκτέλεση πολλών και μεγάλων έργων που ήταν καθοριστικά για την εξέλιξη και την πρόοδο του.

Σε θαυμάζαμε επίσης και για τη μεγάλη σου αγάπη για την Παναγία και τον Χριστό γι’ αυτό συνειδητά  επέλεξες να τους υπηρετήσεις ως άρχοντας πρωτοψάλτης στις εκκλησίες του χωριού. Σε θυμόμαστε σε μικρές και μεγάλες γιορτές να ετοιμάζεσαι φορώντας τη φορεσιά σου για να πάεις στην εκκλησία πριν ακόμα κτυπήσει η καμπάνα. Δεν μας παραξενεύει που ήξερες σχεδόν    απ’ έξω τη Θεία Λειτουργία και όλους του ύμνους που έπρεπε να διαβαστούν σε κάθε περίπτωση, γιατί ήταν αποτέλεσμα της μελέτης και της μεγάλης σου αγάπης για να υπηρετήσεις τον Θεό, άλλωστε όλα για σένα ήταν θέμα προγραμματισμού.

Πέρα από τις προηγούμενες μας αναφορές, για τις οποίες είμαστε υπερήφανοι, για μας είσαι ο πατέρας μας, ο παππούς μας. Στο οικογενειακό τραπέζι είχες πάντα ένα καλό λόγο να πεις, μια πατρική συμβουλή και μια υπενθύμιση ότι πάνω απ’ όλα είναι η πατρίδα και η θρησκεία. Ένα ξεχωριστό στοιχείο του χαρακτήρα σου είναι ότι ήσουν λιγομίλητος, αλλά τα λόγια σου ήταν βαθυστόχαστα και βαρυσήμαντα και είμαστε σίγουροι ότι θα αποτελούν τον οδοδείκτη μας και θα μας συντροφεύουν στη  ζωή μας. Η απάντηση σου, όταν σε ρώτησαν γιατί δεν μιλάς πολύ, ήταν ότι εγώ μιλώ όταν πρέπει και όσον πρέπει. Η αγνότητα του χαρακτήρα σου σε οδηγούσε πάντα να πολεμάς για το δίκαιο και το σωστό. Εργάστηκες σκληρά και σε πολλές χειρωνακτικές εργασίες και παρά τις δύσκολες συνθήκες πάντα εξασφάλιζες τα απαραίτητα για την επιβίωση της οικογένειάς μας. Ήσουν πάντα πρόθυμος να προσφέρεις χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα.   . Λόγω των ασχολιών σου, η σύζυγός σου, η Ουρανία σου, στάθηκε  δίπλα σου και στην οικογένεια μας ως άξια σύντροφος, μητέρα και γιαγιά. Η αγάπη σας είναι για εμάς παράδειγμα προς μίμηση.

Κοιτάζοντας ξανά το ψαλτήρι της Υπεραγίας Θεοτόκου στο οποίο πέρασες πολλές ώρες τις ζωής σου, βλέπω τον αρχάγγελο Μιχαήλ με ανοικτές τις φτερούγες του και παρηγοριέμαι, διότι εκεί σε έκλεισε και σε οδήγησε σε σκηνές δικαίων και σε τόπο χλοερό. Έζησες χριστιανικά χρόνια, υπηρέτησες την πίστη με ζήλο και ο Πανάγαθος Θεός σε αντάμειψε με τον καλύτερο τρόπο. Με παρηγορεί επίσης και με γεμίζει με περηφάνια ότι σε μας τα παιδιά  και τα εγγόνια σου αφήνεις ως παρακαταθήκη το όνομά σου. Ανήκεις στην ηρωική γενιά του αγώνα της ΕΟΚΑ 1955- 1959 και θα γραφτείς στις λαμπρές σελίδες της ιστορίας, ως ευπατρίδης και άξιος ενεργός πολίτης. Αφήνεις τη μάνα μας χήρα, αλλά θα θυμάται πάντα όλες εκείνες τις μέρες χαράς και φροντίδας που της πρόσφερες.  Φεύγεις πλήρης ημερών και γεμάτος δόξα.

Αγαπημένε μας πατέρα. Τίποτα δεν μπορεί να αποτελέσει καλύτερο πρότυπο από έναν άνθρωπο που έταξε σκοπό της ζωής του να υπηρετήσει την πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια.  Είμαστε πολύ τυχεροί που είσαι ο πατέρας μας, ο παππούς μας, αποτελείς για εμάς πρότυπο, σεμνότητας και ταπεινότητας.  Σε αποχαιρετάμε με όλη εκείνη την αγάπη που μας έμαθες και μας δίδαξες. Αιωνία σου η μνήμη αγαπημένε μας πατέρα και ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.

Εκ μέρους της οικογένειας μας, θα ήθελα να ευχαριστήσω πρώτα και πάνω απ’ όλα τον εξοχότατο πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, κύριο Νίκο Χριστοδουλίδη, που με προσωπική του παρέμβαση η κηδεία τελείται με δημόσια δαπάνη. Ευχαριστούμε επίσης τον πρόεδρο του κοινοτικού συμβουλίου κύριο Μιχάλη Συμεού τόσο για την επιμέλεια της κηδείας, όσο και για την προσφορά του καφέ παρηγοριάς, στο πολιτιστικό κέντρο της κοινότητάς μας. Τέλος ευχαριστούμε όλους όσοι έκαναν εισφορές εις  μνήμη του πατέρα μας, κατέθεσαν στεφάνι ή λουλούδια και συμπαραστάθηκαν με οποιονδήποτε τρόπο στην οικογένεια μας.