Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ: Λόγος εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Ἑορτὴ ὑπέρλαμπρη καὶ κοσμοχαρμόσυνη ἡ σημερινή, ἀγαπητοί πατέρες καὶ ἀδελφοί! Σήμερα, ἡ ἁγία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησία τιμᾶ καὶ γεραίρει μὲ ᾄσματα πνευματικὰ καὶ ὕμνους θεοτερπεῖς τὸ πανευφρόσυνο γεγονὸς τῆς εἰσόδου τῆς πανυπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ νομικοῦ ναοῦ, τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος στὰ Ἱεροσόλυμα. Γεγονός, ποὺ σηματοδοτεῖ τὴν ἀπαρχὴ τῆς σωτηρίας τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων.

Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς συναθροισθήκαμε, γιὰ νὰ τῆς προσφέρουμε τὴν κατὰ δύναμη δοξολογία καὶ εὐχαριστία, στὸν παλαίφατο τοῦτο ναὸ στὸ ἅγιό της ὄνομα, τὸν ἐπονομαζόμενο τῆς Ποδίθου, τὸν ὁποῖο ἡ εὐλάβεια δύο ἀρχόντων κατοίκων τῆς εὐλογημένης Γαλάτας, τοῦ Δημητρίου ντὲ Κορὸν καὶ τῆς συζύγου του Ἑλένης, ἀνήγειρε τὸ ἔτος 1502, ὡς μοναστηριακὸ ναὸ μίας μικρῆς μονῆς τῆς περιόδου τῆς ἑνετοκρατίας. Κι ὁ ναὸς τοῦτος, ποὺ ἀφιερώθηκε στὴν Παναγία τὴν Ἐλεοῦσα, κοσμήθηκε -δυστυχῶς ὄχι ὁλόκληρος- μὲ ὑψηλῆς δυτικότροπης τεχνοτροπίας νωπογραφίες, ὥστε σήμερα νὰ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ δέκα στὴν Κύπρο μνημεῖα παγκόσμιας κληρονομιᾶς τοῦ διεθνοῦς ὀργανισμοῦ τῆς Unesco.

Πρέπει ἐξαρχῆς νὰ σημειώσουμε ὅτι τὸ γεγονὸς τῶν Εἰσοδίων τῆς Παναγίας μας δὲν καταγράφεται στὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλὰ διασώθηκε σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἀρχαιότερα καὶ σημαντικότερα ἀπόκρυφα χριστιανικὰ κείμενα, τὸ λεγόμενο Πρωτευαγγέλιον Ἰακώβου, ποὺ πραγματεύεται τὰ σχετικὰ μὲ τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου, τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ζαχαρία, πατέρα τοῦ Προδρόμου, πράγμα ποὺ τὸ ἀνέδειξε σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον δημοφιλῆ λαϊκὰ ἀναγνώσματα τῆς πρωτοχριστιανικῆς/βυζαντινῆς περιόδου. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς εὐρείας διάδοσής του, ἦταν ἡ ἐπίδρασή του στὴ λατρευτικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση. Ἡ σύγχρονη ἔρευνα καταλήγει ὅτι τὸ κείμενο τοῦτο γράφηκε μᾶλλον στὴν Αἴγυπτο περὶ τὸ ἔτος 175 μ.Χ. Ὁ συγγραφέας του χρησιμοποίησε βιβλικὲς πηγές, ἀλλὰ καὶ ζῶσες μέχρι τὴν ἐποχή του παραδόσεις. Καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, παραμερίζοντας τὰ ὅσα μὴ ὀρθόδοξα σημεῖα τοῦ ἀρχαιότατου τούτου βιβλίου, ξεχώρισε μὲ τὴ διακριτική της χάρη ἀπὸ πρώιμους χρόνους τὰ ὅσα θεολογικὰ καὶ ἱστορικὰ ἔκρινε ὅτι εὐσταθοῦν καὶ τὰ ἐνέταξε στὴ λειτουργική της ζωή. Γι᾽ αὐτό, στηριζόμενη στὴν ἀρχαία ζῶσα παράδοσή της, καθὼς καὶ τὴ γραπτὴ μαρτυρία τοῦ Πρωτευαγγελίου τοῦ Ἰακώβου, ὅπου αὐτὴ καταγράφεται, θέσπισε ἀπὸ πολὺ ἐνωρὶς τὴ σημερινὴ ἑορτή, ἡ ὁποία, ἀπὸ τὶς ὑπάρχουσες μαρτυρίες, ἑορταζόταν μὲ μεγάλη λαμπρότητα στὶς 21 Νοεμβρίου, ἤδη ἀπὸ τὸν ἕκτο/ἕβδομο αἰῶνα.

Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὰ ὅσα καταγράφει ἡ ἀρχαιότατη αὐτὴ παράδοση καὶ ἐξυμνοῦν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ γονεῖς τῆς Θεοτόκου, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, πέρασαν πολλὰ χρόνια ἁγίου ἐγγάμου βίου, χωρὶς νὰ μπορέσουν νὰ ἀποκτήσουν παιδί. Ὁπόταν, ἀποφάσισαν νὰ κάνουν θερμὴ στὸν Κύριο προσευχή, ὁ καθένας χωριστά. Καὶ εἰσακούστηκε ἡ θεοφιλής τους δέηση, καὶ ἀξιώθηκαν νὰ γεννήσουν τὸ τελειότερο πλάσμα, «τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβὶμ καὶ ἐνδοξωτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ», αὐτήν, ποὺ θὰ γινόταν μητέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἁγία Ἄννα εἶχε ὑποσχεθεῖ πώς, ἂν γεννοῦσε παιδί, θὰ τὸ ἀφιέρωνε στὸν Θεό, ὅταν ἔγινε τριῶν ἐτῶν ἡ Παναγία μας, ἀποφάσισαν οἱ θεοφόροι γονεῖς της νὰ ἐκπληρώσουν τὸ τάμα τους καὶ νὰ τὴν ἀφιερώσουν στὸν ναὸ τοῦ Σολομῶντος, στὴ μόνιμη λατρεία τοῦ Θεοῦ. Κάλεσε τότε ὁ Ἰωακεὶμ νεαρὲς παρθένες Ἑβραῖες κόρες, ποὺ μὲ ἀναμμένες λαμπάδες συνόδευσαν τὴ λαμπάδα τοῦ ἀΰλου φωτός, τὴ μικρὴ Μαρία, στὸν νομικὸ ναὸ στὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ ὁ ἀρχιερέας Ζαχαρίας, ὁ πατέρας τοῦ Προδρόμου Ἰωάννη, ποὺ τὴν ἀνέμενε στὴν πύλη τοῦ ναοῦ μαζὶ μὲ τοὺς πρεσβύτερους, τὴν πῆρε στὶς ἀγκάλες του, τὴν ἀσπάσθηκε καὶ τὴν εὐλόγησε, προλέγοντας πὼς στὸ πρόσωπό της θὰ ἐκπληρώνονταν οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία στὴ γῆ. Καί, πράγμα παράδοξο καὶ ἀνήκουστο, ὁ Ζαχαρίας, μὲ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρὶς ἐνδοιασμοὺς καὶ χωρὶς φόβο τολμᾶ κάτι δίκαιο, ποὺ ξεπερνᾶ τὸν Νόμο, μᾶλλον ξεπερνᾶ τὸν ἀνθρώπινο νόμο καθὼς καὶ τὴν ἀσάφεια τοῦ γράμματος τοῦ Νόμου, καὶ ὁδηγεῖ καὶ ἀποθέτει στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τὴ Μαρία, ὡς τὸ ἁγιώτερο ἀφιέρωμα. Δέχεται ὁ τόπος αὐτὸς τὴν κόρη· ὁ τόπος, ποὺ κανεὶς ἄλλος ἄνθρωπος δὲν τὸν εἶδε, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν πατήσουν οὔτε οἱ ἱερεῖς, παρὰ μόνος ὁ ἀρχιερέας, κι αὐτὸς μία μόνο φορὰ τὸν χρόνο. Τώρα ὅμως περνώντας τὴν αὐλή, διασχίζοντας τὸ δεύτερο καταπέτασμα καὶ φτάνοντας στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὁρίζεται νὰ μένει ἐκεῖ ἡ παρθένος Μαρία συνεχῶς μαζὶ μὲ τὸν Θεό· κι αὐτὸ ἦταν ἕνας ἀρραβώνας μεταξύ τῆς ἀνθρώπινης φύσης καὶ τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐμφανίζεται ἀργότερα. Δείχνει μ’ αὐτή της τὴν ἐνέργεια ἡ Θεοτόκος προφητικὰ σ’ ἐμᾶς καὶ ἀνοίγει τὸν δρόμο σ’ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος γιὰ τὴν ἄνοδο καὶ εἴσοδό του στὰ οὐράνια καὶ ἀληθινὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Καὶ ἔτσι, μετὰ ἀπ’ αὐτό, φαίνεται ὅτι καταργεῖ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο· ὁ ὁποῖος, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ μᾶς δικαιώσει καὶ νὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, σχεδὸν μᾶς ἐμπόδιζε ὅλους νὰ μετέχουμε σὲ κάθε μορφὴ ἁγιότητας.

Ἔχοντας ἔτσι ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο, τοὺς γονεῖς της καὶ κάθε δεσμὸ μὲ τὰ γήινα, ἡ ἁγία Παρθένος παρέμεινε γιὰ δώδεκα ἔτη στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, τρεφόμενη ἀπὸ θεῖο ἄγγελο μὲ οὐράνια τροφὴ καὶ διάγοντας βίο ἀγγελικό, ἀνώτερο τῶν παθῶν, ζῶντας μόνο γιὰ τὸν Θεὸ μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ ἀτενίζοντας μὲ νοῦ καθαρὸ τὸ θεῖο κάλλος. Ἔφθασε λοιπὸν ἡ Παναγία μας σὲ τέτοια τελειότητα βίου (εἶναι γνωστὸ, ὅτι δὲν ἁμάρτησε οὔτε καὶ μὲ τὸν λογισμό), ὥστε προσείλκυσε τὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ Πατέρα, καὶ τὴν ἔκανε Νύμφη Του, Νύμφη ὅμως Ἀνύμφευτη, μὲ τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ Του ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Καὶ ὅταν ἔφθασε στὰ δεκαπέντε της ἔτη, οἱ ἱερεῖς τὴν παρέδωσαν στὸν σώφρονα καὶ δίκαιο Ἰωσήφ, ὡς φύλακα τῆς Παρθενίας της.

Αὐτὴ εἶναι ἡ σημερινή μας πανήγυρη, αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἑορτάζουμε σήμερα, τὴν προσαγωγὴ τῆς Παρθένου Μαρίας στὸν ναὸ καὶ τὴν εἰσαγωγή της στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Κι ἐμεῖς, ἀδελφοί, ἂς προσφέρουμε τὰ ὅποια ἀφιερώματά μας στὸν Κύριο, ἀπὸ τὸν Ὁποῖο προέρχεται «πᾶσα δόσις ἀγαθή», μὲ εὐλάβεια καὶ σεβασμό, ἔχοντας ἐπίγνωση, πὼς κάθε καλὸ ποὺ ἔχουμε, δὲν προέρχεται ἀπὸ τοὺς κόπους μας, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ δύναμη καὶ τὴ Χάρη Ἐκείνου. Καὶ νὰ Τοῦ προσφέρουμε ὅ,τι καλύτερο ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά μας, μά, τὸ σπουδαιότερο, τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας, καθαρμένα καὶ ἁγιασμένα. Γιατί, χωρὶς «ἁγιασμὸ καὶ καθαρότητα κανεὶς δὲν θὰ ἀντικρύσει τὸν Κύριο», ὅπως λέει ὁ Παῦλος. Ἂς ἀγωνιζόμαστε πρὸς μίμηση τῆς ἰσάγγελης ἐκεῖνης ζωῆς τῆς Θεοτόκου στὸν ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων, μὲ ἐγκράτεια, σωφροσύνη, ταπεινοφροσύνη, εὐλάβεια, προσευχή, ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον μας.

Ἔτσι ἑορτάζουμε πραγματικά, ἀδελφοί! Μακάρι ἔτσι νὰ ἑορτάζουμε πάντοτε, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴν πιὸ τέλεια εἴσοδο, στὰ οὐράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων, παρθένες ψυχές, καθαρὲς ἀπὸ κάθε κακό, γιατὶ αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ παρθενία. Ἡ ψυχή μας, νὰ κρατᾶ λαμπρὲς τὶς λαμπάδες ποὺ καῖνε τὸ ἔλαιο τῆς φιλανθρωπίας, γιὰ νὰ εἰσέλθουμε ἐκεῖ, «ὅπου μπῆκε πρὶν ἀπό ἐμᾶς καὶ γιὰ χάρη μας ὁ Χριστός», ἔχοντας γιὰ βοηθό μας αὐτὴν τὴν ἴδια τὴ Θεοτόκο καὶ στὶς προθέσεις καὶ στοὺς λόγους καὶ στὶς πράξεις μας. Αὐτὴ μᾶς ἀξίωσε νὰ δεχτοῦμε τόσες πολλαπλὲς χάριτες ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ αὐτὴ τώρα μὲ τὴν ἑορτή της μᾶς ἁγιάζει, μὲ τὸ ἔλεος τῆς Παναγίας καὶ Ὁμοουσίου Τριάδος, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τοῦ μοναδικοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.