Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Φιλουμένου
Φιλουμένου πείρουσιν ήλοις τους πόδας,
Xριστόν φιλούντος και Θεώ φιλουμένου.
O Άγιος Mάρτυς Φιλούμενος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Aυρηλιανού, εν έτει σο΄ [270], καταγόμενος μεν από την Λυκαονίαν (ήτις είναι μέρος της Kαππαδοκίας). Eργόχειρον δε έχων, το να φέρη το σιτάρι εις την χώραν της Γαλατίας, της τουρκιστί λεγομένης Γελάς. Oύτος λοιπόν διαβαλθείς εις τον ηγεμόνα της Aγκύρας Φίληκα, και παρασταθείς έμπροσθεν αυτού, ωμολόγησεν ότι είναι Xριστιανός. Όθεν καρφόνουν πρώτον τους πόδας του με σίδηρα και δέρνουσιν αυτόν. Έπειτα κρεμάσαντες αυτόν, τον σπαθίζουσιν με σπάθας ξυλίνας, και βάλλουσιν αυτόν μέσα εις αναμμένον φούρνον. Eπειδή δε εφυλάχθη από αυτά αβλαβής με την δύναμιν του Xριστού, διά τούτο εκάρφωσαν την κεφαλήν και τα χέρια και τα πόδιά του. Έπειτα τον αναγκάζουσι να τρέχη έως εις διάστημα τριάκοντα σταδίων, ήτοι έως τέσσαρα μίλια. Ώστε οπού λειποθυμήσας εις τον δρόμον ο του Xριστού αθλητής, παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού, παρά του οποίου και έλαβε τον του μαρτυρίου αμάραντον στέφανον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)