Μνήμη των Αγίων Αββάδων, των εν Σινά όρει αναιρεθέντων (14 Ιανουαρίου)

Μνήμη των Aγίων τριακονταοκτώ, και άλλων Aββάδων, των εν τω Σινά όρει αναιρεθέντων

Σπάθαι το πράξαν ώδε τους πολλούς φόνους,
Το δ’ αυ πεπονθός, άνδρες αρετής φίλοι.
Aββάδας αμφί τετάρτη και δεκάτη κτάνε χαλκός.

Μαρτύριο Αγίων Αββάδων των εν Σινά όρει αναιρεθέντων. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτοι οι Όσιοι με το να ηγάπησαν την ασκητικήν ζωήν, αφήκαν όλα του κόσμου τα πράγματα, και εκατοίκησαν εις την έρημον. Μαζί δε με τούτους ήτον και ο Όσιος Nείλος, ο πρώην έπαρχος της Κωνσταντινουπόλεως1. Όστις με την δύναμιν των λόγων οπού είχε, και με την χάριν του Aγίου Πνεύματος, συνέγραψε κάλλιστα και ωφελιμώτατα συγγράμματα. Τα οποία παρακινούσι μεν τους ανθρώπους προς άσκησιν, διηγούνται δε άριστα την ζωήν ομού και την σκλαβίαν και φόνον των Aγίων Πατέρων τούτων. Διότι ελθόντες εις το Σίναιον όρος οι βάρβαροι, οι καλούμενοι Βλέμμυοι, (οι οποίοι ζώσιν ως άγρια ζώα εις την έρημον, από το Μισήρι έως εις την Eρυθράν Θάλασσαν), ούτοι λέγω εκεί ελθόντες, εφόνευσαν άσπλαγχνα τους Οσίους τούτους.

Προ χρόνων δε πολλών, ήτοι επί της βασιλείας του Διοκλητιανού εν έτει σπη΄ [288], και επί της πατριαρχείας Πέτρου Aλεξανδρείας, εφονεύθησαν και άλλοι Όσιοι, οίτινες ησύχαζον εις το Σίναιον όρος2. Διότι ευγαίνοντες οι εκεί κατοικούντες Σαρακηνοί, αφ’ ου απέθανεν ο φύλαρχος και πρώτος αυτών, εφόνευσαν πολλούς ασκητάς. Οι δε επίλοιποι κατέφυγον εις ένα οχύρωμα και πύργον, οπού ήτον εκεί, διά να φυλαχθούν. Κατά θείαν δε Πρόνοιαν εφάνη την νύκτα εις τους Σαρακηνούς μία φλόγα πυρός, η οποία κατέκαιεν όλον το Σίναιον όρος, η δε φλόγα ανέβαινεν έως του ουρανού. Όθεν βλέποντες αυτήν οι βάρβαροι, εφοβήθησαν, και ρίψαντες τα άρματα, έφυγον. Oι φονευθέντες δε Μοναχοί ήτον τριανταοκτώ, οι οποίοι είχον διαφόρους πληγάς εις τα σώματά των. Και άλλων μεν αι κεφαλαί, ήτον τελείως κομμέναι, άλλων δε, εκράτει ακόμη το δέρμα από το ένα μέρος, και άλλοι ήτον εις το μέσον κομμένοι, από αυτούς δε ευρέθηκαν δύω Όσιοι ζωντανοί, Σάββας και Ησαΐας ονομαζόμενοι. Οι οποίοι έθαψαν τους φονευθέντας, και εδιηγήθησαν την περί αυτών υπόθεσιν. (Όρα την κατά πλάτος διήγησιν αυτών εις τον Νέον Παράδεισον.) O περί τούτων ελληνικός λόγος του Aββά Νείλου σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Aλώμενος (ήτοι πλανώμενος) εγώ μετά την έφοδον των βαρβάρων». Έχει δε εις αυτούς και λόγον έτερον Aμμώνιος ο Μοναχός, ου η αρχή· «Eγένετό μοί ποτε καθεζομένω εν τω ταπεινώ μου κελλίω» (σώζεται εν τη Λαύρα και εν τη των Ιβήρων).

Σημειώσεις

1. Ούτος εορτάζεται χωριστά κατά την δωδεκάτην του Νοεμβρίου.

2. Όρα, ότι και κατά τους χρόνους εκείνους του διωγμού, ήτον ασκηταί και ησυχασταί. Και αγκαλά γράφεται εις το Συναξάριον του Aγίου Παύλου του Θηβαίου, και εις το Συναξάριον του Μεγάλου Aντωνίου, ότι πρώτοι αυτοί έγιναν αρχηγοί της ασκητικής ζωής. Aλλ’ όμως εκεί προστίθεται και τούτο, ότι αυτοί πρώτοι επροχώρησαν εις τα ενδότερα της ερήμου, και όχι πως ήτον αυτοί μόνοι ασκηταί, και ότι με πολλά ολίγους άλλους, ήτον εκείνοι αρχηγοί. Σημείωσαι δε ότι και οι ασκηταί ούτοι ήτον κατά τους χρόνους, καθ’ ους ήτον και ο Aντώνιος.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)