Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ
Ἡ σημερινὴ Κυριακή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, εἶναι ἡ Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων. Γι᾿ αὐτὸ καὶ διαβάσαμε τὴν περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, γιατὶ ἀναφέρεται στὴ Βάπτιση τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποία, πρῶτα ὁ Θεός, ἑτοιμαζόμαστε νὰ ἑορτάσουμε σὲ λίγες μέρες.
Ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἀποτελεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ κατὰ Μᾶρκον Εὐαγγελίου. Τὸ Εὐαγγέλιο αὐτό, ποὺ θεωρεῖται ὡς τὸ πρῶτο ποὺ γράφτηκε, παραλείποντας τὰ σχετικὰ μὲ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας, ἀρχίζει τὴ διήγηση ἀπὸ τὸ κήρυγμα καὶ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, καθὼς καὶ τὴ βάπτιση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί, πῶς ἀρχίζει; «Ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.» Αὐτὴ ἡ μικρὴ φράση συνοψίζει τὸ ὅλο σωτήριο ἔργο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Εὐαγγέλιο θὰ πεῖ καλή, χαρμόσυνη ἀγγελία, τὸ εὐφρόσυνο μήνυμα, τὸ μόνο χαροποιὸ μήνυμα ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ ἄκρα ἀγάπη στὸ πλάσμα Του ποὺ ἔπεσε στὴν ἁμαρτία τῆς παρακοῆς τοῦ θείου θελήματος καὶ ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο σὲ τούτη τὴ γῆ τοῦ κλαυθμῶνος, ὑπέπεσε δὲ στὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, ἦλθε στὴ γῆ, ἔλαβε σάρκα καὶ ψυχὴ ἀνθρώπινη, προσέλαβε ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση, γιὰ νὰ τὴν ἁγιάσει, νὰ τὴ θεώσει.
Καί, ὅπως κατὰ καιροὺς εἶχε ἀποστείλει στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δίκαιους καὶ προφῆτες, ποὺ μὲ σύμβολα καὶ ὁράματα καὶ προφητεῖες προανάγγελλαν στὸν ἐκλεκτό Του λαὸ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία, τοῦ Λυτρωτῆ, ἔτσι καὶ λίγο πρὶν τὴν ἔναρξη τῆς δημόσιας δράσης καὶ τοῦ κηρύγματός Του ἀπέστειλε «πρὸ προσώπου αὐτοῦ» τὸν ἔνσαρκο ἄγγελό Του, δηλ. ἀγγελιαφόρο, τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, ποὺ μὲ τὸ κήρυγμα καὶ τὸ βάπτισμά του προετοίμασε τὸν δρόμο γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς τελειότητος, τὴ ζωὴ τῆς χάριτος, ποὺ ἐπρόκειτο σύντομα νὰ κηρύξει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ μία ἰσάγγελη ζωὴ τριάντα τόσων χρόνων στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη, ὑπακούοντας σὲ θεϊκὴ προσταγὴ ὁ Ἰωάννης, ὁ υἱὸς τοῦ ἀρχιερέα Ζαχαρία καὶ τῆς Ἐλισάβετ, ἔρχεται στὰ περίχωρα τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, γιὰ νὰ κηρύξει βάπτισμα μετάνοιας. Καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο τονίζει μὲ λεπτομέρειες τὴν ὑψηλὴ ἀσκητικὴ πολιτεία τοῦ Ἰωάννη, γιὰ τὴν ὁποία ἔλαβε ἀπὸ Θεοῦ τόση χάρη καὶ ἀξιώθηκε νὰ ὑπηρετήσει καὶ αὐτὸς στὸ λυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ: τὸ ἔνδυμά του —ὁ λιτός του χιτώνας— ἦταν καμωμένος ἀπὸ τρίχες τῆς καμήλας, γιὰ νὰ σκληραγωγεῖται τὸ σῶμα του, ἐνῶ στὴ μέση ἦταν ζωσμένος μὲ δερμάτινη ζώνη. Καί, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τοῦτο ἦταν σύμβολο τῆς νέκρωσης τῶν παθῶν, τῆς λεγόμενης ἀπάθειας, στὴν ὁποία εἶχε φθάσει ὁ Ἰωάννης. Γιατὶ στὴ μέση, στὰ νεφρά, σύμφωνα μὲ τὴ βιβλικὴ ἀντίληψη, ἑδράζεται τὸ ἐπιθυμητικὸ τῆς ψυχῆς. Καὶ ὁ Πρόδρομος εἶχε ζωσμένη τὴ μέση του μὲ δερμάτινη ζώνη: Τὸ δέρμα προέρχεται ἀπὸ νεκρὸ ζῶο καὶ περισφίγγει, δηλ. συστέλλει καὶ ὑποτάσσει τὰ πάθη, ποὺ ἔχουν στὴ μέση τὴν ἕδρα τους. Κι ἀκόμη, λέει τὸ Εὐαγγέλιο πὼς ὁ Ἰωάννης, ὡς λιτή του τροφή, εἶχε ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριο. Ἀκρίδες ἐδῶ δὲν ἐννοοῦνται τὰ γνωστὰ ἔντομα, ἀλλὰ τὰ ἀκρόδρυα, οἱ ἄκρες τῶν βλαστῶν κάποιων δέντρων, οἱ ἄκρες τῶν χόρτων. Ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ὁ πρῶτος παρθένος καὶ ἀσκητὴς τῆς ἐποχῆς τῆς Χάριτος, τῆς Καινῆς Διαθήκης, καὶ ἔγινε ὁ μέγιστος τῶν προφητῶν καὶ εὔλογα κατέστη ὁ προστάτης καὶ ἀρχηγὸς τοῦ τάγματος τῶν μοναχῶν. Καί, τί κήρυσσε ὁ Τίμιος Πρόδρομος; Δύο μεγάλα πράγματα: Τὴ μετάνοια καὶ τὴν πίστη στὴν ἐπικείμενη τότε ἔλευση τοῦ Λυτρωτῆ Ἰησοῦ. Βλέποντας οἱ ἄνθρωποι τῆς περιοχῆς ὅλης τῆς Ἰουδαίας καὶ τῶν Ἱεροσολύμων τὴν ἰσάγγελη βιοτή του, ἔτρεχαν διψασμένοι γιὰ λόγο Θεοῦ σ᾿ αὐτόν. Καί, ἀκούοντας τὸ πύρινο ἐκεῖνο καὶ οὐράνιο κήρυγμα τῆς μετάνοιας, ἐξομολογοῦνταν δημόσια ὁ καθένας τὶς ἁμαρτίες του καὶ βαπτίζονταν ἀπ᾿ αὐτὸν στὸν Ἰορδάνη, ὡς σύμβολο τῆς ἄφεσης, τῆς συγχώρησής τους.
Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ ὁρισμένοι θεωροῦσαν πὼς αὐτὸς ἦταν ὁ ἀναμενό-μενος Μεσσίας, ὁ ἱερὸς Βαπτιστὴς κήρυσσε ξεκάθαρα καὶ μὲ κάθε ταπείνωση: «Ἐγὼ κάνω τὸ ἔργο, ποὺ μὲ πρόσταξε ὁ Θεός, μὰ δὲν εἶμαι τίποτα. Ἔρχεται σύντομα ὁ ἰσχυρότερός μου -ὁ σαρκωμένος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ-, τοῦ ὁποίου δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σκύψω καὶ νὰ λύσω τὰ ράμματα τῶν ὑποδημάτων. Κι ἐγὼ σᾶς βαπτίζω στὸ νερὸ συμβολικά. Αὐτὸς ὅμως θὰ σᾶς βαπτίσει στὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος ποὺ θὰ δωρήσει.»
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ μορφή, ἡ βιοτὴ καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου Ἰωάννου ἔχουν πολλὰ νὰ μᾶς εἰποῦν καὶ ἐμᾶς σήμερα, ὄχι μόνον ἐνόψει τῆς ἑορτῆς τῆς Βάπτισης τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ γιὰ τὴν ὅλη μας ζωή. Καλούμαστε νὰ μιμηθοῦμε, ἔστω λίγο, τὸ κατὰ δύναμη ὁ καθένας, τὴν ἐνάρετη πολιτεία του, τὴν ἄσκησή του, τὴν ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημά Του. Τὸ κήρυγμα τῆς μετάνοιας καὶ ἡ ὀφειλετικὴ ὑπακοή μας σ᾽ αὐτὸ ἔχουν διαχρονικὴ ἰσχὺ καὶ παραμένουν ζωντανὰ στοὺς αἰῶνες: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.» Αὐτό, ποὺ ζητεῖ ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Θεός, ἀδελφοί, εἶναι τὴ μετάνοιά μας, τὴν ἀλλαγὴ δηλαδὴ καὶ διόρθωση τοῦ νοῦ, τοῦ φρονήματος, τῆς ζωῆς μας.
Μόνο μὲ τὸν τρόπο τοῦτο, τὴν ὁλόψυχη δηλαδὴ μετάνοιά μας ὡς προσώπων, ὡς κοινωνίας, ὡς ἔθνους, θὰ ἑλκύσουμε τὴ Χάρη τοῦ Φιλάνθρωπου Θεοῦ, ποὺ εἶναι εὔσπλαγχνος καὶ ἐλεήμων. Νὰ μὴ λησμονοῦμε, πὼς οἱ ὅποιες σημερινὲς κρίσεις εἶναι ἀπότοκα τῆς πνευματικῆς μας κρίσης. Ἀλλά, νὰ ἔχουμε πίστη, ἐλπίδα καὶ θάρρος. Ὁ Θεός, ποὺ ἐπέτρεψε γιὰ τὸ καλὸ καὶ συμφέρον μας τὶς δοκιμασίες ποὺ διερχόμαστε, δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει. Κι ὅπως μᾶς ὑποσχέθηκε, θὰ τηρήσει τὸν λόγο Του: «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.» Ἅμα ἀγωνιζόμαστε νὰ ἐφαρμόζουμε τὸ θέλημά Του καὶ νὰ ἔχουμε μετάνοια, καὶ οἱ προσωπικὲς καὶ οἱ οἰκονομικὲς καὶ οἱ ἐθνικὲς καὶ οἱ ὅποιες ἄλλες κρίσεις θὰ παρέλθουν. Καὶ θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ διέλθουμε καὶ τούτη τὴν πρόσκαιρη ζωὴ μὲ εὐλογία καὶ εἰρήνη, καὶ θὰ εἰσέλθουμε στὴν ἀληθινὴ καὶ μόνιμη καὶ αἰώνια ζωή, χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ μεγαλωσύνη στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν!