Στή μνήμη της μακαριστής πρεσβυτέρας του Αποστόλου Ανδρέα, Μαρούλλας Παπαζαχαρίου Γεωργίου (+ 5 Απριλίου 2025)

Εκοιμήθη στις 5 Απριλίου 2025, σε ηλικία 82 ετών, η Μαρούλλα Παπαζαχαρίου Γεωργίου, Πρεσβυτέρα του Αποστόλου Ανδρέα στην Καρπασία, σύζυγος του πατρός Ζαχαρία Γεωργίου. Στη μνήμη της, παραθέτουμε απόσπασμα από το κήρυγμα του Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, στην εορτή του Αποστόλου Ανδρέα στο Νικητάρι (30/11/2016), με τίτλο
“Ο παπά Ζαχαρίας, η παπαδιά και το σχέδιο του Αποστόλου Ανδρέα”
{…} Σήμερα, τελώντας τη Θεία Λειτουργία εδώ εις την ευλογημένη κώμη του Νικηταρίου, πανηγυρίζοντας τον Απόστολο Ανδρέα και εδώ, ενθυμήθηκα μέσα από ποιες διαδικασίες το μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα στην Καρπασία έφτασε από ερειπωμένο, σχεδόν εγκαταλελειμμένο που ήτο, με έναν μόνο παπά. Για σαράντα δύο χρόνια. Τον παπά Ζαχαρία. Και μίαν ηρωίδα πρεσβυτέρα… Μαρούλλα πρεσβυτέρα. Αυτούς που μνημόνευσα προηγουμένως. Και μία δράκα άνθρωποι. Ηλικιωμένοι ψάλτες. Που ένεκεν ασθενειών που έψαλλαν ενίοτε και καθήμενοι. Και έφτασε σήμερα ο παπά Ζαχαρίας να βλέπει τες υπομονές του και τους κόπους του, ότι δεν πήγαν χαμένοι. Και το μοναστήρι να στέκει όρθιο, ολόλαμπρο, καινούργιο, όμορφο, όπως το θέλει η τάξις της όμορφης Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.
Ενθυμήθηκα, όταν μου διηγείτο η ίδια η παπαδιά. Σας τα έχω πει ξανά. Θα τα επαναλάβω. Η Λειτουργία είναι πάντοτε η ίδια. Τα ίδια λόγια. Αλλά είναι πάντα καινούργια. Πάντα διαφορετική. Γι’ αυτό, επαναλαμβάνω αυτά που είπα πριν δέκα χρόνια σ’ αυτό τον ναό. Όταν έγινε η κατοχή της Κύπρου ο παπά Ζαχαρίας ήταν αιχμάλωτος στην Τουρκία. Παπάς. Αντιλαμβάνεστε τι βάσανα ετράβησε αυτός ο άνθρωπος στην αιχμαλωσία. Όχι μόνον επειδή ήταν Έλληνας. Αλλά επειδή ήταν ιερωμένος. Δεν μας είπε ποτέ καμίαν περιγραφή. Ότι ξέρομε, είναι από κανένα αναστεναγμό του και από τις διηγήσεις που ακούμε μέσω τρίτων. Που ήταν μαζί του στην αιχμαλωσία. Επέστρεψε πίσω. Και του είπαν. Πού θέλεις να πάεις παπά; Δεν είπε, εκεί που είναι η οικογένειά μου. θέλω να πάω, είπε, στο μοναστήρι του Αποστόλου μου. Στον Απόστολο Ανδρέα. Μα η οικογένεια σου, του είπαν, μπορεί να έχει πάει στη Λεμεσό. Εμένα να με πάρετε στον Απόστολο Ανδρέα. Και αν θέλει η οικογένειά μου να έρθει εκεί. Έκαμε τάμα, όταν ήταν στη φυλακή των Τούρκων και του είπε. Σώσε με Απόστολέ μου και με τες λίγες μου δυνάμεις, δεν θα σ’ αφήσω ποτέ αλειτούργητο.
Επέστρεψε στην κατεχόμενη Γιαλούσα, από όπου είναι η καταγωγή του. Βρήκε την οικογένεια του εκεί, τη σύζυγό του νέα γυναίκα τότε με τρία παιδιά. Όσο τα παιδιά ήταν στο Δημοτικό, λειτουργούσε ένα υποτυπώδες Δημοτικό, δεν υπήρχε πρόβλημα. Τα παιδιά εμεγάλωναν. Όλοι οι παπάδες έφυγαν. Όλης της Καρπασίας. Ήρθαν εδώ. Στην άνεση. Στην ελευθερία. Στο βόλεμα. Που μας δίδει όλους η επίπλαστος και η επιφανειακή ελευθερία. Ο παπά Ζαχαρίας πιστός εις το τάμα του. Στον Απόστολο Ανδρέα. Να λειτουργά σε όλες τις εορτές, βεβαίως κάθε Κυριακή και κάθε βράδυ, πάτερ Κυριακέ, μας είπε η παπαδιά, να κάμνει εσπερινό κάθε βράδυ. Κάθε βράδυ. Τότε δεν υπήρχαν οι ευκολίες που έχουμε τώρα, μέσω των οδοφραγμάτων να πηγαίνουμε να βλέπουμε την κατεχόμενη γη μας. Να προσκυνούμε τους αγίους μας. Ήταν μόνοι τους. Με κάμποσους στρατιώτες Τούρκους να τους περιβάλλουν. Και ο Απόστολος Ανδρέας εσυνέχισε την παρουσία του, τα θαύματά του. Και στους εγκλωβισμένους και στους Τούρκους. Οι άγιοι δεν ξεχωρίζουν κανένα. Φτάνει να δουν μιαν καρδιά πονεμένη και τεταπεινωμένη. Και τα δώρα τους είναι πλούσια.
Ήρθε ο καιρός που έπρεπε τα παιδιά να παν εις το Γυμνάσιο. Η παπαδιά του είπε. Παπά, πρέπει να φύγουμε. Τα παιδιά εμεγάλωσαν. Πρέπει να μορφωθούν. Ε, παπαδιά, της έλεγε. Παπά, πλησιάζει ο Αύγουστος, το Σεπτέμβρη θ’ ανοίξουν τα σχολεία. Πρέπει να κάμουμε αίτηση να πάμε στη Λεμεσό. Ε, παπαδιά, της έλεγε. Η παπαδιά μέσα στις ανθρώπινες, τες μητρικές αγωνίες, ο παπάς στον κόσμο του. Στον χρόνο του. Τον λειτουργικό χρόνο. Ε, παπαδιά. Ότι και να λέει γι’ αυτό. Αγανάκτησε η παπαδιά. Και το ενίκησε ανθρώπινα. Του είπε θ’ αφήσουμε τα παιδιά μας αγράμματα. Και να λειτουργάς εσύ τον Απόστολον Ανδρέα; Της λέει, δεν μπορώ ν’ αφήκω τον Απόστολο Ανδρέα. Με κράτησε, και πρέπει να τον κρατήσω! Εσύ βρες τρόπο, να μην μείνουν τα παιδιά μας αγράμματα. Δεν κατάλαβε τον λόγο του παπά, έφυγεν αγανακτισμένη, επήγεν μου λέει, ήταν μέρα μεσημέρι να σιδερώσει τα ράσα του παπά. Και σιδέρωνε. Και έκλαιε. Και μου λέει, εκείνα τα ράσα είναι γεμάτα από τα δάκρυα μου. Γιατί έβλεπα ότι ο παπάς είχε δίκαιο, αλλά και τα παιδιά είχαν δίκαιο. Και εγώ είχα δίκαιο. Και ποιος θα μας έδινε το δίκαιο μας; Τά ‘βαλα, λέει, με τον Απόστολο Ανδρέα. Πάντοτε, το εύκολο θύμα, ο εύκολος κατηγορούμενος είναι ο Θεός μας, είναι οι άγιοί μας. Ας θυμηθούμε εμείς, όταν έχουμε πένθος. Όταν έχουμε ασθένεια. Τα βάζουμε με το Χριστό. Γιατί συνεχίζει να είναι σταυρωμένος. Συνεχίζει να είναι η άκρα ταπείνωσις. Συνεχίζει να είναι η αγάπη, που δεν ζητεί τα εαυτής, που δεν θέλει δικαιώματα.
Και όπως, λέει, εμονολογούσα μόνη μου και έκλαια και σιδέρωνα εμφανίστηκε, λέει, μέσα στην πόρτα ένα φως. Ένα ζωηρό φως. Έναν κινούμενο φως. Και μέσα από το φως, εβγήκε ο Απόστολος Ανδρέας. Και της λέει, παπαδιά μου, μην κλαις, έχει και για σένα σχέδιο ο Θεός. Έχει και για την Κύπρο. Να πας εις την Λεμεσό, να μείνεις με τα παιδιά σου και εκεί εγώ θά ‘ρθω μαζί σας. Και θα σας βοηθώ. Θα σπουδάσουν τα παιδιά. Θα προκόψουν. Δηλαδή, του λέει η παπαδιά, Απόστολε μου Ανδρέα, ο σκοπός σου είναι να με χωρίσεις που τον άντρα μου; Μου έκαμε εντύπωση το σθένος της. Και της απάντησε. Όχι παπαδιά. Όταν τα παιδιά μεγαλώσουν και παντρευτούν, θα γίνει ένα μικρόν έλεος και θα ανοίξουν οι πόρτες. Εννούσε τα οδοφράγματα. Και θα έρχονται εδώ κόσμος και κοσμάκης. Εσύ θα έρθεις λίγο πριν ανοίξουν οι πόρτες. Και θα ξανασμίξεις με τον παπά σου. Και ύστερα θα γίνει το μέγα έλεος. Για όλον τον τόπο. Αλλά για να γίνει το μέγα έλεος, πρέπει αυτή η Εκκλησία μου να λειτουργηθεί. Ακούτε δύναμη που έχει η Λειτουργία; Η Λειτουργία ελευθερώνει ένα σκλαβωμένο άνθρωπο. Από τα πάθη και τα λάθη του. Ελευθερώνει έναν σκλαβωμένο τόπο. Από τα πάθη και τα λάθη του.
Και έτσι η παπαδιά έκαμε υπακοή στον Απόστολό μας, επήγε στη Λεμεσό, εσπούδασε τα παιδιά της, τα επάντρεψε, μου έλεγε, πόσες φορές επαίρναμε άδεια για να πάμε να κάμουμε Πάσχα με τον άντρα μου, τα παιδιά με τον πατέρα τους. Εφτάναμε, μου λέει, μέχρι το οδόφραγμα και οι Τούρκοι έλεγαν. Ακυρώθηκε η άδεια. Να πάτε πίσω. Τι πίκρες, μου λέει. Τι δάκρυα. Τι κουράγια εκάμαμε όλα αυτά τα χρόνια. Για να λειτουργείται ο Απόστολος Ανδρέας! Για να λειτουργείται το θαύμα στην κατεχόμενη Κύπρο! Όταν τότε δεν γινόταν πουθενά αλλού καμία Λειτουργία.
Αυτό που ελευθερώνει τον τόπο μας σιγά-σιγά και δεν το καταλαβαίνουν ούτε οι Τούρκοι ούτε και οι Έλληνες δυστυχώς. Είναι οι Θείες Λειτουργίες. Που τελούνται απ’ εκεί. Αυτό να το θυμάστε. Όπου Λειτουργία, εκεί ελευθερία! Όπου Λειτουργία, εκεί αγιότητα! Όπου Λειτουργία, εκεί Ρωμιοσύνη!
Πέρασαν τα χρόνια, άνοιξαν τα οδοφράγματα, γνωρίσαμε από κοντά τον παπά Ζαχαρία, τη Μαρούλλα την πρεσβυτέρα, τα καλά τους παιδιά, πολλούς εγκλωβισμένους. Γίναμε μια οικογένεια. Όταν άρχισα και ‘γω δειλά-δειλά εν μέσω κρίσεων και κατακρίσεων να λειτουργούμε τον Άγιο Μάμα, η πρώτη που ήρθε στη Λειτουργία ήταν η παπαδιά. Όταν εχρειάστηκαν αυτοί Λειτουργίες στον Άγιο Θέρισσο, Θύρσο. Θυμάται ο Μάριος. Επήγαμε. Πριν να υπάρχει Επίσκοπος Καρπασίας. Μου είπε ένας εγκλωβισμένος. Σήμερα, μου λέει, να τον μνημονεύσουμε. Άγιος άνθρωπος. Εκοιμήθη. Αυτός έβλεπε το Άγιο Φως. Μου λέει, ο Νικόλας ο Βούσιης από τη Γιαλούσα. Σήμερα, μου λέει εν είν’ Λειτουργία που εκάμαμε. Εν κύριο Πάσχα που εκάμαμε. Έτσι αισθάνθηκε εκείνη τη Λειτουργία την πρώτη, την αρχιερατική εις τον Άγιο θύρσο. {…}
Αιωνία η μνήμη!
Ολόκληρο το κήρυγμα, πιο κάτω: