1. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ κατοικία καὶ ἡ ἀνάπαυση τοῦ ἀγαθοῦ Πνεύματος εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ἀγάπη, ἡ πραότητα καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἐντολές τοῦ Χριστοῦ μας. Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ φτάσει μέσω ὅλων αὐτῶν στὴν τελειότητα, ἄς κάνει σύντροφό του τὴν πρώτη ἀρετή, τὴν Προσευχή. Μὲ αὐτὴ ἀποκτᾶ ὅλες τὶς ἀρετὲς καὶ τὴ μητέρα τους, ποὺ εἶναι ἡ Ταπεινοφροσύνη. Γιατὶ ὁ ταπεινός δὲν πέφτει ποτέ. Ποῦ δηλαδὴ νὰ πέσει ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπ’ ὅλους; Ὥστε ἡ ὑψηλοφροσύνη εἶναι μεγάλη κατάπτωση, ἐνῶ ἀντίθετα μεγάλη ἐξύψωση καὶ μεγάλο ἀξίωμα εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη.
2. Ἐπειδὴ δὲν εἶναι μόνον ἡ φτώχεια καὶ ἡ ἀφάνεια, ἀλλὰ παρόμοια καὶ ὁ πλοῦτος καὶ ἡ τιμὴ γίνονται πειρασμοὶ γιὰ τὴν ψυχή. Καὶ αὐτὴ ἡ παρηγορία καὶ ἀνάπαυση, μὲ τὴν ὁποία γεμίζει τὴν ψυχὴ ἡ Χάρη εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ τῆς γίνει πειρασμὸς καὶ ἐμπόδιο, προξενώντας τὴ χαύνωση καὶ τὴν ἀδιαφορία. Στὸν ἀμελὴ καὶ φτωχὸ στὴν πίστη καὶ νήπιο στὸ φρόνημα ὅλα γίνονται ἐμπόδιο γιὰ τὴν αἰώνια ζωή.
Δηλαδὴ τὰ λυπηρὰ καὶ ἐπίπονα, ἀσθένειες, φτώχεια καὶ ἀσημότητα ἤ καὶ τὰ ἀντίθετα, πλοῦτος, δόξα καὶ ἔπαινοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μαζὶ μὲ τὸν ἀφανὴ πόλεμο τοῦ πονηροῦ. Ἔτσι κατὰ τὸν θεῖο Ἀπόστολο «γιά ὅσους ἀγαποῦν τὸ Θεό, ὅλα συνεργοῦν στὴν ἀπόκτηση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ».
3. Τὸ τέλειο Μυστήριο τοῦ Χριστιανισμοῦ γίνεται γνωστὸ μὲ τὴν πεῖρα σὲ κάθε πιστὴ ψυχὴ διά μέσου Θείας ἐνεργείας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἔλλαμψη τοῦ ἐπουρανίου φωτὸς μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Λέει ὁ Θ. Ἀπόστολος: «Ὅλοι ἐμεῖς -ὅσοι γεννηθήκαμε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τέλεια πίστη- μὲ ἀκάλυπτο τὸ πρόσωπο τῆς ψυχῆς κοιτάζουμε σὰν σὲ καθρέπτη τὴ λαμπρότητα τοῦ Κυρίου καὶ μεταμορφωνόμαστε σ’ αὐτὴ τὴ λαμπρὴ εἰκόνα Του, ἀνεβαίνοντας ἀπὸ λαμπρότητα σὲ λαμπρότητα μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος, τὸ Ὁποῖο εἶναι ὁ Κύριος». Τώρα ὅμως πιστεύουμε ὅτι μὲ τὴν ἔλλαμψη τοῦ Πνεύματος ἀφαιρεῖται τὸ σκοτεινὸ κάλυμμα τῆς ψυχῆς, ἀπὸ τὶς πραγματικὰ πιστὲς καὶ ἄξιες ψυχὲς. Γι’ αὐτὸ ἦλθε στὴ γῆ μας ὁ Χριστὸς καὶ εὐδόκησε νὰ φτάσουν σὲ μέτρα ἁγιότητος ἐκεῖνοι ποὺ πιστεύουν ἀληθινά.
4. Αὐτὴ ἡ ἔλλαμψη τοῦ Πνεύματος δὲν εἶναι μόνο σὰν μιὰ ἀποκάλυψη νοημάτων καὶ φωτισμὸς τῆς Χάριτος, ἀλλὰ μιὰ βέβαιη καὶ ἀδιάκοπη ἔλλαμψη ὑποστατικοῦ φωτὸς μέσα στὶς ψυχὲς. Λέει ἡ Ἁγία Γραφή• «Ὁ Θεός, ποὺ εἶπε νὰ λάμψει φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι, Αὐτὸς ἔλαμψε μέσα στὶς καρδιές μας καὶ μᾶς φώτισε νὰ γνωρίσουμε τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ» καὶ «φώτισε τὰ μάτια μου, γιὰ νὰ μὴ κοιμηθῶ γιὰ θάνατο». Δηλαδή, ὅταν χωρισθεῖ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα, νὰ μὴ βρεθεῖ σκοτισμένη ἀπὸ τὸ κάλυμμα τοῦ θανάτου τῆς κακίας. «Ξεσκέπασε κι ἄλλο τὰ μάτια μου, γιὰ νὰ δῶ τὰ θαυμάσια τοῦ νόμου Σου». Καὶ «στεῖλε μου τὸ Φῶς Σου καὶ τὴν ἀλήθειά Σου. Αὐτὰ θὰ μὲ ὁδηγήσουν καὶ θὰ μὲ φέρουν στὸ Ἅγιο Ὄρος Σου καὶ στὸ ναό Σου». «Ἔλαμψε πάνω μας τὸ Φῶς τοῦ προσώπου Σου, Κύριε».