Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατά τον πανηγυρικό Εσπερινό της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, που τελέσθηκε στο ιερό ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Συνοικισμού Ανθουπόλεως στὴ Λευκωσία (13.09.2019). Κατά την ημέρα αυτή πανηγυρίζει στην προσφυγιά η κατεχόμενη από τους Τούρκους κοινότητα της Κάτω Ζὠδειας, της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου.
Έτη πολλά και σε σας. Ελεύθερα τα έτη μας να είναι. Σήμερα ένεκεν ημών και εκείνων, η πανήγυρις του Τιμίου Σταυρού δεν γίνεται εκεί που ανήκει, αλλά εδώ εις την προσφυγιά. Σταυρὲ τοῦ Χριστοῦ πανάγιε, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει σου. Αυτά μάθαμε από τους πρωτινούς πνευματικούς να λέμε στην προσευχή μας προς τον Τίμιο Σταυρό. Το επαναλαμβάνω, γιατί πολλοί δεν το ξέρουν καν. Σταυρὲ τοῦ Χριστοῦ πανάγιε, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει σου. Είναι πανάγιος ο Τίμιος Σταυρός διότι ἥπλωσε ταῖς παλάμαις ἐπ᾿ αὐτοῦ και καταδέχτηκε να ηττηθεί εκούσια. Ἐρχόμενος πρὸς τὸ ἐκούσιον πάθος ὁ πανάγιος Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὁ σεσαρκωμένος Θεάνθρωπος Ἰησοῦς.
Βλέπετε έχουμε έναν Θεό, που καταδέχεται να σταυρωθεί. Αφού προηγουμένως συλλαμβάνεται, ραπίζεται, δικάζεται, κατηγορείται, χλευάζεται, μένει μόνος Του μακριά από τους μαθητές Του, με μόνον τη μητέρα Του και τον ηγαπημένον επιστήθιον μαθητή, φίλον τον παρθένον Ιωάννη Θεολόγο. Αυτά όλα είναι μαθήματα για τη δική μας καθημερινότητα για τη δική μας ζωή. Την οποία, όταν τα μαθήματα έρχονται σε μας επειδή όντως είναι πικρά, δυσανασχετούμε και δεν αντιλαμβανόμεθα ότι, διά της ταπεινώσεως γίνεται η ύψωσις και ο δοξασμός. Ακόμη και αυτού του Θεανθρώπου. Τοσούτο μάλλον ημών που έχουμε τόσα λάθη, τόσα πάθη, τόσα αμαρτήματα.
Ενθυμούμαι, αγαπητέ μου πάτερ Μιχαήλ, και λέω σε σένα που είσαι κατά τι μεγαλύτερός μου και ας μη σου φαίνεται. Πριν εικοσιένα χρόνια τέτοιαν ημέρα, τέτοιαν ώρα επέλεξε ο Θεός να είναι το πρωί η χειροτονία μου σε Μητροπολίτη Μόρφου και το απόγευμα μετά τον εσπερινό του Σταυρού η ενθρόνισή μου στην προσφυγική έδρα της Ευρύχου. Όπως ξεύρεις καλά, είσαι πλέον παλαιός Οικονόμος και Πρωτοπρεσβύτερος. Πρέπει ο ενθρονισθείς Μητροπολίτης να απαγγείλει και λόγον. Λόγον ενθρονιστήριο. Η πατερική γραμματεία και θεολογία είναι πλούσια αιώνες τώρα. Το Πνεύμα το Άγιον φωτίζει τους αγίους και όπου αντλούμε εμείς και γινόμεθα κλέπται των αγίων. Άρα κλέπτουμε από τη σοφία τους και την αγιότητά τους. Θεμιτή κλοπή, επαινετή κλοπή. Έπρεπε λοιπόν να γράψω τις προηγούμενες ημέρες, τον ενθρονιστήριο λόγο και τον χειτοτονητήριο για το πρωί. Θυμάμαι ποιος άγιος με βοήθησε πολύ, στο να εμπνευστώ τι θα γράψω. Ένας που τότε δεν ήταν επίσημα αγιοκαταταγμένος, αργότερα αγιοκατατάχθηκε από τη Σερβική Εκκλησία. Ο άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς. Έγραψε την καλύτερη, την απλούστερη και ταυτόχρονα βαθύτερη δογματική. Τελευταία η μονή του Βατοπεδίου το εξέδωσε το βιβλίο. Το συνιστώ σε όσους αγαπούν να μάθουν την πίστη τους. Όχι από τα κανάλια και από τις εφημερίδες, αλλά από τους αγίους μαθαίνουμε την πίστη μας. Ακόμα και εμείς οι αρχιερείς, μπορεί μερικές φορές να μην εκφράσουμε σωστά την πίστη μας. Το συγχωρεί ο Θεός. Το συγχωρεί και ο λαός, φτάνει να μην εμμένουμε εις το λάθος μας. Αυτοί που εκφέρουν αυθεντικό λόγο περί του τι εστί Θεός, τι εστί κόσμος, τι εστί άνθρωπος, τι εστί εν Χριστώ αγιασμός και σωτηρία, είναι μόνον οι άγιοι. Γιατί οι άγιοι σταυρώθηκαν και αναστήθηκαν. Τότε σ᾿ αυτό τον ενθρονιστήριο λόγο, εδανείστηκα από το βιβλίο του το περίφημο μεταφρασμένο στα ελληνικά, «άνθρωπος και Θεάνθρωπος». Έχει εκεί ένα κεφάλαιο, η εσωτερική ιεραποστολή της Εκκλησίας. Το συνιστώ σε όλους τους νέους ιερείς πάντοτε να το διαβάζουν. Αν θέλουν να κάμουν δουλειά πρώτα μέσα τους και μετά εις τον λαό του Θεού. Επαναλαμβάνω, η εσωτερική ιεραποστολή της Εκκλησίας. Λέει εσωτερική, γιατί υπάρχει και εξωτερική. Εδώ οι ιερείς σας βοηθούν πολύ την εξωτερική ιεραποστολή. Ιδιαιτέρως εις την Αφρική. Υπάρχει όμως ανάγκη μεγάλη πάντοτε εσωτερικής ιεραποστολής στο λαό του τόπου μας, στο λαό της ενορίας μας.
Ο λαός μας φαίνεται σήμερα ακατήχητος. Αδιάβαστος στα περί πίστεώς του σε μιαν εποχή πληροφορίας και πληροφορικής. Είναι τραγικόν αυτό. Την ευθύνη πρώτον ημών των επισκόπων να ορθοτομούμε λόγον αληθείας και ας οι άλλοι, μας αμφισβητούν. Άρα, θα έλεγα όταν λέμε η κρίσις είναι πνευματική, είναι πρώτα και κύρια αρχιερατική και ιερατική εάν έχουμε τόλμη να εκφέρουμε σε συνθήκες σύγχρονης ευρωκρατίας και νέας τάξης πραγμάτων, λόγον Χριστού. Χωρίς φόβον και χωρίς πάθος. Εκεί λοιπόν, ο άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς γράφει κάτι που αφορά τη σήμερον εορτή. Μου έκαμε μεγάλην εντύπωση. Λέει, πρέπει να μάθει ο ιερέας και κάθε Ορθόδοξος Χριστιανός να γυρίζει κατά τον Τίμιο Σταυρό να τον βλέπει και αμέσως, λέει, να κλείνει το κεφάλι με ταπεινόν φρόνημα και να λέει στην καρδία του: «Ταπεινέ μου Κύριε, ταπείνωσόν με διὰ τῆς ταπεινώσεώς Σου». Το επαναλαμβάνω: Ταπεινέ μου Κύριε, ταπείνωσόν με διὰ τῆς ταπεινώσεώς Σου. Θα μου πείτε, τότε ήμουν τριάντα έξι χρονών. Το κατάλαβες; Την επόμενην ημέρα, χειροτονούμουν επίσκοπος. Δεν το κατάλαβα τι εννοούσε ακριβώς ο άγιος. Ήξερα όμως, ότι έχω ανάγκην από ταπείνωση μέχρι να πεθάνω.
Το δεύτερο που ήξερα είναι ότι, στην Εκκλησία πολλά δεν τα καταλαβαίνουμε αλλά τα αισθανόμαστε. Όπως ιδιαιτέρως τη Χάρη του Παναγἰου Πνεύματος. Μπορούμε να καταλάβουμε τη Χάρη; Όχι. Μπορούμε όμως να την αισθανθούμε. Γι αυτό λοιπόν, το αισθάνθηκα εκείνη την ημέρα. Ότι κατά κύριον λόγο ο πιστός Χριστιανός και δη ο επίσκοπος και ο ιερέας, πρέπει καθημερινά να γυρίζει κατά τον Τίμιο Σταυρό και να βλέπει Αυτόν που ταπεινώθηκε και ηττήθηκε εκούσια πάνω στον σταυρό. Αυτός που είπε επί του Σταυρού, διψῶ. Αυτός που είπε επί του Σταυρού, Ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τι ποιοῦσι. Αυτός που είπε επί του Σταυρού, τετέλεσται. Αυτός που είπε επί του Σταυρού, Πάτερ μου, εἰς χεῖρας σου παραθήσομαι τὸ πνεῦμα μου. Οι επτά λόγοι του Κυρίου μας επί του Σταυρού. Όλα αυτά, ο άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς ο Σέρβος, τα συνόψισε σε αυτή την προσευχή: «Ταπεινέ μου Κύριε, ταπείνωσόν με διὰ τῆς ταπεινώσεώς Σου». Και πᾶς ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται. Δηλαδή, μας συμφέρει να επιδιώκουμε την ταπείνωση. Θυμούμαι, από μικρούς μας εμάθαιναν να είμαστε περήφανοι. Όχι να είμαστε ταπεινοί. Οι παλιές οι γιαγιάδες, μας εμάθαιναν την ταπείνωση. Όσον εξευρωπαϊζόμεθα, μας έλεγαν, να είσαι περήφανος που είσαι πρώτος εις το σχολείο, που είσαι ο πιο ψηλός, που είσαι ο πιο όμορφος, που είσαι ο πιο πλούσιος. Δεν μας εμάθαιναν την ταπείνωση. Πηγαίναμε στην Εκκλησία και βλέπαμε επάνω στο εικονοστάσι ένα σταυρό και πάνω στο σταυρό έναν Θεό. Έναν σταυρωμένο Θεό! Έναν ταπεινωμένο Θεό! Και ακούγαμε το Ευαγγέλιο, πᾶν ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται. Και πᾶν ὁ ὑψῶν ἑαυτόν, όποιος περηφανεύεται δηλαδή, ταπεινωθήσεται. Οι πρωτινοί είχαν και παροιμίες. Τα ξαναείπαμε. Το πουλλίν το μουττάτον, ο Θεός προμουττά το. Αν δεν χτυπήσεις στο ανώφλι, δεν θα δεις το κατώφλι. Είχαν σοφία, την οποίαν κωδικοποιούσαν σε λαϊκές παροιμίες. Αλλά ήταν η σοφία του Ευαγγελίου. Όχι των διαταγμάτων της ενωμένης Ευρώπης.
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν, ότι αν κάτι μας λείπει για να επιστρέψουμε εις την αγαπημένη μας Κάτω Ζώδεια να τελέσουμε εκεί τη λειτουργία και την πανήγυρη της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, είναι πρώτα και κύρια να μάθουμε και να διδάξουμε στο εαυτό μας, στα παιδιά μας, στα εγγόνια μας τον Σταυρωμένον και Αναστημένον Ιησούν. Όταν έτσι εργαστούμε πρώτα στον εαυτό μας, μετά στη μικρή μας οικογένεια, αυτό θα επεκταθεί και στη μεγάλη μας οικογένεια που είναι η πατρίδα μας. Η πατρίδα μας είναι η μεγάλη μας οικογένεια.
Γι αυτό, παρακαλώ την αγάπη σας, να ζητάτε και να αναζητάτε Αυτόν που σταυρώθηκε. Αυτόν που ταπεινώθηκε για μας και να μας διδάξει διά της σταυρώσεώς Του, διά του Τιμίου του Σταυρού διά της ταπεινώσεώς Του, την ταπείνωση σε μας τους τάχα μου υπερήφανους Ευρωπαίους.
Έτη πολλά και ελεύθερα!