Ελληνισμός – Ρωμηοσύνη

Με την πάροδον των ετών, φουντώνει η διαμάχη μεταξύ της ονομασίας Έλληνος ή Ρωμηού για τους κατοίκους της χώρας μας, που στο μεταξύ έχει καταστεί η βορειοτέρα χώρα της Αφρικής ή άλλως ένα Μπανανιστάν.

Γράφει ο Κυανούς Ουρανός. Επιμέλεια κειμένου Πύρινος Λόγιος.

Αντί λοιπόν να κοιτάξουμε κατάμματα τα χάλια μας, αντί να αναλογιστούμε πώς φθάσαμε εδώ, διαφωνούμε για το πως θα ονομαζόμαστε, Έλληνες ή Ρωμηοί, ενοχλούμενοι αν διαφωνούμε με αυτό, που δεν μας αρέσει, αλλά μη ενοχλούμενοι αν μας αποκαλούν μαλάκες στην καθημερινότητα, καθιστώντας αυτήν την ονομασία πλέον αποδεκτή από το “Έλλην” ή “Ρωμηός”.

Ιστορική αναδρομή περί ονομάτων

Δεδομένης της σχεδόν καθολικής αγνοίας της Ιστορίας (κάποιοι χρησιμοποιούν ως αναφορές άρθρα του Cosmopolitan, του DownTown και λοιπών περιοδικών life-style, για να μην αναφέρω και την επαίσχυντη wikipedia) και της επίσης παντελούς κριτικής σκέψεως, λόγω της όχι απλώς υποβαθμισμένης και διεστραμμένης αλλά εκλειπούσης παιδείας, ας δούμε μίαν ιστορικήν αναδρομήν περί των προαναφερθέντων ονομάτων.

α) Έλλην : Το όνομα αυτό στην Ιλιάδα αναφέρεται μόνον δύο φορές (στην δε Οδύσσεια δεν αναφέρεται), ως δηλωτικόν των κατοίκων της Φθίας, των Μυρμηδόνων (~Αχιλλεύς). Άρα την εποχή του Ομήρου δεν ήταν εθνοτικόν όνομα όλων των Ελλήνων, όπως νομίζουν (ανέφερα το κακό σπυρί των life-style περιοδικών) και κακώς υποστηρίζουν οι οπαδοί του ονόματος, αποδεικνυόμενοι αδιάβαστοι αλλά και εμμονικοί. Μετά τον Όμηρον, πρώτος ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί εθνοτικώς το όνομα Έλληνες κατά τους μηδικούς πολέμους («τὸ Ἑλληνικόν, ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον, καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα» Ουρανία 144.3). Ας προσεχθή η διατύπωσις “καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι” και όχι “ομόθρησκον” όπως το διαστρέφουν πολλοί.

Μετά παύσιν σχεδόν δύο αιώνων της χρήσεως του ονόματος Έλλην (πάντοτε αναφέρομαι ως εθνοτικόν χαρακτηριστικόν), έρχεται ο Μέγας Αλέξανδρος, όπου ενώνοντας τους Έλληνες, αναφέρει το «Ελλήνων πλην Λακεδαιμονίων». Αλλά φευ, όπου έφθασαν οι Έλληνες υπό τον Μέγα Αλέξανδρον, ως Ίωνες τους γνώρισαν και ως Γιουνάν (~Ίων) τους θυμούνται ακόμα, σχεδόν δυόμισυ χιλιετίες μετά. Να μην αγνοείται ότι η Ιωνία είναι η πατρίδα της Φιλοσοφίας, του κυριοτέρου δημιουργήματος του Ελληνικού πολιτισμού, της μάνας της Επιστήμης. Ακόμα και στην Γιουνάν της Κίνας και οι Αινού στην Ιαπωνία, δεν χρησιμοποίησαν το εθνοτικό χαρακτηριστικόν “Έλλην” αλλά το Ίων. Αλλά οι αδιάβαστοι “έλληνες” επιμένουν στα φληναφήματα του life-style (λέγε μας διεθνής ανθελληνισμός και υπανθρωπισμός, όπως θα αποδειχθεί στην συνέχεια). Τα δε κράτη των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μόνον στην Ιστορίαν, αιώνες μετά, απεκλήθησαν Ελληνιστικά, ενώ όσο υπήρχαν δεν προέταξαν κανένα όνομα με συνθετικό το “Έλλην”. Αλλά και κατά την περίοδον μέχρι της ολοκληρωτικής καταλήψεως του Ελλαδικού χώρου από τους Ρωμαίους (146πΧ), πουθενά δεν χρησιμοποιείται η ονομασία «Έλλην» με εθνοτικόν προσδιορισμόν.

Για να μην παρεξηγηθώ (παρότι είναι σίγουρον) το επίθετον “ελληνικόν” σαφώς και χαρακτηρίζει τον υπό αυτού του γένους πολιτιστικόν δημιούργημα, τον μόνον πολιτισμόν επί γης! Αλλά το “Έλλην”, ως εθνοτικόν χαρακτηριστικόν, την εποχήν της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας χαρακτήριζε τον “εθνικόν”, πέραν του ελληνικού πολιτισμού αποδίδοντος και του ειδωλολατρικού στοιχείου (του ψευδώς αναφερομένου “ομοθρήσκου”).

Αυτό λοιπόν το Ελληνικόν γένος, το οποίον κάλλιστα θα μπορούσε να έχει το όνομα Πελασγοί ή Δωριείς ή Αχαιοί ή Αιολείς ή Ίωνες (ανετότατα) ή πάμπολλα ακόμα ιστορικά ονόματα, ας δούμε τι το χαρακτήρισε :

Ο αρχαίος Έλλην άρχιζε την ημέραν επικαλούμενος τους θεούς (το ανώτερο ον), αποζητώντας τις συμβουλές τους, την ευμένειαν κι εξιλέωσιν για τυχούσες απρέπειες (Μαντεία, θρησκευτικές τελετές, Ελευσίνια μυστήρια, θυσίες, Διοσημείες κλπ). Ας σημειωθεί ότι η Ιστορία δεν αναφέρει τελετές ή επετείους πολιτικών-πολεμικών γεγονότων παρά μόνον όσων είχαν άμεσον σχέσιν με τους θεούς, αυτούς που νόμιζαν ότι γνώριζαν.

Μετά την βοήθεια του ανωτέρου όντος, η πρώτη του προτεραιότητα ήταν η απόδοσις τιμών προς αυτό. Τέχνη κι Αρχιτεκτονική τιμούσαν σχεδόν αποκλειστικά τους θεούς. Ανέπτυξε την τραγωδία αναγνωρίζοντας ότι όπου σαν άνθρωπος αδυνατεί, είναι εκεί ο “από μηχανής θεός” για το “θαύμα”. Καθιέρωσε τους Ολυμπιακούς αγώνας (κι όχι μόνον) αποβλέπων σε συμμετοχή, ευγενή άμιλλα κι έπαθλον δόξας, υπό την σκέπη των θεών.

Στον πόλεμον απέδειξε ότι “δεν έχει φόβον θανάτου”, διαβαίνοντας το κατώφλι της αθανασίας θυσιαζόμενος χάριν της Πατρίδος, σεβόμενος και τιμώντας όλους τους νεκρούς. Πολύ σημαντικόν ότι πίστευε ενδομύχως την αιωνιότητα των ψυχών, ειδικών των “δικαιομένων” εις τόπους μακαρίους.

Αφού κατέκτησεν όλον τον γνωστόν και μη γνωστόν κόσμον διέδωσε στους άλλους λαούς τον κορυφαίον πολιτισμόν, επιστήμην, ήθος και παιδείαν του, εξανθρωπίζοντας αυτούς.  Κορυφαίον δείγμα αυτού, η πολιτιστική εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του κορυφαίου στρατηλάτου της Ιστορίας, που όμως δεν αναφέρεται ως στρατηλάτης αλλά “πολιτιστικός ευεργέτης”.

[Λυπάμαι που διακόπτω τον ειρμό του άρθρου αλλά υπάρχει πιθανότατα παγκοσμίως μόνον ένας που απαξιώνει την αξία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που ούτε ο μισέλλην Φαλμεράυερ δεν τόλμησε.  Αυτός είναι ο καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και νυν υπουργός Δημήτρης Καιρίδης, ο οποίος δήλωσε ότι η αξία του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν είναι μεγαλυτέρα ενός σκουπιδοτενεκέ.  Αυτό είναι το κατάντημα της σημερινής παιδείας, όταν διδάσκουν αυτά τα σκουπίδια…]

Κατακτώντας ερευνητικά και πολιτιστικά τα φυσικά πέρατα της οικουμένης και με “όπλα” τα “καλός κ’αγαθός” & “αίεν αριστεύειν”, ο Έλλην ανεζήτησε τα πνευματικά όρια της ζωής  με την Φιλοσοφίαν, αναζητώντας την προέλευσιν, σκοπόν και προορισμόν του στην παρούσα ζωή, αναρωτώμενος για το επέκεινα, ερευνώντας, αναζητώντας και προσδιορίζοντας τον “άγνωστον Θεόν”.

Μετά από αιώνων εθνική συντριβή και πνευματική ξηρασία (Ρωμαϊκή κατοχή) ο “άγνωστος Θεός” του αποκαλύπτεται κι ο Έλληνας Tον ακολούθησε με Πίστιν, χύνοντας με τους μάρτυρες ποτάμια αίματος κι ο “γνωστός” πλέον Θεός τίμησε τον Έλληνα προσφέροντάς του το “απόλυτον όπλο” Τούτω νίκα»)κι αναίμακτα το “παγκόσμιο στέμμα” αλλά κυρίως την αποστολικήν εντολήν διαδόσεως της Πίστεως του Ενός και Μοναδικού Τριαδικού Θεού στην οικουμένη.

β) Ρωμηός: Το όνομα προκύπτει από την Ρώμη και την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ποιά η σχέσις όμως των Ρωμαίων με τον Έλληνα;

Είναι πασίγνωστον ότι η Ρώμη ανεπτύχθη χάριν των Ελληνικών αποικιών στην ιταλική χερσόνησον, πολύ νωρίτερα από τον Μέγα Αλέξανδρον. Άλλωστα ακόμα μέχρι σήμερα η αποκαλουμένη Μεγάλη Ελλάς (Magna Grecia) μυρίζει Ελληνισμόν. Πατρίς του λατινικού αλφαβήτου υπήρξεν η αρχαία Κύμη δια των αποικιστών της.

Πέραν αυτών η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία θεωρείται ιστορικώς ως το δυτικόν Ελληνιστικόν κράτος (σε αντιδιαστολή με τα ανατολικά των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που όλα κατελύθησαν) αλλά και η ονομασία Ρώμη είναι κατ’εξοχήν “ελληνική”. Είναι δε πολύ σημαντική η παρατήρησις ότι οι αρχαίες ελληνικές αποικίες κατ’εξοχήν δημιουργήθησαν προς δυσμάς και πολύ μακρύτερον του ελλαδικού χώρου από όσον οι ανατολικές αποικίες (Μικρά Ασία, Ταυρίς-Κριμαία-Εύξεινος Πόντος). Μόνον ο Μέγας Αλέξανδρος πήγε πολύ βαθύτερα στην ανατολή, με στόχον να εξαλείψει την … δαιμονικήν απειλή!

Ανεξαρτήτως αυτών ο φιλόσοφος Έλλην της ρωμαϊκής κατοχής συνειδητοποίησε το πέρας της Φιλοσοφίας.

Δύο αναπάντητα ερωτήματα του έμειναν : “Από πού ήρθε και πού θα πάει μετά θάνατον”.

Αυτά δεν τα έλυσε.

Τα Ηλύσια πεδία και οι νήσοι των μακάρων, καλά ως μύθος, αλλά αναπόδεικτα. Είχε θέσει όμως σε αμφιβολία τους επιβληθέντες ψευτοθεούς από την Ιστορίαν και όλοι οι κορυφαίοι φιλόσοφοι απεδείχθησαν μονοθεϊσταί και διώχθησαν για αυτό (πχ. Πρωταγόρας, Σωκράτης κα). Η αρχαιοελληνική ηθική δεν ταίριαζε με την ανηθικότητα των Ολυμπίων θεών. Δεν ταίριαζε ο Σόλων να νομοθετεί σκληρά περί ομοφυλοφιλίας και «Κίναιδος ασελγήσας εις παίδας, αυθημερόν τελευθησάτο» και ο Ζευς να διακορεύει πάσες και πάντες (πχ. Γανυμήδης). Δεν του άρεσε η σκληρότης του Διός («Σφετέρησιν ατασθαλίησιν υπέρ μόρον κατά άλγεα έχουσινοι βρωτοί» Οδύσσεια), όπως και ο Ηρόδοτος χαρακτήριζε τους θεούς σκληρούς και ταραχώδεις. Δεν ταίραζαν στο «άνω θρώσκειν» του οι Ολύμπιοι, που η ανατολή του φύτεψε και άρχισε να τους απορρίπτει, διότι δεν είχαν το μέτρον του «καλός κ’αγαθός». Πολλοί θα πουν ότι ολίγοι αυτοί που τα ενστερνίσθησαν. Ιστορικώς πάντοτε έτσι συμβαίνει, οι ολίγοι κάνουν την διαφορά, κάποιες φορές ακόμα και ένας («Αρκεῖ εἷς ἄνθρωπος ζήλῳ πεπυρωμένος ὁλόκληρον διορθώσασθαι δῆμον» Άγ.Ιωάννης Χρυσόστομος).

Όταν λοιπόν ο Χριστός παρουσιάσθη στον Έλληνα, αυτός Τον αγκάλιασε, αναγνωρίζων τι πλέον της προχριστιανικής πίστεως του προσέφερε, πέρα απ’την εθνικήν ανάστασιν : Έδωσε συγχώρησιν στα ανθρώπινα λάθη.  Άλλη η σκληρότης του Διός κι άλλη η αγάπη του Χριστού.  Άλλο από μηχανής θεός των ποιητών κι άλλο ενσαρκωμένος Θεός από αγάπη προς τον άνθρωπον, παρέχων “αδαπάνητον” ενέργεια για πολιτιστική δημιουργία και πραγματικόν «άνω θρώσκειν».

Είναι η αρχή του νέου ταξιδιού του Ελληνισμού προς την δόξα. Έτοιμες υποδομές από αιώνων και τα μονοπάτια προς τα πέρατα της Οικουμένης ήδη χαρτογραφημένα.  Το «καλός κ’αγαθός» αποκτά το μέτρον του Χριστού, το ήθος ανέρχεται εις την Ύψιστον βαθμίδα, η παιδεία καλύπτει πλέον όλους, η Τέχνη εξυμνεί την αγιότητα πέραν του κάλλους, η Επιστήμη αναβαθμίζεται χάρις εις την φέγγουσα Αλήθεια και πλέον “τα όπλα είναι ιερά”.

Η ελληνικής καταγωγής λοιπόν Ρώμη επιστρέφει στις ρίζες της, μία νέα Ελληνική αυτοκρατορία ανασυστήνεται, η υπερχιλιόχρονη Ρωμανία, που μεγαλουργεί πολιτικώς, στρατιωτικώς κυρίως όμως πολιτιστικώς, και συνεχίζει τον εξανθρωπισμόν της ανθρωπότητος. Η Χριστοκεντρική δομή του κράτους, με Χριστόν κεφαλή, δίνει εις όλους τους τομείς μοναδική διάστασιν, πρωτοτυπεί εις πάντα, καθιερώνει νέες προδιαγραφές κοινωνίας για το μέλλον της ανθρωπότητος.

Ο Ρωμηός λοιπόν είναι ο Έλλην, ο φιλόσοφος φιλαλήθης Έλλην, που απαγκιστρωμένος από τις πανάρχαιες “πονηρές” πλάνες, ακολούθησε τον Παντοκράτορα Χριστόν με όλη την καρδία και διάνοια του.

Ο Ρωμηός είναι ο Έλλην, που αναγνώρισε ότι τα μοναδικά του χαρίσματα ήταν Χάρις του Χριστού («παν δώρημα τέλειον Άνωθεν εστί»), τα οποία οφείλει να δωρίσει εις όλην την οικουμένη («δωρεάν λάβατε, δωρεάν δότε» και «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» αφού «ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου»). Πόσο φθηνό να αποδίδονται τα πνευματικά χαρίσματα σε υλική αιτία, όπως DNA ή ιχώρ (μάλιστα δε αναποδείκτως), ειδικώς εις τον φορέα του πνευματικού πολιτισμού.

Πέραν της Κεφαλής, εκτελεστικά λειτουργεί ο ανθρώπινος παράγων κι αναποφεύκτως συντελούνται ανθρώπινες πτώσεις στον διαρκή πόλεμον έναντι έξω/έσω εχθρών και του “εσωτερικού εχθρού”, τελικά δε το κράτος αλώνεται δύο φορές με επακόλουθο την σκοτεινή περίοδον της Οθωμανοκρατίας, που κοσμικά δείχνει θλιβερή και μαύρη, πνευματικά όμως για τον Έλληνα ήταν η ευκαιρία διατρανώσεως της Πίστεώς του κι εξιλεώσεως για την απομάκρυνσιν από τον Χριστόν, αίτιον των δύο αλώσεων.

Ο Χριστός τιμώντας την σταθερότητα της Πίστεως του Ρωμηού, τίθεται ο Ίδιος επικεφαλής, όπως οι οπλαρχηγοί του 1821 μας είπαν, κι ευλογεί τα όπλα του αγώνος, ώστε η Ελλάς υπήρξε μοναδική περίπτωσις επιτυχίας ενόπλου απελευθερωτικού αγώνα κι από τοτε η Ελλάς διαρκώς επεκτείνεται παρά τις τόσες επί δύο αιώνες προδοτικές ηγεσίες.

Ο Έλληνας δεν πίστευε ότι θα γίνει θεός ξεπερνώντας το ανώτερον όν αλλά στην εξάρτησιν από αυτό και την δυνατότητα να παρίσταται αυτού (ημίθεος). Αυτό το διετράνωσε κυρίως ως Ρωμηός, γινόμενος Άγιος και παριστάμενος του Θρόνου του Παντοκράτορος!

Ο Έλληνας πίστευε στην παντογνωσίαν του ανώτερου όντος και πάντα το συμβουλευόταν, περίμενε το θαύμα αλλά κι λάμβανε ανώτερη γνώσιν και οδηγίες. Ως Ρωμηός απέδωσε το φως της γνώσεως του Ελληνικού πολιτισμού και διανοήσεως εις τον Ένα Θεόν, λαμβάνων απ’ευθείας Θείαν Γνώσιν δια των Αγίων Πατέρων !

Ο Έλληνας λειτούργησε ως πρόδρομος της Τριαδικής Πίστεως προ Χριστού και μετά ως Ρωμηός απόστολος της Πίστεως.  Γι αυτό πήρε τόσα χαρίσματα από την Χάριν του Θεού.

Ιδού η απαράμιλλος “θεία” ιστορία του Ελληνισμού και της Ρωμηοσύνης !

Ο Όσιος Ιωσήφ ο Βατοπεδινός, μας αποκαλύπτει ποιοί είμαστε και ποιά η αποστολή μας.

γ) Έλλην και Ρωμηός σήμερα: Ο σημερινός Ρωμηός δεν απαρνείται τον διαχρονικόν Ελληνισμόν του. Γνωρίζει καλώς ότι κατάγεται από τον Πελασγόν, τον Αχαιόν, τον Αιολέα, τον Ίωνα τον Δωριέα και τόσους άλλους προπάτορές του, που κατάφεραν με τον πνευματικόν αγώνα τους (φιλοσοφία) να εξέλθουν της παναρχαίας δαιμονικής πλάνης των ψευτοθεών («πάντες οι θεοί δαιμόνια») και πλέον αποδίδει “τα του διαβόλου, τω διαβόλω και τα του Χριστού τω Χριστώ”.

Αποδέχεται πλήρως ότι όσα κατέχει από την αρχαίαν Ελληνικήν γνώσιν, υπάρχουν χάριν των αόκνων Αγίων Πατέρων και ορθοδόξων μοναχών, οι οποίοι τα παρέδωσαν καθαρά από τις “πονηρές πλάνες” και το “κακόβουλο” λογισμικό, με κορυφαίον εργάτην τον Μέγα Βασίλειον και τους λοιπούς Ιεράρχες του χρυσού αιώνος της Ελληνορθοδοξίας.

Γνωρίζει καλώς ότι η Ρωμηοσύνη απεκήρυξε την παλαιά Ρώμην, μετακινούμενη εις την Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολιν) με τελικόν προορισμόν την Άνω Ιερουσαλήμ, όπως ο ορθόδοξος απεκδύεται τον παλαιόν άνθρωπον (τον “παληάνθρωπον”) και ενδύεται τον καινόν άνθρωπον, με τελικόν στόχον την θέωσιν. Ο Ρωμηός αποδεικνύεται το «Φως του Κόσμου» και το «άλας της γης», λειτουργώντας ως το χέρι του Χριστού επί γης και υπηρετώντας το Θείον Σχέδιον. Παρ’ όλες τις πτώσεις, που πολλάκις οδηγούν και σε Αλώσεις (πχ. Κωνσταντινουπόλεως) ξέρει να μετανοεί και να συγχωρείται από τον ελεήμονα Χριστόν, να ορθώνεται πάλιν και να συνεχίζει τον ένα και μοναδικόν αγώνα από αρχής ανθρωπότητος. Ακολουθεί τον κακοτράχαλον δρόμον της Αρετής του Ηρακλέους και δεν παρασύρεται από την σαγήνη του δρόμου της Κακίας.

Αντιθέτως ο Έλλην, που απαρνείται την Ρωμηοσύνη, παραμένει αμετανόητος “εραστής” της παρέας του Διός, είτε ενσυνειδήτως, είτε ασυνειδήτως. Αν συνεχίζει να φιλοσοφεί, ενώ η Αλήθεια έχει πλήρως αποκαλυφθεί, ματαιοπονεί εις μίαν λαθεμένη ατέρμονην έρευνα.

Δεν προβληματίζεται από τον λοατκικό χαρακτήρα της Διοπαρέας, που προωθείται και σήμερα ως στάσις ζωής, ενώ προ χιλιετιών είχε απορριφθεί μετά βδελυγμίας από τους ενδόξους προγόνους του. Κάποιοι μάλιστα με άγνοια κινδύνου, επιμένουν με απεγνωσμένα σκουξίματα σε δάση να καλούν τον επί χιλιετίες φευγάτον Δία, μη αναλογιζόμενοι τί τράβηξε ο Γανυμήδης και τί του τράβηξε ο Ζεύς. Κυρίως όμως με τον μολυσμόν της φιλοσοφίας από τον γαλλικόν διαστρεφισμόν, δεν έχουν την δυνατότητα να διακρίνουν ότι όλα τα παγκόσμια σημερινά (και διαχρονικά) προβλήματα έχουν έναν μόνον αίτιον και έναν σκοπόν : την απώλεια του ανθρώπου!

Ενώ αυτό το έχει πλήρως εμπεδώσει ο Έλλην-Ρωμηός και έχει ήδη ταχθεί στρατιώτης του Χριστού.

Όσον αφορά δε την διάρκεια χρήσεως των ονομάτων Έλλην/Ρωμηός, προ του 1821, η Ιστορία κατέγραψεν ότι εθνοτικώς το Έλλην χρησιμοποιήθηκε για λιγότερο των δύο αιώνων (από Ηρόδοτον έως Μέγα Αλέξανδρον) ενώ το Ρωμηός περίπου 15 αιώνες (330~1821) και ασφαλώς το Έλλην ξεπήδησε χάριν του Ρωμηού επί Ρωμανίας.

Το λάθος του απαρνούμενου (ή μερικώς δεχομένου) την Ρωμηοσύνην Έλληνος, είναι ότι ακόμα πιστεύει ότι πριν “πιάσει βάρδια” ο Ενσαρκωμένος Χριστός, κάποιοι άλλοι θεοί “φύλαγαν σκοπιά”.

Ο Χριστός υπήρχε προ αιώνων, προ του κόσμου, του οποίου περαστικοί και αθλούμενοι είμαστε οι άνθρωποι. Αδυνατούν να αιτιολογήσουν πως σε άνω των 450 ετών Ρωμαιοκρατίας ο Έλληνας υπό την “σκέπη της παρέας του Διός” δεν έκανε ούτε ένα απελευθερωτικό κίνημα, παραμένοντας πολιτιστικώς αποχαυνωμένος και πολιτικώς προσκυνημένος στον κατακτητή Ρωμαίον, αναγεννούμενος από τον Χριστόν και αναδεικνυόμενος ΑΝΑΙΜΑΚΤΩΣ κυρίαρχος της γης δια της Ρωμανίας.

Ο μολυσμός δε του σκεπτικού του ισχύει όσον δεν αποδέχεται πλήρως τις κατασκευαστικές προδιαγραφές του Δημιουργού (~: Ευαγγέλιον) και τις ερμηνευτικές εγκυκλίους διά “πάσαν νόσον και πάσαν (δαιμονικήν-αιρετική) μαλακίαν” (~: Αγία Γραφή και πατερική παράδοσις), παραμένων προσκυνημένος στην εκάστοτε προδοτικήν (και διαρκώς λοατκικότερην-σωματικώς και πνευματικώς) ηγεσία.

Δηλαδή, σε κάτι ανθρωποειδείς κουλο-καισαρίσκους!

Πηγή: http://corfiatiko.blogspot.com/2023/08/blog-post_928.html