1. Ὅπως ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, τοῦ σκότους καὶ τῆς ἁμαρτίας, θὰ κατοικήσει σὲ ἄνθρωπο ποὺ εἶναι γεμάτος ἀπὸ σαρκικὸ φρόνημα, ἔτσι καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ φωτεινοῦ πνεύματος θὰ κατοικήσει μέσα στὸν ἄνθρωπο ποὺ ἁγιάσθηκε. Ὁ νόμος τῆς Παλ. Διαθήκης ἦταν ἀδύνατο νὰ ἐφαρμοσθεῖ ἐξ αἰτίας τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας. Ὕστερα ὅμως ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀνοίχθηκε ἡ θύρα τῆς Χάριτος σὲ ὅσους πίστεψαν ἀληθινὰ καὶ χορηγεῖται σ’ αὐτοὺς δύναμη Θεοῦ καὶ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
2. Ἀλλὰ καὶ τώρα, ἡ ψυχὴ ποὺ δὲν ἀξιώθηκε νὰ ἔχει ἔνοικο τὸν Κύριο, οὔτε κατασκηνωμένη μέσα της τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, βρίσκεται ἀκόμη στὸ σκοτάδι. Σὲ κείνους ὅμως ποὺ ἐπιφοίτησε ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σ’ αὐτοὺς ὁ Κύριος γίνεται σὰν ψυχή. Πόσο μεγάλη ἀγαθότητα ἔδειξε ὁ Θεὸς στὴν ἀνθρώπινη φύση, ποὺ τόσο εἶχε ταπεινώσει ἡ ἁμαρτία! Ἔτσι ὅταν ἡ ψυχὴ συζοῦσε μὲ τὴν κακία τῶν παθῶν, ἦταν ἕνα μ’ αὐτὴν καὶ δὲν μποροῦσε νὰ κάνει τὸ καλὸ ποὺ ἤθελε νὰ κάνει. Τώρα ὅμως ποὺ ἡ δύναμη καὶ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπισκέφθηκε τὴν ψυχὴ καὶ τὴν ἁγίασε, ἔγινε ἕνα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ θέλημα τῆς ψυχῆς.
3. Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ θέλει νὰ γίνει μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ καὶ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, γεννημένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὀφείλει νὰ ὑπομένει τὶς θλίψεις, δηλαδὴ τὶς σωματικὲς ἀσθένειες, ὕβρεις καὶ ὀνειδισμοὺς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐπιθέσεις δαιμόνων μὲ γενναιοψυχία καὶ καρτερία. Γιατὶ κατ’ οἰκονομία Θεοῦ παραχωρεῖται ἡ δοκιμασία τῶν θλίψεων, γιὰ νὰ φανερωθοῦν οἱ ψυχὲς ποὺ Τὸν ἀγαποῦν εἰλικρινά· «Παιδί μου, ἄν ἔρχεσαι νὰ ὑπηρετήσεις τὸν Κύριο, ἐτοίμασε τὴν ψυχή σου γιὰ πειρασμούς» καὶ «ὅλα ὅσα σοῦ ἔρχονται δέξου τα σὰν καλά, γνωρίζοντας ὅτι χωρὶς νὰ θέλει ὁ Θεὸς τίποτα δὲν γίνεται», λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Οὐδέποτε ὅμως ὁ Θεὸς ἄφησε τὴν ψυχὴ ποὺ ἐλπίζει σ’ Αὐτὸν νὰ καταβληθεῖ ἀπὸ τοὺς πειρασμοὺς καὶ ν’ ἀπελπισθεί. Γνωρίζει ὁ Θεὸς τὸ βάρος τῶν θλίψεων, ποὺ μπορεῖ νὰ σηκώσει μιὰ ψυχὴ γιὰ νὰ γίνει δόκιμη καὶ κατάλληλη γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
4. Μερικὲς ψυχές, ἄν καὶ ἔλαβαν τὴ Θεία Χάρη καὶ ἔνοιωσαν τὴ γλυκύτητα καὶ τὴν ἀνάπαυση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐπειδὴ ὅμως ἀκόμη δὲν δοκιμάστηκαν ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα μὲ διάφορες θλίψεις, ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι νήπιες, καὶ δὲν εἶναι ἀκόμη κατάλληλες γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὥστε καὶ οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ θλίψεις γιὰ τὸ συμφέρον στέλνονται στοὺς ἀνθρώπους, νὰ κάνουν τὴν ψυχὴ πιὸ γνήσια καὶ πιὸ στερεή. Καὶ ἄν αὐτὴ ὑπομείνει μέχρι τέλους μὲ τὴν ἐλπίδα της στὸν Κύριο, εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴ λυτρωθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη τῆς κακίας καὶ ν’ ἀξιωθεῖ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.