1. Ὁ παραδομένος στὴν ἁμαρτία θεωρεῖ φυσικά τὰ παρά φύση πάθη, δηλαδὴ τὴν ἀσέλγεια, τὴν πορνεία, τὴν πλεονεξία, τὸ μῖσος, τὴ δολιότητα καὶ τὰ κάνει μ’ ἀπόλαυση καὶ ἡδονή. Ὁμοίως καὶ ὁ ἀληθινός Χριστιανός πραγματοποιεῖ σὰν φυσικές ὅλες τὶς ἀρετὲς δηλαδὴ τὴν ἀγάπη, τὴν εἰρήνη, τὴν ὑπομονή, τὴν πίστη, τὴν ταπείνωση μὲ μεγάλη ἀπόλαυση καὶ ἡδονή, ἄκοπα κι’ εὔκολα. Καὶ δὲ μάχεται πλέον ἐναντίον τῶν παθῶν τῆς κακίας, γιατί λυτρώθηκε τελείως καί δέχθηκε στὴν καρδιά τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ τὴν εἰρήνη καὶ ἀγαλλίαση τοῦ Χριστοῦ μας, μὲ τὸν Ὁποῖον ἔγινε «ἕνα πνεῦμα».
2. Ὅσοι δὲν μποροῦν νὰ ἐπιδοθοῦν στὸ ἔργο τῆς προσευχῆς, αὐτοὶ ἄς ἀναλαμβάνουν διάφορα διακονήματα τῆς μονῆς μ’ εὐλάβεια καὶ χαρά, ὁπότε τὸ ἔργο τους θὰ γίνεται εὐσπρόσδεκτο ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ δὲν θὰ χάσουν τὸ μισθό τους.
3. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε: «Ὅποιος δώσει σέ κάποιον ἕνα ποτήρι κρύο νερό, μόνον ἐπειδὴ εἶναι μαθητής μου, σᾶς βεβαιώνω, ὅτι δὲν θὰ χάσει τὸ μισθό του». Καὶ πάλι• «Ἐφόσον τὸ κάνετε σ’ ἕναν ἀπ’ αὐτούς, σ’ ἐμένα τὸ κάνετε». Μόνον ὅ,τι γίνεται, νὰ γίνεται γιατί τὸ θέλει ὁ Θεὸς καὶ ὄχι γι’ ἀνθρώπινη δόξα. Καὶ κατηγορώντας ἐκείνους ποὺ κάνουν τὸ καλὸ ἐπιδεικτικά, κατέληξε: «Σᾶς βεβαιώνω, ὅτι δὲν θὰ πάρουν ἄλλη ἀνταμοιβή…».
4. Ἡ ἁπλότητα πρίν ἀπ’ ὅλα καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ ἑνὸς πρός τὸν ἄλλο, ἡ χαρὰ καὶ ἡ ταπείνωση νὰ εἶναι σὰν θεμέλιο στὴν ἀδελφότητα, γιὰ νὰ μήν ὑπερηφανευόμαστε καὶ γογγύζουμε ὁ ἕνας κατὰ τοῦ ἄλλου. Ὁ προσευχόμενος ἀδιαλείπτως νὰ μήν ὑπερηφανεύεται καὶ ὁ διακονῶν νὰ μὴ γογγύζει κατὰ τοῦ σχολάζοντας στὴν προσευχή.
5. Τότε γίνεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ γῆ ὅπως στὸν Οὐρανό, ὅταν -ὅπως εἴπαμε- δὲν ὑπερηφανευόμαστε ὁ ἕνας κατὰ τοῦ ἄλλου. Καὶ ὅταν χωρὶς ζηλοτυπία, μὲ ἀπλότητα, ἀγάπη, εἰρήνη καὶ χαρά εἴμαστε ἑνωμένοι μεταξύ μας καὶ θεωροῦμε τὴν προκοπὴ τοῦ πλησίον σὰν δική μας, καὶ τὶς ἐλλείψεις του σὰν δική μας ζημία.