Βίος του αγίου μεγαλομάρτυρος Νικήτα

Ο Άγιος Νικήτας, τοιχ. καθολικό της Ιεράς Μονής Οσίου Ιωάννου του Λαμπαδιστή, 15ος αι.

Ο ένδοξος μάρτυς του Χριστού Νικήτας έζησε την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και ήταν Γότθος στην καταγωγή. Οι Γότθοι ήταν ένα γερμανικό έθνος, που κατέβηκε από την περιοχή της Βαλτικής και εγκαταστάθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. σ᾽ ένα τμήμα της Κριμαίας, που από τότε μετονομάστηκε Γοτθία. Στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. διείσδυσαν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και εγκαταστάθηκαν στη Θράκη και στον χώρο της σημερινής Βουλγαρίας και Ρουμανίας, δεξιά από το Δέλτα του Δούναβη ποταμού. Από τότε άρχισαν σταδιακά να εκχριστιανίζονται.

Ένας από τους πρώτους εκχριστιανισθέντες  αυτούς Γότθους υπήρξε και ο σήμερα τιμώμενος άγιος Νικήτας. Γιατί, ως βλαστός περιφανούς οικογένειας, διετήρησε την έμφυτη ευγένειά του ανόθευτη από τη φυσική βαρβαρότητα του έθνους του.  Και, η επιθυμία του να ζήσει ενάρετα, έχοντας ήδη ακούσει για την πνευματική ωραιότητα της Χριστιανικής πίστης, τον οδήγησε κοντά στον αγιώτατο Θεόφιλο, αρχιεπίσκοπο Γοτθίας, ένα από τους πατέρες της Α´ Οικουμενικής Συνόδου, από τον οποίο διδάχθηκε τις αλήθειες του Χριστιανισμού. Η μαθητεία του στην αληθινή πίστη συνέχισε και επαυξήθηκε στον διάδοχο του Θεόφιλου, Ουλφίλα, τόσο, ώστε ο Νικήτας, παρόλο που εν τω μεταξύ έγινε ανώτερος αξιωματούχος του στρατού της χώρας του, απέβη και φλογερός ιεροκήρυκας της Πίστης του Χριστού, και δεν έπαυε να εμπνέει στον βάρβαρο λαό του τον πόθο για τον λόγο του Θεού, για τη μόνη αληθινή Πίστη.

Αλλά ο διάβολος, φθονώντας την προσέλευση των Γότθων στον Χριστιανισμό, ενέσπειρε διχόνοια μεταξύ τους και τους χώρισε σε δύο έντονα εχθρικές παρατάξεις. Η μία, με αρχηγό τον σκληρό και ασεβέστατο Αθανάριχο, ήσαν οπαδοί της πατρογονικής ειδωλολατρίας, ενώ η άλλη, με αρχηγό τον Φριτιγέρνη, είχαν ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Ο τελευταίος, ένεκα της στρατιωτικής υπεροχής του Αθανάριχου, ζήτησε βοήθεια από το Βυζάντιο, και ο αυτοκράτορας Ουάλης (364-378) του παραχώρησε το στράτευμα της Θράκης. Ο Φριτιγέρνης, όπως παλαιότερα  ο Μέγας Κωνσταντίνος, έχοντας προπορευόμενο των στρατευμάτων του το λάβαρο του Τίμιου Σταυρού, κατατρόπωσε τον Αθανάριχο, που μόλις διέφυγε τη σφαγή. Αυτή η νίκη έγινε αιτία να πιστέψουν στον Χριστό και πολλοί άλλοι Γότθοι.

Αργότερα όμως, κατά παραχώρηση Θεού, ο Αθανάριχος ανέκτησε την πρώτη δύναμη του και, πνέοντας άσπονδο μίσος και μένεα κατά των Χριστιανών, τους συνελάμβανε και τους υπέβαλλε σε φρικτά βασανιστήρια.  Τότε και ο Νικήτας, γνωστός για την ευσέβεια και τα δημόσια κηρύγματα του, συνελήφθη ξαφνικά, την ώρα που κήρυττε στον λαό για τον Χριστό. Σύρθηκε βίαια ενώπιον του Αθανάριχου και, μολονότι εξαναγκάσθηκε ν’ αρνηθεί την πίστη του Χριστού, αυτός παρέμεινε ακλόνητος στην ομολογία του.  Τότε οι ασεβείς, κτυπώντας τον, συνέτριψαν όλα τα μέλη του σώματός του και τον έριξαν στη φωτιά.  Μα, ώ της ανδρείας του, και μέσα στις φλόγες ο άγιος δεν έπαυε να υμνεί τον Θεό, μέχρις ότου παρέδωσε την αγία ψυχή του εις χείρας Θεού.  Το μαρτύριο του έλαβε χώρα το έτος 372.

Κάποιος φίλος του αγίου, ονόματι Μαριανός, αναχωρώντας τότε για την πατρίδα του Μοψουεστία, σημαίνουσα πόλη κοντά στα Άδανα και την Ταρσό της Κιλικίας της Μικράς Ασίας, θέλησε να μεταφέρει μαζί του ό,τι  λείψανο είχε απομείνει από το σώμα του Αγίου. Κι εκεί που συλλογιζόταν, πώς θα το ξεχώριζε από τα λείψανα των άλλων μαρτύρων, που είχαν πεταχθεί στον ίδιο εκείνο τόπο, ουράνια δύναμη, με τη μορφή φωτεινού αστεριού, στάθηκε πάνω στο σώμα  του αγίου Νικήτα. Και ο Μαριανός το αναγνώρισε αμέσως, γιατί, χάριτι Θεού, είχε διαφυλαχθεί ολόκληρο και αβλαβές. Το ασπάσθηκε τότε με πόθο ο Μαριανός, το έβαλε σε θήκη, που είχε ετοιμάσει, και το μετέφερε στη Μοψουεστία, όπου επιτελούσε πολλά θαύματα. Με τον καιρό, ο άγιος Νικήτας κατέστη ο κατεξοχήν πολιούχος της φιλόχριστης πόλης Μοψουεστίας, και ο μητροπολιτικός ναός της ήταν αφιερωμένος στο όνομα του.

Η μνήμη του τιμάται στις 15 Σεπτεμβρίου.

(Ο βίος είναι βασισμένος στο σχετικό Συναξάριο του Νέου Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εκδ. Ίνδικτος,  τόμ. Α´[Σεπτέμβριος], Αθήναι 2011, σσ.193-194)