Οι Άγιοι Επτά Παίδες οι Μακκαβαίοι, η μητέρα τους Σολομονή και ο διδάσκαλός τους Ελεάζαρος (1η Αυγούστου)

«Αὐτοκράτωρ ἐστὶ τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισμός» (Δ’ Μακκαβαίων, α’ 7, θ’ 4). Ο ευσεβής λογισμός είναι κυρίαρχος και εξουσιαστής επί των παθών. Αυτό με περίσσια ανδρεία απέδειξαν οι επτά αδελφοί Μακκαβαίοι με τη στάση τους απέναντι στο βασιλιά της Συρίας Αντίοχο (περί το 5327 από κτίσεως κόσμου ή 173 π.Χ.), όταν αυτός τους έταξε δόξες, τιμές και επίγειες απολαύσεις, αν αυτοί καταπατούσαν το Μωσαϊκό νόμο και έτρωγαν από τα απαγορευμένα φαγητά που τους πρόσφερε.

Ο Αντίοχος Δ΄ ο Επιφανής (175-164 π.Χ.), ο σκληρός και αλαζόνας αυτός απόγονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου εισέβαλε το 170 π.Χ. στα Ιεροσόλυμα, όπου πυρπόλησε τα πάντα, θέλησε να εκριζώσει την Ιουδαϊκή θρησκεία, με τη βία να εξελληνίσει τους Εβραίους, και να τους αναγκάσει να γίνουν ειδωλολάτρες. Απαγόρευσε την λατρεία του αληθινού Θεού καταργώντας την αργία του Σαββάτου και όλες τις γιορτές τους. Πολλοί τότε Ιουδαίοι φάνηκαν δειλοί και από τον φόβο τους υπάκουσαν στην εντολή του βασιλιά Αντιόχου. Κάποιοι όμως προτίμησαν να περάσουν σκληρά βασανιστήρια, παρά να αρνηθούν τον μόνο αληθινό Θεό.

Ο Ελεάζαρος, ο πολυσέβαστος εννενηντάχρονος ιερέας και διδάσκαλος του Νόμου απεφάσισε να βαδίσει πρώτος την οδό του μαρτυρίου. Αφού απέρριψε με ορμή το χοιρινό κρέας, το οποίο έβαλαν με την βία στο στόμα του, τον έσυραν βάναυσα στα βασανιστήρια.. Αλλ’ ο σεβάσμιος γέροντας υπέφερε καρτερικά τις κακοποιήσεις, οι στρατιώτες δε του πρότειναν, για ν’ απαλλαγεί από την θανατική καταδίκη, να φάγει ένα κομμάτι κρέας από αυτά που ο Νόμος επέτρεπε, να προσποιηθεί όμως στον Αντίοχο, ότι τρώει χοιρινό κρέας.
Ο ζηλωτής όμως της πίστεως, Άγιος Ελεάζαρος, αρνήθηκε να ατιμάσει τα γηρατειά του, να κηλιδώσει για μια στιγμή τον άγιο βίο του και να γίνει αιτία σκανδάλου στους νεώτερους. Διότι αυτός ο συμβιβασμός, όσο μικρός και αν φαινόταν, σήμαινε αποστασία από τον Θεό και προσχώρηση στα ειδωλολατρικά ήθη.

Έπειτα, χωρίς κανέναν απολύτως δισταγμό, προχώρησε προς το βασανιστικό όργανο, το τύμπανο. Η μεγάλη του θυσία ανέβηκε στο θρόνο του Θεού ως «οσμή ευωδίας πνευματικής». Επιπλέον έγινε παράδειγμα προς μίμηση στους μαθητές του καθώς και σε όλο τον λαό.

Μετά τον μαρτυρικό θάνατο του Αγίου Ελεαζάρου παρουσιάσθηκαν στον Αντίοχο οι επτά Μακκαβαίοι αδελφοί συνοδευόμενοι από την μητέρα τους. Κατάπληκτος ο Αντίοχος από την κοσμιότητα, την ευγένεια, την καλλονή και το πλήθος αυτών των νέων, προσπάθησε να τους παρασύρει με απατηλές υποσχέσεις να θυσιάσουν στα είδωλα, να μεταβάλλουν τρόπο ζωής .

Ωστόσο ούτε οι υποσχέσεις ούτε και οι απειλές στάθηκαν ικανές να κλονίσουν την πίστη των επτά αδελφών. Όλοι μαζί, με μια φωνή, οπλισμένοι με τον ευσεβή λογισμό, ομολόγησαν με αποφασιστικότητα ότι είναι έτοιμοι να θυσιάσουν την ζωή τους, παρά να παραβούν τους νόμους του Θεού και να αρνηθούν τον νομοθέτη Θεό. «Κοινή η πνοή των, κοινός ο στόχος των, ένας ο τρόπος της ζωής των, ο θανατος διά τον Θεόν, όχι ολιγώτερον αδελφοί εις τα ψυχάς απ’ ο,τι εις τα σώματα…» αναφωνεί ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.

Έπειτα βάδισαν κατά σειράν ηλικίας «προς εμπαιγμόν», προς το μαρτύριο, αναπτερώνοντας ο ένας το φρόνημα του άλλου. Ο κοινός ζήλος τους για την αρετή ενίσχυε την μεταξύ τους αγάπη και ομόνοια. Υποβλήθηκαν στα ίδια φρικτά βασανιστήρια. Και η ευσεβής Σολομονή, η αξιοθαύμαστη μητέρα τους, αν και έβλεπε τα παιδιά της να βασανίζονται και να θανατώνονται όλα την ίδια ημέρα από τον ειδωλολάτρη τύραννο,«δεν ωλοφύρετο με θρήνους, αλλ’ είχε σαν αδαμάντινον τον νούν και σαν να γεννούσε εκ νέου τους υιούς της εις την αθανασίαν». (Δ΄ Μακ. ιστ΄ 11-13).

Μεταβάλλοντας δε με την χάρη του Θεού, την γυναικεία τρυφερότητα σε ανδρικό θάρρος, πυρπολούσε τις ψυχές τους, τα παρότρυνε στη θυσία και τα πρόετρεπε να μη δειλιάσουν στους κόπους της ευσεβείας αλλά να δείξουν ανδρεία και παρρησία. Αγωνιούσε μήπως ένα από τα παιδιά της στερηθεί το μαρτυρικό στεφάνι.

Ο ευσεβής λογισμός δυνάμωνε την καρδιά της, ώστε να παραβλέπει την πρόσκαιρη στοργή προς αυτά. Έτσι δεν έβλεπε στην γη, αλλ’ ατένιζε προς τον Ουρανό, προς τα μέλλοντα. Και όταν πλέον εξασφάλισε ένα-ένα τα παιδιά της στους κόλπους του Θεού, υπέρτατα ευτυχισμένη, όρμησε μόνη της μέσα στην φωτιά, για να μην αγγίξει κανείς το σώμα της.

Πρόσφερε και τα επτά παιδιά της στον Θεό και έπειτα πρόσθεσε τον εαυτό της στην ιερή παράταξή τους, ως επτά φορές μάρτυρας.

Το σεπτό λείψανο της Αγίας Σολομονής σώζεται ολόκληρο στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: iconandlight.wordpress.com