Η λέξη αποκρυφισμός ή occultism, στην αγγλική ορολογία, δηλώνει την αναζήτηση μιας κρυμμένης γνώσης, κάποιας γνώσης που είναι άγνωστη στο ευρύ κοινό και είναι γνωστή μόνο σε πολύ συγκεκριμένους ανθρώπους. Συναντάται και η ορολογία απόκρυφη τέχνη ή και απόκρυφη επιστήμη.
Στην ελληνική γλώσσα, η έννοια του αποκρυφισμού είναι συνώνυμη με την έννοια της μαγείας. Η λέξη μάγος, όπως αναφέρουν αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς, δήλωνε τον ιερέα της Περσίας και αυτό μας είναι γνωστό και από τους τρεις μάγους με τα δώρα, όπως θυμόμαστε από την εορτή των Χριστουγέννων.
Ωστόσο, η λέξη μαγεία είναι άκρως αρνητικό φαινόμενο και καταδικασμένο από την Αγία Γραφή, διότι είναι η συνεργασία των ανθρώπων με τους δαίμονες, μέσω των οποίων οι άνθρωποι αποκτούν έκτακτες γνώσεις ή ικανότητες. Ανάλογα με το αποτέλεσμα που επιδιώκουν οι άνθρωποι, η μαγεία διακρίνεται σε επιμέρους κλάδους, όπως η μαντεία, δηλαδή η προσπάθεια να γνωρίσει κάποιος το μέλλον, η λευκή μαγεία, το να επιχειρεί κανείς να θεραπεύσει κάποιον ή να λύσει κάποιο πρόβλημα, και η χειρότερη μορφή, η μαύρη μαγεία, δηλαδή το να καταστρέψει κάποιος κάποιον άλλο.
Ο άνθρωπος αντίστοιχα, που ασχολείται ενεργά με τον αποκρυφισμό και προσπαθεί να αποκτήσει τις δυνάμεις, που παρέχουν οι δαίμονες, ονομάζεται μάγος ή αποκρυφιστής. Είναι διαπιστωμένο ότι μάγοι υπήρχαν σε όλους τους λαούς της αρχαιότητας, από τους Δρυίδες των Κελτών ως τους μάγους των φυλών της κεντρικής Αφρικής και από τους προκολομβιανούς πολιτισμούς της Αμερικής ως την Ινδία και την Άπω Ανατολή.
Προφανώς, αυτό οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι επιθυμούσαν και επιθυμούν να ικανοποιήσουν την υπερηφάνειά τους, να εκπληρώσουν ανήθικες επιθυμίες, να θρέψουν τον αδηφάγο εγωισμό τους. Και ακριβώς εκεί βρίσκεται πάντα ο εχθρός του ανθρώπου, ο Διάβολος, ο οποίος είναι πρόθυμος να εκπληρώσει κάθε αμαρτωλή επιθυμία μας, με αντάλλαγμα να του παραδώσουμε την ψυχή μας.
Η πρώτη επαφή του ανθρώπου με τον αποκρυφισμό δεν είναι άλλη από αυτό που περιγράφει το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου της Γενέσεως, στην Παλαιά Διαθήκη. Ο Αδάμ και η Εύα ζουν ευτυχισμένοι στον επίγειο Παράδεισο, έχοντας απόλυτα αρμονική σχέση με τον Θεό. Και εκεί παρατηρούμε ότι εμφανίζεται ο αρχέκακος Όφις, με σκοπό να καταστρέψει αυτήν την ευλογημένη κατάσταση. Πώς το πετυχαίνει; Με την πλάνη, δηλαδή με το ψέμα, την απάτη.
Πείθει την Εύα ότι αν παραβεί την εντολή του Θεού, που ήταν να μη δοκιμάσουν τον καρπό του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού, θα αποκτήσει την απαγορευμένη, την απόκρυφη γνώση, που θα βοηθήσει τους Πρωτοπλάστους να ανοίξουν τα μάτια τους και τελικά θα γίνουν «ὡς θεοί».
Και πώς αντιδρά η Εύα; Πιστεύει στην πλάνη του Όφεως και γοητεύεται από την θέα του καρπού της γνώσης. Και έτσι ο Αδάμ και η Εύα γοητεύτηκαν από την πλάνη του αποκρυφισμού, αναζητούν την απόκρυφη γνώση και τελικά την αποκτούν, τρώγοντας τον καρπό.
Δυστυχώς, όμως, το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που υποσχέθηκε ο Όφις, αλλά αυτό που είχε προειδοποιήσει ο Θεός, ότι θα χάσουν την δυνατότητα της αθανασίας και τελικά θα πεθάνουν. Ακριβώς αυτό που μας περιγράφει η Γένεσις είναι ο μόνιμος τρόπος, με τον οποίο ο Διάβολος ξεγελά, κοροϊδεύει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στην καταστροφή.
Ο Διάβολος εδώ και χιλιάδες χρόνια λέει το ίδιο ψέμα στον άνθρωπο, ότι θα γίνει θεός χωρίς τον Θεό. Η φράση «ἔσεσθε ὡς θεοί» είναι το σύνθημα, το παραμύθι που επαναλαμβάνει ο Σατανάς και πλανά την οικουμένη όλη. Και οι ταλαίπωροι άνθρωποι, αντί να εμπιστεύονται τον αληθινό Θεό, πιστεύουν στα ψέματα του Διαβόλου και οδηγούνται στην καταστροφή.
Ας επανέλθουμε, όμως, στην ιστορία του αποκρυφισμού. Ο Αδάμ και η Εύα, έστω και αν βγήκαν από τον Παράδεισο, δεν έπαψαν να πιστεύουν στον Θεό. Δεν συνέβη, ωστόσο, το ίδιο και με τον Κάιν, τον πρωτότοκο γιο τους, ο οποίος ενώ γνώριζε τον Θεό, Τον αρνήθηκε, Τον μίσησε και προτίμησε μετά την αδελφοκτονία να φύγει και να δημιουργήσει μια δική του γενιά, αδιάφορη προς τον Θεό.
Εδώ βλέπουμε ότι δεν αρκεί να έχουμε την γνώση του αληθινού Θεού, αλλά και να αγαπάμε τον Θεό. Ο Κάιν γνώριζε ποιος είναι ο Θεός, αλλά κυριεύτηκε από κακία, από αμετανοησία, οπότε η γνώση δεν τον ωφέλησε. Και προφανώς, η γενιά του Κάιν ήταν η γενιά των ανθρώπων που σταδιακά διολίσθησε προς την ειδωλολατρεία, τον πολυθεϊσμό και την σατανολατρεία.
Όλα αυτά τα στοιχεία είναι ορατά στον πρώτο πολιτισμό της γης, που εμφανίζεται στον χώρο της Μεσοποταμίας γύρω στο 3500 π.Χ. και είναι ο ξεχασμένος πολιτισμός των Σουμερίων. Οι Σουμέριοι ήταν ένας μυστηριώδης λαός, που ενδεχομένως να ήταν η φυσική συνέχεια της γενιάς του Κάιν.
Αποσπάσματα από το βιβλίο του ιστορικού-αρχαιολόγου Διόδωρου Ράμμου «Από την Συναγωγή στην Μασονία, Ελληνική φιλοσοφία και εβραϊκός Γνωστικισμός».