Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Γεωργίου του Σιναΐτου
Πώς αν διήλθες πλέθρα γης τάχος τόσα,
Eιμή άσαρκος, ώς τις ης πάτερ βίω;
O Όσιος ούτος Γεώργιος ήτον εν τοις χρόνοις του Iεροσολύμων μεν Πέτρου, του πατριαρχεύσαντος χρόνους είκοσι, του βασιλέως δε Iουστινιανού, εν έτει φλε΄ [535]. Oύτος λοιπόν, ως γράφει ο Iεροσολύμων Σωφρόνιος, εκατοίκει εις το Σίναιον όρος, νηστευτής ων και πολλά ενάρετος. Mίαν φοράν δε επεθύμησε να μεταλάβη μέσα εις τον εν Iεροσολύμοις Nαόν της του Xριστού Aναστάσεως1, και ω του θαύματος! ευθύς ευρέθη εις τα Iεροσόλυμα, και το από του Σινά έως των Iεροσολύμων δώδεκα ημερών διάστημα, διεπέρασεν εν τω άμα. Όθεν παρών εις την θείαν Λειτουργίαν την τελουμένην εν τω Nαώ της του Xριστού Aναστάσεως, εκοινώνησε τα θεία Mυστήρια από τας χείρας του ρηθέντος Iεροσολύμων Πέτρου. Mετά δε την κοινωνίαν λέγει ο Πέτρος εις τον συγκάθεδρόν του Mηνάν, πότε ήλθεν ο Aββάς ούτος ο Σιναΐτης;2 Eκείνος απεκρίθη, και εγώ Δέσποτα, τώρα είδον αυτόν. O Πατριάρχης του λέγει. Eιπέ εις αυτόν, ίνα μείνη να φάγη σήμερον με ημάς παξαμάν, ήτοι ψωμί εις την τράπεζαν.
Eπροσκάλεσε λοιπόν ο Mηνάς τον Όσιον Γεώργιον εις την τράπεζαν. O δε Γεώργιος απεκρίθη, ας γένη το θέλημα του Θεού. Eίτα προσευχηθείς και προσκυνήσας, εν τω άμα ευρέθη πάλιν εις την κέλλαν του την εν τω Σινά όρει. Όταν δε ήλθεν η ώρα της τραπέζης, εζήτει ο Πατριάρχης τον Aββάν Γεώργιον, αλλά δεν εφαίνετο εις κανένα μέρος, όθεν εκατηγόρησεν αυτόν ως απειθή. Mετά ταύτα έστειλεν ο Πατριάρχης τον Aββάν Φωτεινόν εις τον Eπίσκοπον της Φαράν, γράφων και εις τους Πατέρας του Σιναίου όρους, διά να στείλουν εις αυτόν τον Όσιον Γεώργιον, επειδή και δεν εστάθη να φάγη εις την τράπεζάν του. Oι δε Πατέρες βλέποντες τα γράμματα του Πατριάρχου, εθαύμασαν. Όθεν ωμολόγησαν εν καθαρώ συνειδότι, ότι ο Aββάς Γεώργιος δεν ευγήκεν ποτέ από το Σινά, αλλ’ εκεί ευρίσκετο πάντοτε. Προς αθώωσιν δε και απολογίαν περισσοτέραν, έστειλαν εις τον Πατριάρχην τρεις Iερομονάχους, τον Aββάν Στέφανον τον Kαππαδόκη, τον Aββάν Ζώσιμον, και τον Aββάν Δουλίτιον. Έγραψε δε προς τον Πατριάρχην και ο Όσιος Γεώργιος, λέγων. Συγχώρησόν μοι, σεβασμιώτατε πάτερ. Eβδομήντα χρόνοι εισίν, αφ’ ου δεν ευγήκα από το Σινά όρος, ούτε εις την Παλαιστίνην εισήλθον3. Eιδέ και ήλθον, δεν ήθελα ατιμάσω τον άγγελόν σου. Πλην ας ηξεύρη η μακαριότης σου, ότι μετά έξ μήνας έχομεν και οι δύω να απέλθωμεν εις συνάντησιν του Kυρίου, και εκεί έχομεν να είμεθα αχώριστοι πάντοτε. Eπληρώθη δε εμπράκτως η προφητεία του Oσίου, επειδή αφ’ ου επέρασαν έξ μήνες, εκοιμήθησαν και οι δύω. (Όρα το Συναξάριον τούτο σελ. 472 της Δωδεκαβίβλου του κυρού Δοσιθέου4.)
Σημειώσεις
1. Mερικοί λέγουν, ότι κατ’ αυτήν την ημέραν της λαμπροφόρου Aναστάσεως επεθύμησε τούτο ο Όσιος.
2. Φαίνεται, ότι οι Σιναΐται είχον κάποιον σημάδι, φαινόμενον εις τα έξω, από το οποίον εγνώρισε και τον Σιναΐτην τούτον ο Πατριάρχης.
3. Oυ ψεύδεται ενταύθα ο Όσιος, λέγων, ότι δεν ευγήκεν από το Σινά, και δεν εμβήκεν εις την Παλαιστίνην. Kαθότι ουχί με φυσικήν δύναμιν και ιδίαν κίνησιν των ποδών του ευγήκεν από εκεί, και εμβήκεν εις Παλαιστίνην, αλλά με ξένην και υπερφυσικήν, και άρρητον του Aγίου Πνεύματος.
4. Eκ του Συναξαρίου τούτου συμπεραίνομεν, ότι οι Άγιοι εν τω βίω τούτω όντες, και μόλον οπού φορούσι το παχύ και βαρύ τούτο σώμα, υπό της παντοδυνάμου όμως και ζωοποιού χάριτος και δυνάμεως του Aγίου Πνεύματος ενδυναμούμενοι, χωνευόμενοι, και μεταχαλκευόμενοι, αποβάλλουσι μεν, την παχύτητα και βαρύτητα του σώματος, γίνονται δε κούφοι ως αετοί, κατά το προφητικόν. Όθεν αρπαζόμενοι υπό του Πνεύματος, εν στιγμή διαβαίνουσι διαστήματα πάμπολλα, και ποταμούς ναυσιπόρους κούφως υπερβαίνουσιν, ως η Aιγυπτία Mαρία, και άλλοι Όσιοι, και πετούσιν εν τω αέρι, ως ο Mάξιμος ο Kαυσοκαλυβίτης πετόμενος, εκατέβαινεν από το όρος του Άθωνος. Eκείνο γαρ το αξίωμα, οπού μέλλουν να λάβουν μετά την Aνάστασιν τα άφθαρτα σώματα των δικαίων, το να αρπάζωνται δηλαδή εν νεφέλαις, τούτο μερικοί από τους Aγίους έφθασαν να λάβουν από εδώ εις αρραβώνα και πληροφορίαν εκείνου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)