Ὁ ἱερέας καὶ ἡ οἰκογένειά του

Πρωτοπρεσβύτερος Πολύβιος Πέτρου

Ο πρωτοπρεσβύτερος Πολύβιος Πέτρου

Εἰσήγηση στὴ Γ΄ συνάντηση τοῦ δευτέρου ἔτους τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Κλήρου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου (27.11.2013)   

Εἶναι γεγονὸς ἀποδεκτὸ ἀπ’ ὅλους, ὅτι ἡ οἰκογένεια στὴν ἐποχή μας περνάει κρίση. Ἂν ἐξετάσουμε ψύχραιμα τὸ φαινόμενο, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἡ κρίση στὴν οἰκογένεια ἀρχίζει ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη τῶν βασικῶν θεσμῶν ποὺ σχετίζονται, ἄμεσα ἢ ἔμμεσα, μ’ αὐτὴν καὶ τὴν στηρίζουν. Γνωρίζουμε ὅτι σ’ αὐτὸ τὸν ἀποχρωματισμὸ τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς δὲν ξεπέφτει κανεὶς ἀπότομα. Ἀρχίζει μέσα ἀπὸ τὴν παραδοσιακὴ οἰκογένεια μὲ μικροσυμβιβασμούς, χαλαρώσεις, καὶ μὲ τὸν καιρὸ οἱ θεσμοὶ μετατρέπονται στὴν ἀρχὴ σὲ τυπικὲς ὑποχρεώσεις καὶ στὴν συνέχεια σὲ προαιρετικὲς ἐκδηλώσεις.

Οἱ πιστοί, καὶ ἰδιαίτερα οἱ κληρικοί, εἶναι καλὸ νὰ ἔχουμε ὡς ὁδηγὸ γιὰ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὴν οἰκογενειακὴ κρίση τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ κληρικός, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πρέπει νὰ γνωρίζει νὰ κυβερνᾶ καλὰ τὸ σπίτι του. Νὰ εἶναι καλὸς οίκογενειάρχης.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

Πιὸ συγκεκριμένα, στὴ συνέχεια θὰ ἀναφερθοῦμε στὰ ἀπαραίτητα στοιχεῖα ποὺ συνιστοῦν στὴν ἐπιτυχία τῆς ἱερατικῆς οἰκογένειας:

Ἁγιότητα

Πρῶτο καὶ ἀπαραίτητο στοιχεῖο γιὰ τὴν ἐπιτυχία μας στὴν οἰκογενειακὴ ζωὴ ὡς ἱερεῖς εἶναι ἡ ἁγιότητα, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μὲ τοὺς παρακάτω τρόπους:

Νὰ καλλιεργοῦμε τὸν «ἔσω ἄνθρωπον».

Νὰ εἴμαστε ἀσκητικοὶ καὶ «ἡσυχαστές», καλλιεργώντας τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος.

Νὰ ζοῦμε τὸ ἦθος τοῦ παραδείσου, ποὺ ὑποσυνείδητα ὑπάρχει στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας.

Νὰ προσέχουμε, μήπως ἔχει καταπέσει μέσα μας ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν Θεό.

Νὰ γίνουμε οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι προσευχῆς.

Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε πρῶτος τὸ παράδειγμα. Ἀφιερώνει πολλὲς νύκτες στὴν προσευχή· ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς του μέχρι καὶ τὴ δραματικὴ νύκτα στὴ Γεθσημανῆ καὶ τὴν ἀγωνία τοῦ Σταυροῦ. Ἡ καρδιά μας πρέπει νὰ διψᾶ πάντοτε τὸν Θεὸ καὶ τὰ μάτια μας νὰ εἶναι πάντοτε στραμμένα στὸν οὐρανό. Καὶ στὸν ἱερὸ ναό, ὅταν τελοῦμε τὰ Μυστήρια, καὶ ἰδιαίτερα τὴ Θεία Εὐχαριστία, καὶ ἔξω ἐργαζόμενοι, ἀλλὰ καὶ «εἰς τὸ ταμιεῖον»[1] μας καὶ μὲ τὴν οἰκογένειά μας, νὰ καλλιεργοῦμε καθημερινὰ τὴ νοερὰ καρδιακὴ προσευχή.

Ἡ ὥρα τῆς οἰκογενειακῆς προσευχῆς εἶναι μιὰ ὄαση μέσα στὴν καθημερινότητα γιὰ τὸν οἰκογενειάρχη ἱερέα, ὅπως καὶ τὸ κοινὸ οἰκογενειακὸ τραπέζι. Αὐτὲς εἶναι οἱ στιγμές, ὅπου μπορεῖ νὰ ἐπικοινωνεῖ πρῶτα μὲ τὸν κύκλο τῶν ἀνθρώπων του καὶ ὕστερα μὲ τὸ ποίμνιό του. Κουράγιο ἀκόμα ἀντλεῖ καὶ ἀπὸ τὶς ὧρες τῆς ἡσυχίας στὸ κελλίον του, ὅπου μπορεῖ νὰ διαλέγεται μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὸν Θεὸ σὲ ζητήματα ὁριακά, ποὺ τὸν ἀπασχολοῦν, ἀναμένοντας τὴν ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ. Πολλές φορὲς ἡ προσευχή μας εἶναι ἐναγώνια στὸν προσωπικό μας κῆπο τῆς Γεθσημανῆ γιὰ δυσκολίες καὶ προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουμε στὸ ποιμαντικό μας ἔργο. Πρωταρχικὸ μέλημα τοῦ κάθε συζύγου-γονιοῦ, ἀλλὰ καὶ πνευματικοῦ πατέρα, πρέπει νὰ εἶναι νὰ ἑδραιώσει στὸ σπίτι του  καὶ τὸ ποίμνιό του τὴν εἰρήνη, τὴν ἐμπιστοσύνη, πάνω στὶς ὁποῖες κτίζεται τὸ οἰκοδόμημα τῆς ἀγαπητικῆς σχέσης.

Ὁ ἱερέας μελετητὴς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ

«Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνοικήτω ἐν ὑμῖν πλουσίως»[2]. Αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους τοὺς πιστούς, πολὺ περισσότερο ὅμως ἐπιβάλλεται γιὰ μᾶς τοὺς ἱερεῖς, γιὰ νὰ μᾶς καθοδηγεῖ ἡ μελέτη αὐτὴ στὴν ἱερή μας διακονία. Ἡ Ἁγία Γραφὴ πρέπει νὰ εἶναι τὸ πρῶτο καθημερινό μας ἀνάγνωσμα. Παράλληλα, νὰ μελετοῦμε τὰ πατερικὰ ἔργα, ποὺ σήμερα ἔχουμε τὴν εὐλογία νὰ τὰ ἔχουμε μεταφρασμένα, τὰ λειτουργικὰ κείμενα, τὴν ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας, τοὺς σύγχρονους Γέροντες καὶ πολλὰ ἄλλα βιβλία καὶ περιοδικὰ, ὥστε νὰ εἴμαστε ἐνήμεροι γιὰ τὰ σύγχρονα προβλήματα τῆς κοινωνίας καὶ νὰ βρίσκουμε σωτήριες λύσεις σ’ αὐτά.

Ἄνθρωπος μυστηριακῆς ζωῆς

Ὁ ἴδιος ὁ ἱερέας πρέπει νὰ ἐξομολογεῖται τακτικά, νὰ καθαρίζει τὸν ἑαυτό του «ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος» καὶ ἔτσι νὰ μετέχει «ἀκατακρίτως» στὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Ἡ συχνὴ ἐξομολόγηση μᾶς κάνει πιὸ προσεκτικούς, μᾶς βοηθᾶ στὴν πνευματική μας πρόοδο καὶ μᾶς ὁδηγεῖ σὲ μιὰ πιὸ βαθειὰ καλλιέργεια τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου. Μᾶς καταξιώνει νὰ παριστάμεθα «ἀκατακρίτως» ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματος. Ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, «καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον καὶ εἶτα καθάραι, σοφισθῆναι καὶ οὕτω σοφίσαι, γενέσθαι φῶς καὶ φωτίσαι Θεῷ καὶ προσαγαγεῖν ἄλλους· ἁγιασθῆναι καὶ ἁγιάσαι, χειραγωγῆσαι μετὰ χειρῶν, συμβουλεῦσαι μετὰ συνέσεως». Μόνο ἔτσι θὰ μποροῦμε νὰ δανείζουμε τὰ χέρια μας νὰ γίνουν χέρια Χριστοῦ, τὸ στόμα μας στόμα Χριστοῦ, τὰ μάτια μας νὰ γίνουν μάτια Χριστοῦ, νὰ χαρίζουμε τὴν ὕπαρξή μας, γιὰ νὰ γίνει ὅλη Χριστός. Καὶ ἡ ἱερωσύνη μας νὰ εἶναι ὅ,τι καὶ ἡ Ἐκκλησία.

Ἄνθρωπος πίστεως

Ἡ πίστη εἶναι ἡ πιὸ ἰσχυρὴ κινητήρια δύναμη, ποὺ μετακινεῖ ὄρη, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου. Νὰ θυμηθοῦμε τὸν ὁρισμὸ τῆς πίστεως τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Ἔστι δὲ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων»[3].

Ἡ πίστη δὲν εἶναι κάποια ἀόριστη καὶ ἀφηρημένη θεωρία, μιὰ ὡραία ἰδεολογία καὶ μιὰ συμφέρουσα θρησκευτικὴ ἄποψη. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη εἶναι  πρῶτα βίωμα, ἦθος, τρόπος ζωῆς καὶ ὑπάρξεως. Γιὰ μᾶς τοὺς ἱερεῖς εἰδικά, πίστη σημαίνει ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ γίνει ζωή μας καὶ ἡ σύνδεση μὲ τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Ἀλήθεια.

Ἄνθρωπος ἀγάπης

Ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ κύριο γνώρισμά μας ὡς χριστιανῶν. Καὶ ἰδιαίτερα ὁ ἱερέας, ποὺ εἶναι μαθητὴς καὶ διάκονος τοῦ Κυρίου, πρέπει νὰ ἔχει θερμὴ ἀγάπη, τόσο γιὰ τὴν οἰκογένειά του, ὅσο καὶ γιὰ τὰ πνευματικά του παιδιά καὶ γιὰ τὸ ποίμνιό του. Ὁ Κύριος διῆλθε τὴν ζωή του «εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος»[4]. Ἡ καρδιὰ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἦταν καρδιὰ ὅλου τοῦ κόσμου: «τίς ἀσθενεῖ καὶ οὐκ ἀσθενῶ; Τίς σκανδαλίζεται καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι;»[5]«Τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω»[6]. Ἀκόμη, ἂς θυμηθοῦμε τὸν ὕμνο τῆς ἀγάπης τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς τῆς ἀγάπης ἀναφέρει: «ὁ λέγων ἐν τῷ φωτὶ εἶναι, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῶν, ἐν τῇ σκοτίᾳ ἐστὶν ἕως ἄρτι. Ὁ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἐν τῷ φωτὶ μένει»[7].

Ὁ ἱερέας δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἐχθρούς. Μπορεῖ νὰ τὸν ἐχθρεύονται πολλοί, ἀλλὰ ὁ ἴδιος δὲν θὰ ἐχθρεύεται κανένα. Σ’ ἕναν κόσμο ποὺ φωνάζει, ἀπαντᾶ σιωπηλά κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

[*Στὴ συνέχεια θὰ γίνει ἀναφορὰ σὲ μερικὰ παραδείγματα ἀπὸ τὴν ζωή του π. Σάββα Ζαράρη, ἀπὸ τὸ βιβλίο, «Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο», τόμ.Β΄[8].]

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ

Στὴ συνέχεια θὰ ἀναφερθοῦμε σὲ κάποιες πρακτικές, ποὺ καθορίζουν τὴν ἐπιτυχία τῆς ἱερατικῆς οἰκογένειας:

«Κατ’ οἶκον ἐκκλησία»

Ἀφοῦ ὁ ἱερέας καλλιεργήσει τὴν ἁγιότητα βίου,ποὺ ὅπως ἀναφέραμε εἶναι τὸ κύριο καὶ τὸ πᾶν, τὰ ὑπόλοιπα γίνονται πιὸ εὔκολα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Τὸ γλυκὸ ἄρωμα τῆς εὐσέβειας νὰ εἶναι διάχυτο μέσα στὸ ἱερατικὸ σπίτι. Νὰ εἶναι μιὰ «κατ’ οἶκον ἐκκλησία» μέσα σ’ ἕνα καθαρό, ἁπλό, τακτοποιημένο, χωρὶς πολυτέλειες σπίτι. Τὸ εἰκονοστάσι μὲ τὶς εἰκόνες, τὸ καντήλι πάντοτε ἀναμμένο, τὸ θυμιατήρι μὲ τὸ θυμίαμα νὰ συνοδεύει κάθε πρωὶ καὶ βράδυ τὴν προσευχὴ τῆς ἱερατικῆς οἰκογένειας πρὸς τὸν Θεό. Αὐτὸ ἀποτελεῖ μιὰ ζωντανὴ εἰκόνα τῆς εὐσέβειας μέσα στὴν οἰκογένεια, ἀλλὰ καὶ ζωντανὸ παράδειγμα γιὰ τὰ παιδιά. Εἶναι βέβαιο ὅτι αὐτές οἱ στιγμὲς τῆς οἰκογενειακῆς λατρείας καὶ προσευχῆς, αὐτὸ τὸ βίωμα, θὰ τὰ συνοδεύει σὲ ὅλη τους τὴ ζωή, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς μεταμορφώσεις καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ ἐπιφυλάσσει ἡ ζωή.

Τήρηση νηστείας

Μέσα στὸ ἱερατικὸ σπίτι εἶναι καλὸ νὰ τηροῦνται οἱ καθιερωμένες νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἄσκηση μέσα ἀπὸ τὴ νηστεία ἀποτελεῖ βασικὸ στοιχεῖο τῆς ὀρθόδοξης πίστεώς μας. Χωρὶς σοβαρὸ λόγο ὑγείας δὲν πρέπει νὰ καταλύομε τὴ νηστεία, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίζουμε καὶ τοὺς ἀδελφούς μας. Ἐξ ἄλλου, σήμερα, τόσο οἱ διατροφολόγοι, ὅσο καὶ οἱ διαιτολόγοι, τονίζουν τὴν ἀξία τῆς σωστῆς διατροφῆς, μέσα στὰ πλαίσια τῆς ὁποίας κινοῦνται καὶ  οἱ παραδεδομένες νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας μας.

Φιλοξενία

Ὁ ἱερέας καὶ ἡ οἰκογένειά του πρέπει νὰ εἶναι φιλόξενοι καὶ ἐλεήμονες. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ὄχι μόνο χριστιανικὸ καθῆκον, ἀλλὰ καὶ προγονικὴ ἑλληνικὴ ἀρετή. Ἐπίσης, νὰ θυμούμαστε τὴν παραβολὴ τῆς μελλούσης κρίσεως. Πάνω σ’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Μεταφραστὴς ἀναφέρει: «Πλεῖστα γὰρ φιλεῖ τὴν ἐλεημοσύνην ὁ Κύριος καὶ ἀσπάζεται, ὡς πρώτην οὖσαν αὐτοῦ θυγατέραν, ὅτι ἀεὶ μετ’ Αὐτοῦ ἐστίν». Ὅσο πτωχοὶ καὶ ἂν εἴμαστε, δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε τὴν ἐλεημοσύνη. Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ φιλοξενία δὲν θέλει πολλὰ πράγματα: «Κρείσσων ξενισμὸς μετὰ λαχάνων πρὸς φιλίαν καὶ χάριν ἢ   παράθεσις μόσχων μετ’ ἔχθρας»[9].

Τεκνογονία

Ἡ ἱερατικὴ οἰκογένεια πρέπει νὰ εἶναι παράδειγμα καὶ στὸ θέμα τῆς τεκνογονίας. Εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μεγάλη τιμὴ γιὰ μᾶς νὰ γινόμαστε συνδημιουργοί Του καὶ συνεχιστὲς τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Ἰδιαίτερα στὴν ἐποχή μας ὑπάρχει πολὺς ἀτομισμός, φυγοπονία, εὐθυνοφοβία, μὲ ἀποτέλεσμα ἀρκετὰ παιδιὰ νὰ μὴν προχωροῦν στὸν γάμο καὶ πολλοί, ἂν καὶ προχωροῦν στὸν γάμο, μένουν μ’ ἕνα ἢ δυὸ παιδιά, ἐνῶ ἄλλοι καταλήγουν στὸ διαζύγιο μὲ τὰ γνωστὰ ἀποτέλεσματα. Στὶς «σχέσεις» τῶν σημερινῶν παιδιῶν παρατηρεῖται μιὰ εὔκολη ἀλλαγὴ προσώπων, μὲ ἀποτέλεσμα τὶς  σχέσεις αὐτὲς νὰ τὶς χαρακτηρίζει μιὰ ἀθλιότητα τῆς εὔκολης καὶ συχνῆς ἀλλαγῆς προσώπου, χωρὶς ἀγάπη, χωρὶς ἐλπίδα γιὰ τὸ μέλλον.

Ὁ Μέγας Βασίλειος πολὺ σωστὰ ἀναφέρει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρῶτα «οἰκογενειακὸ ὂν» καὶ «κοινωνικόν». Ἔτσι, ἡ ἀποκοπὴ ἀπὸ τὴν στενὴ καὶ εὑρύτερη οἰκογένεια στερεῖ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀναγκαία συντροφικότητα, συναλληλία, κοινωνικότητα, συνεργασία, συμφωνία, ἀλλὰ καὶ ἀληθινὴ συμπάθεια· «χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων»[10]. Συνισταμένη φυσικὰ ὅλων τῶν ΣΥΝ εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι πολυδύναμη ἀρετή, θεμέλιο καὶ ὀροφὴ καὶ κόσμημα τοῦ ἀληθινοῦ  ἀνθρωπίνου προσώπου.

Βίωση λειτουργικοῦ χρόνου

Ἡ οἰκογένεια εἶναι μιὰ ἀγκαλιὰ προσώπων, ποὺ ἀγαποῦν καὶ ἀγαπιοῦνται γι’ αὐτὸ ποὺ εἶναι, δηλ. εἰκόνες τοῦ Θεοῦ γεννημένοι γιὰ τὴν αἰώνια ζωὴ μέσα στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀδελφοί μου, αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους τοὺς πιστούς, ἰδιαίτερα ὅμως νὰ τὸ ζοῦμε πρῶτα ἐμεῖς. Νὰ ζοῦμε μέσα στὸν λειτουργικὸ χρόνο. Τυπικὰ γίνεται. Πρέπει νὰ γίνει ὅμως καὶ οὐσιαστικά. Μέσα στὸν λειτουργικὸ χρόνο ζοῦμε τὸ παρελθόν, τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον. «Μεμνημένοι τοίνυν…» Στὴν ὀρθόδοξη παράδοση ζοῦμε τὴν ὑπέρβαση τοῦ χρόνου, ἀπὸ τὴν γέννησή μας μέχρι τὸν τάφο. Βλέπουμε τὸν χρόνο ὑπὸ τὸ πρῖσμα τῆς αἰωνιότητας.

Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι σωτηριώδης καὶ ἔτσι πρέπει νὰ τὸν θεωροῦμε. Εἶναι χρόνος, ποὺ μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ μᾶς ἐξασφαλίζει τὴν εὐλογημένη αἰωνιότητα. Αὐτὰ τὰ βιώματα πρέπει νὰ ζοῦμεμέσα στὴν οἰκογένεια. Ἡ οἰκογένεια, ὅπως ξέρουμε, δὲν εἶναι μιὰ ἀπρόσωπη ὁμάδα, ἀλλὰ ἑτερόφυλη ἑνότητα προσώπων καὶ ἑπομένως ὅλα τὰ μέλη της συνδέονται μεταξύ τους, ὅπως τὰ μέλη τοῦ ἀνθρώπινου σώματος. Ἔτσι, τὸ ἕνα μέλος δὲν μπορεῖ νὰ ἡσυχάσει ἀπὸ τὴν ταλαιπωρία τοῦ ἄλλου μέλους, εἴτε πνευματικά, εἴτε σωματικά.

Ἡ πρεσβυτέρα

Ἕνας σημαντικὸς παράγοντας ἐπιτυχίας τῆς ἱερατικῆς οἰκογένειας εἶναι ἡ πρεσβυτέρα. Εἶναι γεγονός, ὅτι πίσω ἀπὸ ἕναν ἐπιτυχημένο κληρικὸ ὑπάρχει μιὰ σωστὴ πρεσβυτέρα. Ἡ πρεσβυτέρα ἔχει ὡς πρότυπο τὴν Παναγία μας, ποὺ μᾶς διδάσκει ἄριστα μὲ τὸ βιωμένο παράδειγμά της. Ἡ πρεσβυτέρα στηρίζει, τόσο τὴ διακονία τοῦ ἱερέα-συζύγου της, ὅσο καὶ τὴν ἱερατικὴ οἰκογένεια, ἀναπληρώνοντας μὲ ὑπομονὴ καὶ ἀγάπη τὸν σύζυγό της, ὅταν αὐτὸς ἀπουσιάζει ἀπὸ τὸ σπίτι ἐξαιτίας ἱερατικῶν ὑποχρεώσεων.

Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ σύζυγος ἱερέας ἐπιβάλλεται νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ ἐκτιμᾶ τὴν πρεσβυτέρα του ὅπως τὸν ἑαυτό του. Μέτρο τῆς ἀγάπης του πρὸς τὴν πρεσβυτέρα του πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὴν Ἐκκλησία[11].Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι θυσιαστικὴ καὶ δὲν ἔχει οὔτε ἀρχὴ οὔτε τέλος. Νὰ τὴν ἀνέχεται, νὰ μὴν τὴ μαλλώνει, νὰ μὴν τὴν καταπιέζει, οὔτε νὰ τῆς ἐπιβάλλει ἐργασίες πέραν τῶν δυνάμεών της. Πάντοτε νὰ τὴ βλέπει «ὡς σκεῦος ἀσθενέστερον»[12], νὰ τῆς φέρεται μὲ ἀγάπη, πραότητα, σύνεση, ἀνοχὴ καὶ διάκριση. Νὰ τὴ στηρίζει καὶ νὰ τὴν παρηγορεῖ, ὅταν  αὐτὴ εἶναι στενοχωρημένη. Μὲ ἀγάπη καὶ ὑπομονὴ νὰ τὴ βοηθήσει, ὥστε νὰ συμπορεύονται μαζὶ τὴν ἀσκητικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥΣ

Δοκιμασίες

Ἡ οἰκογενειακὴ ζωὴ ἔχει πολλὰ πλεονεκτήματα. Ἕχει ὅμως καὶ θλίψεις, στενοχώριες, ἀρρώστειες, προβλήματα, βάσανα, πειρασμοὺς κ.ἄ. Ἀσφαλῶς τέτοια ἔχει καὶ ἡ ἱερατικὴ οἰκογένεια. Μερικοὶ στενοχωριοῦνται ὑπερβολικά, ἀπογοητεύονται, χάνουν τὴν ἐμπιστοσύνη τους στὸν Θεὸ καὶ καμμιὰ φορὰ τὰ βάζουν καὶ μὲ τὸν Θεό. Ἄλλοι ρίχνουν τὴν εὐθύνη στὴ σύζυγό τους, στὰ παιδιά τους, στοὺς γονεῖς τους καὶ ἄλλους.

Ὁ ἱερέας ὀφείλει νὰ ἔχει ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν»[13]. Καὶ ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ἀναφέρει: «Πᾶσαν χαρὰν ἡγήσασθε,  ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις»[14]. Νὰ πιστεύουμε ὅτι, ὅ,τι δοκιμασία ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς εἶναι γιὰ τὸ καλό μας. Νὰ τὴν δεχόμαστε ἀγόγγυστα κι ἔτσι θὰ ἔχουμε τὴν χάρη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Νὰ βιώνουμε καθημερινὰ αὐτὰ ποὺ λέμε στὴ Θεία Λειτουργία: «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», ὡς καὶ τὸ «Σοὶ παρακατατιθέμεθα τὴν ζωὴν ἡμῶν ἅπασαν καὶ τὴν ἐλπίδα, Δέσποτα φιλάνθρωπε…».

Ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν

Ὅμως τὸ μεγαλύτερο μαρτύριο γιὰ ἕναν οἰκογενειάρχη ἱερέα, μποροῦμε σήμερα νὰ ποῦμε, εἶναι τὸ μεγάλωμα τῶν παιδιῶν. Στὴν ἐποχή μας πολλοὶ κίνδυνοι καὶ πειρασμοὶ καὶ προκλήσεις ὑπάρχουν γιὰ ὅλα τὰ παιδιά. Τὸ πρόβλημα γιὰ τὰ παιδιὰ τῆς ἱερατικῆς οἰκογένειας εἶναι ὅτι εἶναι δακτυλοδεικτούμενα. Δὲν ἀπολαμβάνουν τῆς χάριτος, τῆς κατανόησης, τῆς στοργῆς καὶ τῆς συγχωρήσεως, ποὺ συνήθως ἔχουν τὰ ἄλλα παιδιὰ γιὰ τὰ λάθη τους. Εἶναι καλό, ὅταν κάποτε συμβαίνουν αὐτὰ ὡς πειρασμοὶ γιὰ τὸν κάθε γονιὸ ἱερέα, νὰ τὰ δεχόμαστε ὡς μαθήματα καὶ μηνύματα, γιὰ νὰ ταπεινωνόμαστε καὶ νὰ μὴν «ὑπεραιρόμεθα»[15].

Σ’ αὐτὸ τὸ θέμα κανένας μας δὲν μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ, οὔτε νὰ λέει μεγάλα λόγια, οὔτε νὰ κρίνει, παρὰ μόνο μὲ πολλὴ προσευχή, ταπείνωση καὶ ἁγιότητα βίου νὰ δίνει ὁ ἴδιος τὸ παράδειγμα. Ὁ σύγχρονος ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης ἔλεγε στοὺς γονεῖς: «Ἐσεῖς γίνετε καλύτεροι καὶ ἀφῆστε τὰ παιδιά σας ἥσυχα. Μὴν τὰ βασανίζετε.» Ἐκεῖνο ποὺ σώζει καὶ φτιάχνει καλὰ παιδιὰ εἶναι ἡ ζωὴ τῶν γονιῶν μέσα στὸ σπίτι. Αὐτὸ ἰσχύει ἰδιαίτερα γιὰ τὴν ἱερατικὴ οἰκογένεια. Πρέπει ἐμεῖς νὰ γίνουμε ἅγιοι κοντὰ στὰ παιδιὰ μὲ τὴν πραότητά μας, τὴν ὑπομονή μας, τὴν ἀγάπη μας. Νὰ βάζουμε κάθε μέρα νέα ἀρχή, νέα σειρά, νέα διάθεση, ἐνθουσιασμὸ καὶ ἀγάπη στὰ παιδιά μας. Καὶ ἡ χαρά, ποὺ θὰ τοὺς ἔρθει, ἡ ἁγιωσύνη, ποὺ θὰ τὰ ἐπισκεφθεῖ, θὰ φέρει στὰ παιδιὰ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Τὰ παιδιὰ δὲν τὰ σώζουν, οὔτε οἱ συμβουλές, οὔτε ἡ πειθαρχία, οὔτε ἡ αὐστηρότητα. Ἂν δὲν ἁγιαζόμαστε πρῶτα ἐμεῖς οἱ γονεῖς καὶ δὲν ἀγωνιζόμαστε, κάνουμε μεγάλο κακὸ καὶ μεταδίδουμε αὐτὸ τὸ κακὸ ποὺ ἔχουμε μέσα μας στὰ παιδιά μας. Ἐὰν ἐμεῖς οἱ γονεῖς δὲν ζοῦμε ἁγία ζωή, δὲν μιλοῦμε μὲ ἀγάπη, ὁ διάβολος μᾶς ταλαιπωρεῖ μὲ τὶς ἀντιδράσεις τῶν παιδιῶν. Ἡ ἀγάπη, ἡ ὁμοψυχία, ἡ συνεννόηση ἐμᾶς τῶν γονιῶν εἶναι ὅ,τι πρέπει γιὰ τὰ παιδιά. Νὰ προσευχόμεθα σιωπηλὰ καὶ μὲ τὰ χέρια ὑψωμένα στὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀγκαλιάζουμε τὰ παιδιά μας μυστικά. Ὅταν κάνουν ἀταξίες, νὰ παίρνουμε κάποια παιδαγωγικὰ μέτρα, χωρὶς ὅμως νὰ τὰ καταπιέζουμε.

Δὲν πρέπει ὡστόσο νὰ ἀρνούμαστε, ἰδιαίτερα ἡ μητέρα, τὸ αἰσθητὸ χάδι γιὰ τὰ παιδιά μας, ἀλλὰ νὰ προσφέρουμε συγχρόνως καὶ τὸ χάδι τῆς προσευχῆς. Τὸ παιδὶ αἰσθάνεται στὸ βάθος τῆς ψυχῆς του τὸ πνευματικὸ χάδι, ποὺ μυστικὰ στέλνει ἡ μητέρα του καὶ ἕλκεται πρὸς αὐτήν. Αἰσθάνεται ἀσφάλεια, σιγουριά, ὅταν ἡ μητέρα του μὲ τὴν συνεχῆ ἐπίμονη καὶ θερμὴ προσευχή της τὸ ἀγκαλιάζει μυστικὰ καὶ τὸ ἐλευθερώνει ἀντὶ νὰ τὸ καταπιέζει.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Τελειώνοντας, εἶναι καλὸ ἐμεῖς, ὡς ἱερατικὴ οἰκογένεια, ὅσο φυσικὰ οἱ δυνατότητες καὶ οἱ συγκυρίες τὸ ἐπιτρέπουν, νὰ εἴμαστε πρῶτα ἐμεῖς ὑπόδειγμα στὴν κοινότητα ὅπου ζοῦμε καὶ κινούμαστε, καὶ εὐρύτερα στὴν κοινωνία. Κανένας κληρικός, πιστεύω, ποτὲ δὲν ἐπιθυμεῖ νὰ ἔχει προβληματικὴ οἰκογενειακὴ ζωὴ στὸ σπίτι του, ἡ ὁποία ἀντανακλᾶται τελικὰ στὴν ἱερατική του διακονία, ἀλλὰ καὶ στὴν ἐνορία του. Ἂν ὁ κληρικὸς δὲν εἶναι καλὸς κυβερνήτης τῆς οἰκογένειάς του, πῶς θὰ κυβερνήσει καὶ θὰ φροντίσει τὴν ἐνορία του μὲ τόσα πολλὰ μέλη; Ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Εἰ δέ τις τοῦ ἰδίου οἴκου προστῆναι οὐκ οἶδε, πῶς ἐκκλησίας Θεοῦ ἐπιμελήσεται;»[16]

Σήμερα, ποὺ τὰ πράγματα ἔχουν διαφοροποιηθεῖ, ἡ ζωὴ τοῦ οἰκογενειάρχη ἱερέα εἶναι μιὰ συνεχὴς καὶ ἐναγώνιος ἄσκηση. Γιατὶ ἀπαιτεῖται πάντοτε μὲ διάκριση καὶ προσευχὴ νὰ σταθμίζουμε τὸν οἰκογενειακὸ καὶ ἱερατικό μας βίο, ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχουν κενὰ καὶ προβλήματα. Ἔτσι, ἐνῶ ἀποφεύγουμε τοὺς συγχρωτισμούς, δὲν ἀποποιούμαστε ὅμως τὴν παρουσία μας σὲ ἐνοριακὲς καὶ κοινωνικὲς ἐκδηλώσεις, πανήγυρεις τῆς ἐνορίας μας σὲ ἱεροὺς ναοὺς ἢ ἐξωκκλήσια, γάμους, βαπτίσεις, συνεστιάσεις συγγενῶν καὶ φίλων κ.ἄ. Πάντοτε βέβαια μέσα στὰ ὅρια, ποὺ μᾶς παρέχονται καὶ τὰ ὁποῖα ἐν σχέσει μὲ τοὺς κοσμικοὺς εἶναι περιορισμένα καὶ ἀσκητικά.

Ἐπίσης, πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε σὲ ὅλα τὰ θέματα τὶς ὑπερβολὲς καὶ πάντοτε νὰ ἐφαρμόζουμε τὸ μέτρο. Νὰ μὴν προκαλοῦμε, οὔτε μὲ μεγάλα σπίτια, οὔτε μὲ ἀκριβὰ αὐτοκίνητα ἢ νὰ προτρέχουμε σὲ ὅ,τι καινούργιο. Διότι σὲ περίπτωση, ποὺ ὑπάρχει κάποια πτώση -ἄνθρωποι εἴμαστε-, τότε ὑπάρχουν πολλοὶ «καλοθελητὲς» καὶ πολλοὶ «φαρισαῖοι», ποὺ θὰ μᾶς κρίνουν αὐστηρὰ καὶ μάλιστα ἔχοντας ἀντίκτυπο τὸ ἀνάλογο κόστος καὶ τὸν σχετικὸ διασυρμό μας στὴν κοινωνία. Γι’ αὐτὸ χρειάζεται νὰ ἔχουμε κατὰ νοῦν τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, «γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί»[17]. Μόνο ποὺ συνήθως τὸ ξεχνᾶμε αὐτὸ καὶ πληρώνουμε τὸ ἀνάλογο τίμημα. 

Ὡστόσο, κι ἂν αὐτὸ συμβαίνει κάποτε, ἀπαιτεῖται ἡ συνεργασία ὅλων, ποὺ πράγματι ἀγαποῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς λειτουργούς της, ὥστε νὰ μᾶς ἀντιμετωπίζουν μὲ πνεῦμα φιλευσπλαγχνίας καὶ φιλοτιμίας, προσευχόμενοι καὶ γιὰ ᾽μᾶς. Γιατὶ τὸ ἔχουμε ἀνάγκη, ὅπως κι ἐκεῖνοι. «Ἓν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ»[18]. «Καί, εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη, εἴτε δοξάζεται ἓν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη»[19].


[1]Ματθ. 6, 6.

[2]Κολ. 3, 16.

[3]βρ. 11, 1.

[4]Πρ.10, 38.

[5]Β’ Κορ.11, 29,

[6]Α΄ Κορ.9, 22.

[7]Α΄ ω. 2, 9-10.

[8]Βλ. σκητς μέσα στν κόσμο. Β΄, Ἁγιον Ὄρος 2012, σ. 188-214.

[9]Παρ.15, 17.

[10]Ρωμ.12, 15.

[11]φ. 5, 25-30.

[12]Πρβλ. Α΄ Πετρ. 3, 7.

[13]Ρωμ. 8, 28.

[14]ακ.1, 2.

[15]Πρβλ. Β΄ Κορ. 12, 7.

[16]Α΄Τιμ.3, 5.

[17]Ματθ. 10, 16.

[18]Ρωμ.12, 5,

[19]Α΄ Κορ.12, 26.