Τη αυτή ημέρα, άθλησις του Αγίου Ιερομάρτυρος Ιππολύτου Πάπα Ρώμης, και των συν αυτώ, Κενσουρίνου, Σαβαΐνου, Χρυσής και των λοιπών
Εις τον Ιππόλυτον
Τόλμη θάλασσαν Ιππόλυτος εισδύνει,
Οία κροαίνων ίππος εν λείω πέδω.
Εις τον Κενσουρίνον
Τείνων τράχηλον τω ξίφει Κενσουρίνος,
Ην οίον ξυρώ τοις συνάθλοις ακόνη.
Εις τον Σαβαΐνον
Σπλάγχνα φλέγουσι Σαβαΐνου λαμπάσι,
Τα παμπόνηρα τέκνα της ασπλαγχνίας.
Εις την Χρυσήν
Χρυσή βυθώ βληθείσα παστώ του πόλου,
Νύμφη πρόσεισι προσφάτως λελουμένη.
Ιππόλυτον πόντους τριακοστή έκτανε ρεύμα.
Oύτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Κλαυδίου, ηγεμόνος δε Βικαρίου του και Ουλπίου Ρωμύλου καλουμένου, εν έτει σξθ΄ [269]. Aπό τούτους δε, ο Άγιος Κενσουρίνος ήτον πρώτος της Συγκλήτου βουλής, μάγιστρος κατά το αξίωμα. Ούτος λοιπόν διαβαλθείς ως Χριστιανός και ερωτηθείς, ωμολόγησε παρρησία τον Χριστόν. Όθεν βάλλεται εις την φυλακήν. Επειδή δε έγιναν πολλά θαύματα από αυτόν, και νεκρός ανέστη, διά τούτο όλοι οι παρευρεθέντες στρατιώται επίστευσαν εις τον Χριστόν. Όθεν και όλοι απεκεφαλίσθησαν, τον αριθμόν όντες είκοσιν. H δε μακαρία Χρυσή, διέλαμπε και κατά το γένος, και κατά την ευσέβειαν. Χριστιανή γαρ ήτον. Όθεν κρεμάται από τόπον υψηλόν, και με τα βούνευρα ξεσχίζεται εις τας πλευράς. Έπειτα εξαπλωθείσα κατά γης ανάσκελα, δέρνεται με χονδρά ραβδία, και κατακαίεται εις τα πλευρά με λαμπάδας αναμμένας, και έτζι ρίπτεται εις την φυλακήν. Ύστερον ευγάνουσιν αυτήν από την φυλακήν, και τζακίζουν με πέτρας τα σιαγόνιά της, και με μπάλλας μολυβένας συντρίβουν την ράχιν της. Μετά ταύτα κρεμώσιν από τον τράχηλόν της μίαν πέτραν, και ρίπτουσιν αυτήν εις τον βυθόν της θαλάσσης, και ούτως απέλαβεν η μακαρία του μαρτυρίου τον στέφανον.
Ο δε Άγιος Σαβαΐνος, και αυτός ομολογήσας τον Χριστόν, δέρνεται εις τον λαιμόν με μπάλλας βαρείας, έπειτα κρεμάται από ξύλον και δέρνεται με βούνευρα, και με αναμμένας λαμπάδας καίεται εις τα σπλάγχνα. Μέσα δε εις αυτά τα βάσανα ευρισκόμενος, και ευχαριστών τω Κυρίω, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας αυτού. Ταύτα δε τα μαρτύρια μαθών ο Άγιος Ιππόλυτος ο Πάπας Ρώμης, εκινήθη από ζήλον θείον, και επήγε και ήλεγξε τον ηγεμόνα. O δε ηγεμών θυμωθείς, επρόσταξε και έδωκαν ραπίσματα εις το πρόσωπον του Aγίου. Και άλλα δε πολλά βάσανα εδοκίμασεν ο μακάριος, ομού με τους ακολουθούντας αυτώ Πρεσβυτέρους και Διακόνους. Τελευταίον, έδεσαν αυτών τας χείρας και τους πόδας, και έρριψαν αυτούς εις τον βυθόν της θαλάσσης, και ούτως έλαβον οι αοίδιμοι τους αμαραντίνους στεφάνους του μαρτυρίου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)