Πηγή: Τμήμα Αρχαιοτήτων
Στα βουνά της οροσειράς του Τροόδους, στο κεντρικό τμήμα της Κύπρου, βρίσκονται μερικά από τα σπουδαιότερα μνημεία για την ιστορία της βυζαντινής ζωγραφικής. Πρόκειται για τοιχογραφημένες εκκλησίες που διασώζουν ως τις μέρες μας έξοχα δείγματα των διαφόρων ρευμάτων της βυζαντινής και μεταβυζαντινής μνημειακής ζωγραφικής, από τον 11ο μέχρι και το 19ο αιώνα. Δέκα από τις εκκλησίες αυτές έχουν ενταχθεί μέχρι στιγμής στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Η εκκλησία της Παναγίας της Ποδίθου ή Ποδύθου βρίσκεται σε κεντρική περιοχή της οροσειράς του Τροόδους, στο βόρειο τμήμα της κοιλάδας της Σολέας. Είναι κτισμένη μέσα σε μια στενή και εύφορη κοιλάδα του ποταμού Κλάριου/Καρκώτη, μερικές εκατοντάδες μέτρα βορείως του χωριού Γαλάτα. Από το 1985 περιλαμβάνεται, μαζί με εννέα άλλες τοιχογραφημένες βυζαντινές εκκλησίες του Τροόδους, στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Πρόκειται για το καθολικό μικρής ομώνυμης Μονής που οικοδομήθηκε, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή που βρίσκεται στην εξωτερική πλευρά του δυτικού τοίχου του ναού, στα 1502 με χορηγία του Δημητρίου ντε Κορόν και της συζύγου του Ελένης. Ο Δημήτριος, ως ιππότης της βαρωνίας της Πεντάγειας, μας είναι γνωστός από ιστορικά γεγονότα του 1461. Η μονή λειτουργούσε μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα, παρήκμασε όμως και εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά άλλα μοναστήρια του νησιού, μετά τα τραγικά γεγονότα του 1821. Γύρω στα 1850, στη μονή ιδρύθηκε το πρώτο δημοτικό σχολείο της Γαλάτας από τον ιερομόναχο Σωφρόνιο.
Όσον αφορά την αρχιτεκτονική, πρόκειται για ένα μονόχωρο ξυλόστεγο ναό με ορθογώνια κάτοψη. Στις τρεις του πλευρές περιβάλλεται από στοά που προστέθηκε αργότερα. Η δίριχτη στέγη, στρωμένη με αγκιστρωτά κεραμίδια, καλύπτει τόσο την εκκλησία όσο και τη στοά. Ο Ρώσος μοναχός Βασίλι Μπάρσκυ, που επισκέφθηκε τη μονή στα 1734, αναφέρει ότι σε παρακείμενο μικρό διώροφο κτήριο, κτισμένο με πλιθιά, κατοικούσαν δύο μοναχοί. Το κτήριο αυτό σωζόταν μέχρι τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα.
Η εκκλησία δεν είχε ποτέ διακοσμηθεί ολόκληρη. Ο ζωγραφικός διάκοσμος, που είναι σύγχρονος με την εκκλησία, περιορίζεται στην αψίδα του Ιερού Βήματος, τόσο στο εσωτερικό όσο το εξωτερικό του δυτικού αετώματος, καθώς και σε τμήματα του βόρειου και νότιου τοίχου. Στο 17ο αιώνα χρονολογούνται μόνο οι τοιχογραφίες που απεικονίζουν τους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο, στο βόρειο και νότιο τοίχο αντίστοιχα.
Ο δωρητής απεικονίζεται μεγάλος σε ηλικία, να προσφέρει με την ελληνίδα σύζυγό του στην Παναγία ένα μοντέλο της εκκλησίας. Είναι εμφανές ότι πρόκειται για έναν εξελληνισμένο πλέον φράγκο που ακολουθεί το ορθόδοξο τυπικό στη λατρεία και ομιλεί την ελληνική γλώσσα. Ο ζωγράφος που εργάστηκε στην Ποδίθου είναι επηρεασμένος, τεχνοτροπικά και εικονογραφικά, από τη δυτική ζωγραφική. Μερικές από τις παραστάσεις της Παναγίας της Ποδίθου θεωρούνται από τα καλύτερα δείγματα της «ιταλοβυζαντινής» τεχνοτροπίας, η οποία εμφανίστηκε και εξαπλώθηκε στο νησί με την ενετοκρατία. Η τεχνοτροπία αυτή συνδυάζει βυζαντινά στοιχεία με αντίστοιχα της ιταλικής τέχνης της Αναγέννησης.
Σύγχρονο με τις τοιχογραφίες του 1502 είναι και το ξυλόγλυπτο τέμπλο που επιχρυσώθηκε ξανά στα 1783, καθώς και ένα αναλόγιο. Το τέμπλο αποτελεί ένα από τα πρωϊμότερα παραδείγματα του συγκεκριμένου τύπου που εμφανίζεται σε πολλές ελληνικές περιοχές, υπό την επίδραση της Βενετίας, στις αρχές του 16ου αιώνα και φέρει υστερογοτθικά και αναγεννησιακά στοιχεία.
Πρωτοπρεσβ. Χριστοφόρος Δημητρίου, τηλ. 99465448