Η θεολογία του μυστηρίου του Ευχελαίου

Εισήγηση στην Ζ΄ συνάντηση (30.03.2015)
του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου
της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου
Γ’ Ακαδημαϊκού  Έτους (2014-2015)

Εισηγητής: Πρεσβύτερος Νεκτάριος Χατζημιχαήλ

π. Νεκτάριος Χατζημιχαήλ

Πανιερώτατε,

Σας ευχαριστώ που μου εμπιστευτήκατε να παρουσιάσω στην αποψινή μας συναντηση ορισμένες πτυχές της Θεολογίας του Μυστηρίου του Ευχελαίου.

Θεμελιωτής του Ευχελαίου, όπως και όλων των Μυστηρίων της Εκκλησίας,  είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Ο ευαγγελιστής Μάρκος μας περιγράφει ότι ο Χριστός άρχισε να στέλλει τους μαθητές του ανά δύο και τους έδινε εξουσία να διώχνουν τα ακάθαρτα πνεύματα και θεράπευαν αρρώστους αφού τους άλειφαν με λάδι: «Καὶ προσκαλεῖται τοὺς δώδεκα, καὶ ἤρξατο αὐτοὺς ἀποστέλλειν δύο δύο, καὶ ἐδίδου αὐτοῖς ἐξουσίαν τῶν πνευμάτων τῶν ἀκαθάρτων» (Μᾶρκ. 6,7 )· «καὶ ἐξελθόντες ἐκήρυσσον ἵνα μετανοήσωσι, καὶ δαιμόνια πολλὰ ἐξέβαλλον, καὶ ἤλειφον ἐλαίῳ πολλοὺς ἀρρώστους καὶ ἐθεράπευον» (Μᾶρκ. 6, 12-13). Στην ευαγγελική αυτή διήγηση αναφέρεται σαφώς η κατ’ εντολήν του Χριστού, εν Αγιω Πνεύματι, θεραπεία ασθενών με την επάλειψη ελαίου. Με περισσότερη ακρίβεια ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος συμβουλεύει: «Ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ᾿ αὐτόν, ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου· καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος· κἂν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς, ἀφεθήσεται αὐτῷ» (Ἰακ. 5, 14-15). Το χωρίο αυτό δείχνει, ότι ήδη οι απόστολοι τελούν μια τελετή ευχελαίου, η οποία τους παραδόθηκε από τον Χριστό. Πιθανόν αυτό συμβαίνει την περίοδο, που ο αναστημένος Κύριος για σαράντα μέρες παρουσιαζόταν στους μαθητές του και τους δίδασκε τα περί της βασιλείας του Θεού: «δι᾽ ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 1, 3).

Η Εκκλησία παρέλαβε το Μυστήριο του Ευχελαίου και το τελεί αδιάκοπα από την αποστολική περίοδο έως την εποχή μας. Υπάρχουν σχετικές αναφορές για το Ευχέλαιο σε πηγές και πατέρες των πρώτων αιώνων. Άλλωστε η αναγνώριση και χρησιμοποίηση του Ευχελαίου από αιρέσεις που αποσπάστηκαν τον τέταρτο αιώνα από την Ορθόδοξη Εκκλησία,  όπως οι Κόπτες και οι Ιακωβίτες, δείχνει φανερά την αρχαιότητα του Μυστηρίου. Αρχικά η Ακολουθία απαρτιζόταν από μία ευχή ευλογίας του ελαίου, την οποία συνόδευε η χρίση του ασθενούς. Στο βιβλίο  Αποστολικές διαταγές ορίζεται η τέλεση του Ευχελαίου από τον επίσκοπο, παρισταμένου του πρεσβυτέρου και του διακόνου. Απόντος του επισκόπου, τελείται από τον πρεσβύτερο, παρισταμένου του διακόνου. Μάλιστα παρατίθεται εδώ και η ευχή, η οποία διαβαζόταν κατά την ώρα της Προθέσεως. Στο Ευχολόγιο του Σεραπίωνος, επισκόπου Θμουέως (4ος αιώνας) υπάρχουν δύο ευχές αγίου Ελαίου. Η μία πιθανόν διαβάζονταν ανεξάρτητα από τη Θεία Λειτουργία, ενώ ή άλλη κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας και πιθανώτατα κατά το τέλος της Προσκομιδής και πριν την έναρξη της Θείας Ευχαριστίας.  Σταδιακά, αυτό το απλο σχήμα του ευχελαίου (ευχή-χρίση) άρχισε να επαυξάνει μέχρι να πάρει την επταδική του μορφή. Τον 9ο αιώνα ο άγιος Αρσένιος επίσκοπος Κερκύρας γράφει τον κανόνα τοῦ Ευχελαίου, που είναι σε χρήση έως σήμερα και έχει ακροστιχίδα, «Εὐχῆς ἐλαίου ψαλμὸς ἐξ Ἀρσενίου». Σύμφωνα με το χειρόγραφο Ευχολόγιο  Coislin 213 του 11ου αιώνα, ο καθαγιασμός του ελαίου γινόταν μετά την προσκομιδή και πριν την έναρξη της Θείας Λειτουργίας με την ευχή, «Κύριε , ὁ  ἐν τῷ  ἐλέει», η οποία λεγόταν από τους επτά πρεσβυτέρους αλληλοδιαδοχικά. Εκεί περιλαμβάνεται ένα αποστολοευαγγέλιο, το πρώτο της σημερινής Ακολουθίας. Μετά την οπισθάμβωνο ευχή, οι ιερείς και πάλι αλληλοδιαδοχικά διαβάζουν την ευχή «Πάτερ Ἅγιε» και χρίουν τον ασθενή. Τον 13ο αιώνα ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αρσένιος Αυτωρειανός με πατριαρχική διάταξη καθορίζει (την ήδη από την εποχή του συνηθισμένη πρακτική) να τελείται το Μυστήριο του Ευχελαίου εξάπαντος από επτά ιερείς, για τους οποίους συνέγραψε και ισάριθμες ευχές. Την ίδια περίοδο πιθανώτατα προστέθηκαν και τα έξι επιπλέον αποστολοευαγγέλια. Μέσα στους επόμενους δύο αιώνες εξακολουθεί σποραδικά η σύνδεση του Ευχελαίου με τη Θεία Λειτουργία, αν και υπάρχει μια τάση προς την αυτονόμησή του. Την ίδια περίοδο το Ευχέλαιο τελείται και σε σύνδεση με τον όρθρο ή ακόμα και με τον εσπερινό. Κατά τον 16ο αιώνα όμως το Ευχέλαιο απαντάται στην χειρόγραφη παράδοση με την σημερινή του μορφή.

Ο σκοπός του Μυστηρίου του Ευχελαίου, όπως διδάσκει και η επιστολή του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, είναι διπλός: η σωματική θεραπεία και η άφεση αμαρτιών. Αυτό επιτυγχάνεται όταν υπάρχει πίστη, μετάνοια και εν γένει συμμετοχή στο αγιαστικό έργο της Εκκλησίας. Βέβαια μπορεί να υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις και να μην έρθει η θεραπεία, αν το θέλημα του Θεού προς το συμφέρον μας είναι αυτό. Εάν στο Μυστήριο του Ευχελαίου δεν παρέχεται  η θεραπεία του αρρώστου, αυτό δεν οφείλεται πάντα στην ολιγοπιστία του, αλλά στην ευεργετική θεία Πρόνοια προς τον πάσχοντα, η οποία αποβλέπει στην πνευματική ωφέλεια και την ψυχική σωτηρία του. Γι’ αυτό η σωματική θεραπεία παρέχεται όταν αυτή πρόκειται να έχει ως αποτέλεσμα την πνευματική πρόοδο και την εν Χριστώ ζωή, ενώ δεν γίνεται η ίαση, όταν η παράταση της αρρώστειας ή και ο θάνατος ακόμα πρόκειται να αποβούν εις σωτηρία. Άλλωστε το Μυστήριο του Ευχελαίου δεν παρέχει  την αθανασία του σώματος αυτών για τους οποίους τελείται, αλλά τους προετοιμάζει ψυχικά ώστε, βιώνοντας τη μετάνοια στην ασθένειά τους αλλά και σε όλη  τη ζωή τους, να κερδίσουν τη βασιλεία των Ουρανών, που είναι και o στόχος όλων των μυστηριακών τελετών της Εκκλησίας μας.

Εάν αναγνώσουμε προσεκτικά τις ευχές του Ευχελαίου, θα διαπιστώσουμε ότι ζητούμε από τον Θεό να προσφέρει τις ευεργεσίες του στον πάσχοντα και την ίαση, ώστε αυτός να αγωνίζεται ως ενεργό και γνήσιο μέλος της Εκκλησίας, να δοξολογεί τον Θεό και να τηρεί τις εντολές του με ευγνωμοσύνη. Για παράδειγμα:

 Στην ευχή του δευτέρου Ευαγγελίου ευχόμαστε: «διαφύλαξον τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς αὐτοῦ, πορευόμενον ἐν τοῖς δικαιώμασί Σου, πρὸς τὸ μηκέτι ἐπίχαρμα γενέσθαι αὐτὸν τῷ διαβόλῳ· ἵνα καὶ ἐπ’ αὐτῷ δοξασθῇ τὸ πανάγιον Ὄνομά Σου». Στην ευχή του τρίτου Ευαγγελίου γράφεται: «Γενοῦ ἰατρὸς τοῦ δούλου σου· ἐξέγειρον αὐτὸν ἀπὸ κλίνης ὀδυνηρᾶς καὶ στρωμνῆς κακώσεως· σῷον καὶ ὁλόκληρον χάρισαι αὐτὸν τῇ Ἐκκλησίᾳ Σου, εὐαρεστοῦντα καὶ ποιοῦντα τὸ θέλημά Σου». Στην ευχή του τέταρτου Ευαγγελίου: «ἀποδίωξον ἀπ’ αὐτοῦ πᾶσαν ἀρρωστίαν καὶ ἀσθένειαν· ἵνα, ἐξαναστὰς τῇ χειρί Σου τῇ κραταιᾷ, δουλεύῃ Σοι μετὰ πάσης εὐχαριστίας». Και,  στην ευχή του έκτου Ευαγγελίου: «τὸ στόμα αὐτοῦ τῆς Σῆς αἰνέσεως πλήρωσον· τὰ χείλη αὐτοῦ ἄνοιξον πρὸς δοξολογίαν τοῦ ὀνόματός Σου· τὰς χεῖρας αὐτοῦ ἔκτεινον πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν Σου· τοὺς πόδας αὐτοῦ πρὸς τὸν δρόμον τοῦ Εὐαγγελίου Σου κατεύθυνον, πάντα αὐτοῦ τὰ μέλη καὶ τὴν διάνοιαν τῇ Σῇ κατασφαλιζόμενος χάριτι». Ανακεφαλαιώνοντας το νόημα των παραπάνω ευχών, μπορούμε να πούμε ότι ευχόμαστε για την ίαση του ασθενούς προς σωτηρία του, αλλά και προς ώφελος του πληρώματος της Εκκλησίας.

Το Ευχέλαιο, όπως είδαμε, προσφέρεται στους πιστούς εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος. Είναι εμφανής η σημασία που αποδίδει η Εκκλησία στο ανθρώπινο σώμα, αφιερώνοντας ένα Μυστήριο στη θεραπεία των ασθενειών του. Το σώμα δεν θεωρείται κακό και μυαρό, όπως στην στωική φιλοσοφία, ή εμπόδιο της ψυχής, σύμφωνα με τον Πλάτωνα. Αντιθέτως, είναι ένα «λίαν καλὸν» δημιούργημα του Θεού. Υπάρχει σαφής διάκριση ανάμεσα στο σώμα, που είναι δώρο του Θεού και «ναὸς τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος» και στο σαρκικό φρόνημα, που είναι γέννημα και ανατροφοδότης της αμαρτίας. Το ανθρώπινο σώμα τιμήθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να το προσλάβει ο Θεός Λόγος με την ενανθρώπησή Του, να το καθαρίσει με τη σταυρική Του θυσία και αναστημένο να το συγκαθήσει ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρὸς με την Ανάληψή Του. Την πορεία αυτή οφείλουμε να την ακολουθήσουμε κι εμείς, όπως διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «τὸ σῶμα ἡμῖν ἔδωκεν ὁ Θεὸς ἀπό γῆς, ἵνα καὶ αὐτὸ εἰς οὐρανὸν ἀναγάγωμεν, οὐχ ἵνα δι’ αὐτοῦ καὶ τὴν ψυχὴν εἰς γῆν κατασπῶμεν». Δηλαδή, ο Θεός μας έδωσε το σώμα από τη γη για να το οδηγήσουμε κι αυτό στον ουρανό, όχι για να καταρρίψουμε μέσω αυτού και την ψυχή στη γη. Ο άνθρωπος με την αμαρτία υπέβαλε το λίαν καλὸν σώμα του στην ασθένεια και τη φθορά. Η Εκκλησία, μιμούμενη τον Χριστό, μας καλεί σε μετάνοια για να μας χαρίσει τη θεραπεία και να μας οδηγήσει, ψυχῇ τε καὶ σώματι, στον ουρανό.

Το Ευχέλαιο είναι αναμφίβολα ένα Μυστήριο αφέσεως αμαρτιών: «κἂν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς, ἀφεθήσεται αὐτῷ». Εδώ όμως τίθεται εύλογα το ερώτημα, αν μπορεί να αντικαταστήσει το Μυστήριο της εξομολογήσεως ή έστω ενίοτε να το αναπληρώνει. Με το Ευχέλαιο όμως δεν μπορούν  να συγχωρηθούν όλες οι αμαρτίες, αλλά μόνο τα ελαφρότερα αμαρτήματα ή πλημμελήματα. Άλλωστε η μετάνοια είναι κάτι το ευρύτερο· αποτελεί μόνιμο αίτημα της Εκκλησίας και εκφράζεται με διαφορετικούς τρόπους. Ο χριστιανός καλείται να ζει εν μετανοία μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του. Η εξομολόγηση είναι συγκεκριμένη πράξη ενώπιον πνευματικού πατέρα, το δε Ευχέλαιο ενισχύει την ψυχή στον αγώνα ενάντια στο κακό και τις αμαρτίες, που εξαιτίας της συχνής επανάληψης έχουν γίνει πάθη. Κανένα Μυστήριο της Εκκλησίας μας δεν αναιρεί κάποιο άλλο, αλλά το ένα συμπληρώνει το άλλο. Συμπερασματικά, το Ευχέλαιο είναι συμπληρωματικό Μυστήριο της απαραιτήτως και απολύτως προϋποτιθέμενης δια την άφεσιν των αμαρτιών ιεράς Εξομολογήσεως. Τα δύο Μυστήρια, σε συνδυασμό, προπαρασκευάζουν και οδηγούν τους Χριστιανούς στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, και γι’ αυτό το λόγο συνηθίζεται να τελούνται κατά την περίοδο των Τεσσαρακοστών.

Το Ευχέλαιο ως Μυστήριο μετανοίας χρησιμοποιήθηκε από την Εκκλησία για να προετοιμάσει την επαναπρόσληψη χριστιανών που χωρίστηκαν απ᾽ αυτήν λόγω κάποιου σοβαρού αμαρτήματος ή κάποιας αιρέσεως. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε, ότι το Ευχέλαιο δεν αντικαθιστούσε το ἅγιο Χρίσμα (το κατεξοχήν Μυστήριο επαναπροσλήψεως αιρετικών στην Εκκλησία), αλλά μετά το Χρίσμα και πριν την Θεία Ευχαριστία ετελείτο το Ευχέλαιο. Αυτή η ποιμαντική χρήση του Ευχελαίου μπορεί να είναι ιδιαίτερα επίκαιρη.

Επίσης, το Ευχέλαιο βοηθάει στο να εννοήσουν οι Χριστιανοί το παιδαγωγικό νόημα του πόνου, που γίνεται ευκαιρία για μετάνοια και αφορμή για πνευματική ωρίμανση και καλλιέργεια. Στον πόνο δοκιμάζονται τα ψυχικά αποθέματα του ανθρώπου. Στην ασθένεια και τη θλίψη ο Χριστιανός δεν βλέπει μόνο την «εγκατάλειψη» του Θεού, αλλά και τη σωτήρια επίσκεψή Του. Η ασθένεια και ο πόνος γίνονται μέσα, προκειμένου να θεραπευτεί η ψυχή. Περί αυτού αναφέρει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «τὰς γὰρ ἀρρωστίας, διὰ τὴν ὑγείαν τῆς ψυχῆς ἐπάγει ὁ Θεός». Με το Ευχέλαιο ο ασθενής δέχεται τη Χάρη του Θεού, διαπιστώνει την αγάπη των οικείων και συγγενών του, ωφελείται από την προσευχή τους και την προσευχή ολόκληρης της εκκλησιαστικής κοινότητας.

Στο πλαίσιο αυτού του παιδαγωγικού χαρακτήρα του Ευχελαίου εντοπίζουμε στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση, στο τέλος της τέλεσης του Μυστηρίου, μια σύντομη κατήχηση, που δεν έχει ενταχθεί στα εν χρήσει έντυπα Ευχολόγια της Εκκλησίας μας: «Βλέπε, ἀδελφέ (δεῖνα), τὸ ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς σου μηκέτι προσκρούσῃς Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου. Τὰ γὰρ πρῴην σου ἐγκλήματα ἤδη ἐξήλειπται διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπερευλογημένης δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ διὰ παράκλησιν τῶν τιμίων ἱερέων τῶν αὐτῆς δούλων. Λοιπόν, θάρσει τέκνον. Ἴδε, ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μή χεῖρόν τί σοι γένηται. Καὶ γὰρ ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου καὶ ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην, ἁγιασμῷ φυλαττόμενος, ἐν χάριτι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτῷ ἡ δόξα  εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν. Ὁ Θεὸς συγχωρῆσαί  σοι καὶ ἐλεῆσαί σε καὶ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι. Ἀμήν.»

Βασικό υλικό στοιχείο του Μυστηρίου του Ευχελαίου, όπως μαρτυρεί και το όνομά του, είναι το λάδι. Χρησιμοποιείται ως τύπος και σύμβολο της θεϊκής ευσπλαχνίας, ελεημοσύνης και συμπάθειας. Το λάδι προσφερόμενο αγιάζεται και δια μέσου αυτού προσελκύουμε το έλεος του Θεού. Φυσικά, δεν σώζει το λάδι καθαυτό, αλλά η ευχή της πίστεως. Οι διαμαρτυρόμενοι, οι χιλιαστές και άλλοι αιρετικοί υποστηρίζουν ότι η χρίση του ασθενούς με λάδι, που προτείνει ο Απόστολος, γίνεται για τις θεραπευτικές ιδιότητες που έχει το λάδι σαν συστατικό. Από το συγκεκριμμένο χωρίο βέβαια φαίνεται ξεκάθαρα το αντίθετο: Ζητά να έλθουν οι ιερείς για να αλείψουν τον ασθενή με το λάδι, αφού προσευχηθούν («καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα»). Εξάλλου το λάδι δεν θεραπεύει, ούτε όλες τις ασθένειες, ούτε και εξαλείφει την αμαρτία. Ακόμα, διάφοροι αιρετικοί ισχυρίζονται ότι «οἱ πρεσβύτεροι τῆς ἐκκλησίας» είναι απλώς ηλικιωμένοι χριστιανοί. Ο ισχυρισμός αυτός στερείται σοβαρότητας, διότι στις Πράξεις τῶν ἀποστόλων, καθώς και στις επιστολές της Καινής Διαθήκης, με τον όρο «πρεσβύτεροι της εκκλησίας» είναι σαφές ότι γίνεται λόγος για ιδιαίτερη εκκλησιαστική τάξη και συγκεκριμένα για τους ιερείς. Η παρερμηνεία και κακοδοξία τους αυτή οφείλεται στο ότι δεν μπορούν να δεχθούν την αλήθεια όλων των Μυστηρίων της Εκκλησίας, και ότι το Άγιον Πνεύμα αγιάζει την προσφερόμενη ύλη και δι’ αυτής παρέχει τα χαρίσματά του στους πιστούς. Η αόρατη Χάρη του Θεού ενεργεί μέσω των ορατών στοιχείων.  Άλλωστε στην ευχή του πρώτου Ευαγγελίου του Ευχελαιου αναφέρεται: «Γένοιτο, Κύριε, τὸ Ἔλαιον τοῦτο, ἔλαιον ἀγαλλιάσεως, ἔλαιον ἁγιασμοῦ, ἔνδυμα βασιλικόν, θώραξ δυνάμεως, πάσης διαβολικῆς ἐνεργείας ἀποτρόπαιον, σφραγὶς ἀνεπιβούλευτος, ἀγαλλίαμα καρδίας, εὐφροσύνη αἰώνιος». Όλα τα παραπάνω είναι χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος  και ζητούμε να μας δοθούν δια μέσου του Ευχελαίου. Όπως διασώζεται στη χειρόγραφη παράδοση, όταν ο ασθενής αλειφόταν με λάδι, ο ιερέας σε κάθε σφράγισμα έλεγε: «ἡ βοήθεια ἡμῶν ἐν ὀνόματι  Κυρίου», μαρτυρώντας ότι η βοήθεια έρχεται μόνο από τον Θεό και από πουθενά αλλού.

Βέβαια, το Μυστήριο του Ευχελαίου δεν έρχεται ουδόλως σε αντίθεση με το έργο των γιατρών, οι οποίοι κάνουν τα ανθρωπίνως δυνατά για την ίαση του ασθενούς, αλλά, μέσω αυτού, προσφεύγουμε και στον παντοδύναμο Θεό να τους ενισχύσει στο έργο της θεραπείας. Χαρακτηριστικά είναι όσα αναφέρει ο καθηγητής Π. Τρεμπέλας στο ἔργο του «Ὑπόμνημα εἰς τὰς ἐπιστολὰς τῆς Καινῆς Διαθήκης: «Οι ιερείς που πρόκειται να τελέσουν το Μυστήριο του Ευχελαίου καλούνται να προσευχηθούν για να δοθεί στον ασθενή η ίαση· για να υπομείνει με ειρηνικές σκέψεις και διαθέσεις την ασθένεια. Να φωτιστούν οι γιατροί προς διάγνωση της ασθένειας και να ευλογηθούν τα φάρμακα προς αποτελεσματική επίδραση.»

Οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν περιορίσει την τέλεση του Ευχελαίου μόνο για τους ετοιμοθανάτους. Η κακοδοξία αυτή είχε επιρροή και στον  Ορθόδοξο χώρο, αλλά δεν επικράτησε. Βέβαια καλό είναι να γίνεται Ευχέλαιο ακόμα και για ασθενείς σε τελευταίο στάδιο κάποιας σοβαρής ασθένειας, εφόσον υπάρχει πίστη ότι ο Θεός μπορεί να τους προσφέρει την ίαση. Το να περιορίζεται όμως η τέλεση του Ευχελαίου μόνο  σε ετοιμοθάνατους είναι απαράδεκτο. Άλλωστε τελούμε το Ευχέλαιο με την πίστη ότι «ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος». Επίσης, οι Ρωμαιοκαθολικοί δεν χρίουν με Ευχέλαιο νήπια και διανοητικά ανάπηρους, γεγονός ενδεικτικό του ότι δεν πιστεύουν στο Άγιο Πνεύμα και στα χαρίσματά Του. Το Μυστήριο εξάλλου ενεργεί σε σχέση με την πίστη και την ταπείνωση και όχι σε σχέση με την διανοητική ικανότητα.

Το Ευχέλαιο, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, από τα πρώιμα βυζαντινά χρόνια επικράτησε να τελείται από επτά ιερείς. Ο αριθμός επτά συμβολίζει την πληρότητα των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και δηλώνει την προσευχή ολόκληρης της Εκκλησίας για τον ασθενή. Η ανάγκη για την παρουσία επτά ιερέων πιθανόν να προέκυψε από τη συνήθεια να γίνονται επτά Θείες Λειτουργίες προ του Ευχελαίου, όπου στην περίπτωση αυτή ήταν απαραίτητοι ισάριθμοι ιερείς. Ήδη από την εποχή του Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης (16ος αιώνας) ήταν δύσκολο να βρεθούν επτά ιερείς για να τελέσουν το Ευχέλαιο, γι᾽ αυτό αποδέχεται την τέλεσή του από τρείς, συνιστώντας παράλληλα να μην τελείται από μόνον ένα ιερέα. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας αυτό αποδείχτηκε δύσκολο και ανεφάρμοστο. Έτσι ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι, «είναι καλύτερο να γίνεται το Μυστήριο από έναν ιερέα, παρά να το υστερούνται οι πιστοί και μάλιστα οι ασθενείς». Αναρωτιέται ακόμα, αν ένας ιερέας μόνος εκτελεί όλα τα άλλα Μυστήρια τα μείζονα του Ευχελαίου, γιατί να μη μπορεί να τελέσει μόνος και το Ευχέλαιο; Στη συνέχεια ερμηνεύει το χωρίο από την επιστολή του αγίου Ιακώβου  «προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας», σημειώνοντας ότι «εννοεί αυτούς που υπάρχουν και όχι αυτούς που δεν μπορούν να βρεθούν». Άλλωστε τους πρώτους αιώνες το Ευχέλαιο ετελείτο από ένα μόνο ιερέα. Αυτό γίνεται και σήμερα. Η πράξη ξαναγύρισε στην αρχική παράδοση. Δεν υπάρχει κώλυμα στην τέλεση του Ευχελαίου απο έναν ιερέα, με βασική όμως προϋπόθεση να τελεί όλη την Ακολουθία, όπως έχει παραδοθεί και επεκράτησε στην Εκκλησία.                     Όταν το Ευχέλαιο ήταν συνδεδεμένο με τη Θεία Λειτουργία, το τελούσε ο ιερέας με πλήρη ιερατική στολή στον ναό και, μόνο αν ο ασθενής δεν μπορούσε να παραστεί, μετέβαινε και τον έχριε στο σπίτι του. Αργότερα, όταν το Ευχέλαιο αποσυνδέθηκε από τη Θεία Λειτουργία, ετελείτο και στο σπίτι του πάσχοντος. Εξάλλου ο άγιος Ιάκωβος συστήνει να προσκαλούνται οι πρεσβύτεροι στον οίκο του ασθενούντος. Πάντως η Εκκλησία τελώντας το Ευχέλαιο στο σπίτι των Ορθοδόξων, ακολουθεί το παράδειγμα του Χριστού, που επισκεπτόταν τα σπίτια των μαθητών του και θεράπευε τους ασθενείς της οικογένειάς τους. Σημειωτέον, ότι στον τίτλο του Ευχελαίου στο Ευχολόγιο αναφέρεται ότι «τελεῖται ἐν τῷ ναῷ ἢ ἐν τῷ οἴκῳ». Όπου όμως και αν γίνεται, απαραίτητη είναι η πίστη στο Μυστήριο και η ευλάβεια. Και, όταν δεν υπάρχει σωματική ασθένεια, ο ιερέας δεν αρνείται την επιτέλεσή του, εφόσον οι αιτούντες επιζητούν με τη συμμετοχή τους σ’ αυτό τη σωματική ή την ψυχική τους υγεία. Έτσι δίνεται και μία σπουδαία ποιμαντική ευκαιρία στον εφημέριο να επισκέπτεται τα σπίτια της ενορίας του, να αναπτύσσει οικεία σχέση με τους πιστούς για να τους μιλήσει για μετάνοια,  Εξομολόγηση, συχνή προσέλευση στη θεία Κοινωνία και για άλλα ωφέλιμα πνευματικά θέματα. Βέβαια, ευλογημένη συνήθεια είναι να τελείται συχνότερα και στον ναό για τους ασθενείς της ενορίας και όχι μόνο την παραμονή των Χριστουγέννων και τη Μεγάλη Τετάρτη. Άλλωστε δεν υπάρχει συγκεκριμμένη περίοδος που τελείται το Μυστήριο του Ευχελαίου. Η σύνδεσή του με τη μετάνοια και τη Θεία Ευχαριστία βοήθησε να τελείται σε περιόδους νηστείας, αλλά μπορεί να γίνει όλο τον χρόνο προς ώφελος κάποιου ασθενούς ή για όποιον Ορθόδοξο Χριστιανό εν μετανοία και εξομολογήσει θέλει να προσέλθει στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Οι Χριστιανοί συχνά αγνοούν το νόημα και τον σκοπό των Μυστηρίων και Ακολουθιών της Εκκλησίας, γι’ αυτό και ο ιερέας οφείλει να προτείνει την πρέπουσα Ακολουθία για κάθε περίπτωση. Επί παραδείγματι στην Κύπρο μπορεί κάποιος να ζητήση Αγιασμό για κάποιον ασθενή. Τότε μπορεί να τον συμβουλέψει ο ιερέας να τελέσει το μυστήριο του Ευχελαίου. Αντίστοιχα, στη Βόρεια Ελλάδα μπορεί κάποιος να ζητήσει Ευχέλαιο για το καλό και την ευλογία του σπιτιού, οπότε ο ιερέας θα τελέσει τον Αγιασμό, αφού εξηγήσει και το νόημα της κάθε Ακολουθίας. Καλό είναι ο ιερέας να συμβουλεύει τους πιστούς να μην τελούν κάποια Ακολουθία και ειδικά το Ευχέλαιο ως αφορμή και ευκαιρία για να καλέσουν κόσμο. Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στο Μυστήριο και τις κοινωνικές εκδηλώσεις. Βέβαια, είναι ευπρόσδεκτοι όσοι θέλουν να προσευχηθούν για την υγεία και την πνευματική προκοπή αυτού, για τον οποίο τελείται το Ευχέλαιο.

Πρέπει ακόμη να λεχθεί, ότι το Ευχέλαιο δεν μπορεί να γίνει για κάποιο μη Ορθόδοξο Χριστιανό (αιρετικό, σχισματικό ή αφορισμένο) προτού επανέλθει στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατ’ αναλογία, δεν χρίονται νήπια αβάπτιστα, ούτε κάποιο μέλος της οικογένειας που είναι αλλόδοξο .  

Παράλληλα, ο ιερέας θα πρέπει να ερευνά τη διάθεση αυτού που θέλει να κάνει Ευχέλαιο, αν δεν είναι ενεργό μέλος της ενορίας του, διότι κάποιοι μάγοι  συμβουλεύουν αυτούς που τους επισκέπτονται -αν είναι θρησκόληπτοι- να τελέσουν Αγιασμό ή Ευχέλαιο ή ακόμα να ανάψουν ένα συγκεκριμένο αριθμό κεριών στον ναό. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε, ότι ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας αντιδιαστέλλει το Ευχέλαιο με τα μάγια, συμβουλεύοντας όσους Χριστιανούς ασθενούν να μην καταφεύγουν στα μάγια αλλά να ακολουθούν την προτροπή του αγίου Ιακώβου και να τελούν Ευχέλαιο. Μάλιστα τονίζει: «δράσεις  τῷ Θεῷ τὴν δόξαν ἀνατιθείς, καὶ οὐχὶ τοῖς ἀκαθάρτοις πνεύμασιν».

Τελειώνοντας, Πανιερώτατε και αγαπητοί πατέρες, και αντί επιλόγου, θα αναφέρω ένα περιστατικό από τον βίο του συγχρόνου μας οσίου πατρός Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, που φανερώνει το πόσο μεγάλη ευλάβεια και πίστη είχε στο Μυστήριο του Ευχελαίου. Για να δείξει τη δύναμη του Μυστηρίου, έλεγε: «Να σας πω για μια επίσκεψη του Θεού σ᾽ εμένα τον ταπεινό, για να δείτε την χάρη των Μυστηρίων. Από καιρό είχα βγάλει στην πλάτη μου ένα σπυράκι, το οποίο με πονούσε πάρα πολύ. Ήταν πολύ μικρό, σαν μια κεφαλή καρφίτσας. Ο πόνος απλωνόταν σε μεγάλη περιφέρεια της αριστερής πλευράς της πλάτης. Ήταν αφόρητος. Στο κελλί μου στο Μήλεσι είχαμε κάνει Ευχέλαιο. Έτσι όπως πονούσα, μου σταυρώσανε το σπυράκι με Ευχέλαιο κι αμέσως έσβησε ο πόνος. Και τόσο πολύ είχα ευχαριστηθεί από την επίσκεψη αυτή του Θεού, ώστε, όποιος ερχότανε, του έλεγα: ‘‘Πάρε από αυτό το Ευχέλαιο· ό,τι πόνο έχεις,  απ’ αυτό να βάζεις’’».