Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ
«Ἐν τῇ γεννήσει, τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ κοιμήσει, τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε• μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, Μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς, λυτρουμένη ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.»
Ἐορτὴ πανυπέρλαμπρη ἡ σημερινή, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Σήμερα πανηγυρίζουμε πνευματικὰ καὶ τιμοῦμε μὲ ᾄσματα ἱερὰ τὴν Κοίμηση, ἤ, ὀρθότερα, τὴ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου. Ναί, δέν εἶναι ἡμέρα πένθους σήμερα, παρότι πένθιμο γεγονὸς τιμοῦμε, καθότι: «ὕπνος ἀναδέδεικται τῶν δικαίων ὁ θάνατος». Κι ἂν αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους τοὺς δικαίους, τοὺς ἁγίους ἀνθρώπους, πολὺ περισσότερο καὶ μὲ ἐξαίρετα διάφορο τρόπο ἰσχύει γιὰ τὴν Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ.
Πάσχα καλεῖ καὶ τὴ σημερινὴ ἡμέρα ὁ λαός. Καὶ βέβαια γνωρίζουμε πὼς Πάσχα, ποὺ σημαίνει διάβαση, πέρασμα, εἶναι κατεξοχὴν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, ὡς διάβαση τοῦ σεσωσμένου νέου Ἰσραήλ, τῶν Χριστιανῶν, ὄχι ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν αἰώνια ζωή. Μὰ καὶ ἡ σημερινὴ ἡμέρα διάβαση εἶναι, ἀπὸ τὸν θάνατο στὴ ζωή. Γιατὶ μετάσταση, ὅπως θεολογοῦν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει καὶ θάνατος καὶ ἀνάσταση καὶ ἀνάληψη ἐν σώματι στοὺς οὐρανούς. Ναί! Ὁ Κύριος ἔκαμε αὐτὴ τὴν ἐξαίρετη χάρη σὲ δύο ἐξαίρετα ἀγαπώμενα ἀπὸ αὐτὸν πρόσωπα: Στὴν Παναγία Μητέρα Του καὶ στὸν ἀγαπημένο Του μαθητὴ Ἰωάννη. Ἐπειδὴ καὶ οἱ δύο ἀπέθαναν τὸν φυσικὸ θάνατο, ἀλλὰ ἀναστήθηκαν καὶ ἀναλήφθηκαν μὲ ἀφθαρτισμένο πλέον σῶμα στοὺς οὐρανούς!
Ἡ Παναγία μας, ἀδελφοί, εἶναι «ἡ μετὰ Θεὸν Θεός, ἡ ἔχουσα τὰ δευτερεῖα τῆς ἁγίας Τριάδος», κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ. Ἡ ταπεινὴ αὐτὴ κόρη τῆς Ναζαρέτ, μὲ τὴν ἄκρα ταπείνωση, καθαρότητα καὶ ἁγνότητά της, εἵλκυσε τὴν ἄκρα εὔνοια τοῦ Δημιουργοῦ, καὶ εὐδόκησε νὰ σαρκωθεῖ ὁ Υἱός Του ἀπ᾽ αὐτὴν μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ νὰ τὴν κάμει νύμφη Του, ἀλλὰ Νύμφην ἀνύμφευτον! Καὶ ἡ Μαριὰμ κατέστη ἀνώτερη ἀπὸ ὅλα τὰ λογικὰ δημιουργήματα, καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Καὶ κανεὶς δέν μπορεῖ νὰ προσεγγίσει τὸν Θεό, παρὰ διὰ μέσου Της!
Δεκαέξι ἐτῶν ἦταν ἡ Παναγία μας, ὅταν γέννησε τὸν Κύριο. Καὶ ἔζησε τριαντατρία ἔτη μαζί Του καὶ ἀκόμη δέκα μετὰ τὸ Πάθος, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή Του. Ἦταν δηλαδὴ πενήντα ἐννέα ἐτῶν, ὅταν ἐκοιμήθη. Μά, πρὸ τῆς Κοιμήσεώς της, ἔστειλε καὶ πάλιν ὁ Υἱός Της τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ, νὰ τὴν πληροφορήσει ὅτι ἦλθε ὁ καιρός, νὰ τὴν λάβει κοντά Του, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Καὶ μάλιστα τῆς εἶπε, ὅτι θὰ ἀποθάνει ὅταν ἡ ἴδια τὸ θελήσει, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ Χριστός μας! Καὶ τῆς ἔδωκε κλαδὶ ἀπὸ φοινικιά, σύμβολο νίκης κατὰ τῶν παθῶν, τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ κόσμου. Καὶ ἑτοιμάσθηκε ἡ Παρθένος, ἑτοίμασε τὰ ἀπαραίτητα ἐντάφια, καὶ εἰδοποίησε εὐλαβεῖς γνωστὲς καὶ συγγενεῖς της γυναῖκες, ποὺ ὅλες προσέτρεξαν μὲ πόθο θεϊκὸ νὰ παραστοῦν στὰ τέλη τῆς Κυρίας τοῦ κόσμου. Μὰ κι ὁ Δεσπότης Χριστός, γιὰ νὰ τιμήσει καὶ δοξάσει τὴ Μητέρα Του, πρόσταξε ἀγγέλους –ποὺ φάνηκαν σὰν νεφέλες φωτεινὲς- καὶ ἅρπαξαν τοὺς ἁγίους ἀποστόλους ὅλους, ποὺ ἦταν σκορπισμένοι στὰ τετρα-πέρατα τῆς οἰκουμένης στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, καθὼς καὶ τοὺς ἐπισκόπους Ἀθηνῶν Ἱερόθεο καὶ Διονύσιο τὸν Ἀρεοπαγίτη, καὶ τοὺς συνάθροισε στὴ Γεθσημανῆ. Καὶ τότε παρέδωκε τὴν παναγία της ψυχὴ ἡ Παρθένος στὰ χέρια τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ της, μέσα σὲ φῶς θεϊκό, εὐωδία οὐράνια καὶ ἀγγελικὲς ὑμνῳδίες! Καὶ ἀφοῦ τὴν πένθησαν καὶ μὲ θεολογικοὺς λόγους τὴν ἐγκωμίασαν οἱ συναθροισμένοι ἀπόστολοι καὶ ἱεράρχες, ὁδήγησαν τὸ πανάχραντο σκῆνος της νὰ τὸ ἐνταφιάσουν ἐκεῖ, ποὺ μέχρι σήμερα σώζεται ὁ τάφος της, στὴ Γεθσημανῆ, κοντὰ στὰ Ἱεροσόλυμα.
Μὰ στὸν δρόμο, τὸ φθονερὸ γένος τῶν Ἑβραίων, γιὰ νὰ ἀτιμάσει τὴ μητέρα τοῦ ἀείποτε φθονουμένου ἀπ᾽ αὐτοὺς Χριστοῦ, ἔβαλαν ἕνα αὐθάδη καὶ πάντολμο Ἰουδαῖο νὰ κρημνίσει ἀπὸ τὴ νεκρικὴ κλίνη ἐκεῖνο τὸ σῶμα, ποὺ φρίττουν καὶ οἱ ἄγγελοι. Δέν πρόφθασε ὅμως ὁ παμβέβηλος ἐκεῖνος ν᾽ ἁπλώσει τὰ μιαρά του χέρια, καὶ βρέθηκαν κομμένα ἀπὸ ἅγιο ἄγγελο ἀπὸ τοὺς ἀγκῶνες καὶ κολλημένα στὴν κλίνη τῆς Παρθένου. Ἀλλά, ἡ Μητέρα τοῦ ἐλέους, ὅταν μὲ ὀδυρμοὺς καὶ μετάνοια ζήτησε συγχώρηση, τὸν συγχώρεσε καὶ τὸν θεράπευσε μὲ τὴ μεσιτεία τῶν ἀποστόλων.
Κατατέθηκε λοιπὸν τὸ πάντιμο ἐκεῖνο σκῆνος μὲ ὕμνους καὶ ψαλμωδίες στὸν τάφο. Ἀλλὰ ὁ Θωμᾶς, καὶ πάλιν κατ᾽ οἰκονομία θεϊκή, δέν ἦταν παρών, γιατὶ ἡ θεϊκὴ νεφέλη μετὰ τρεῖς ἡμέρες τὸν ὁδήγησε στὴ Γεθσημανῆ. Καὶ πάλιν ὀδυρόταν ὁ Θωμᾶς, ποὺ δέν ἀξιώθηκε νὰ παρασταθεῖ στὴν κηδεία τῆς Θεοτόκου, καὶ παρακάλεσε τοὺς ἄλλους ἀποστόλους, κἂν νὰ τοῦ ἀνοίξουν τὸν τάφο νὰ προσκυνήσει τὴ Θεοτόκο, ὅπως καὶ ἔκαμαν. Ἀλλὰ τὸ σῶμα τῆς Θεοτόκου δὲν ἦταν πιὰ στὸν τάφο! Διότι ἡ Παναγία μας εἶχε ἀναστηθεῖ καὶ ἀναληφθεῖ σύσσωμη στοὺς οὐρανούς, ὅπου καὶ σήμερα βρίσκεται καὶ μεσιτεύει στοὺς αἰῶνες γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, οἱ βίοι τῶν ἁγίων, ἡ ζῶσα ἱερὰ Παράδοση εἶναι γεμάτα ἀπὸ διηγήσεις, ὀπτασίες, θαύματα τῆς Παναγίας μας, ποὺ δείχνουν καθαρότατα τὸ πόσο μᾶς ἀγαπᾶ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς, τὸ πόσο συντρέχει τὸν ἀνὰ τὸ παγκόσμιο ἀνθρώπινο πόνο, πόσο πρεσβεύει καὶ ἱκετεύει καὶ ἐξιλεώνει τὸν Κύριο νὰ μὴ μᾶς ὀργισθεῖ καὶ νὰ ἐπιτρέψει δοκιμασίες μεγάλες, γιὰ νὰ παιδευθοῦμε γιὰ ὅσα κακὰ πράξαμε καὶ πράττουμε. Ἕνα δάκρυ τῆς Παναγίας μας μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Υἱοῦ της, λέει κάπου, ὑπερτερεῖ τὶς προσευχὲς ὅλων τῶν ἁγίων.
Πρέπει κι ἐμεῖς, τὴ μεσίτρια καὶ σκέπη μας, ἰδιαιτέρως ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, νὰ τὴν εὐχαριστοῦμε ἀδιαλείπτως καὶ νὰ τὴν τιμοῦμε. Νὰ τὴν ἐπικαλούμαστε μὲ πίστη καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τὴν ἀναπαύουμε. Πῶς; Μὲ τὰ θεάρεστα ἔργα μας, μὲ τὴ μετάνοια, τὴν ἁγνότητα, τὴ νηστεία, τὴν κάθε ἀρετή. Ἔτσι θὰ ἑλκύσουμε πλούσια τὰ ἐλέη τῆς Μεγαλόχαρης καὶ θὰ τὴν ἔχουμε καὶ στὴ ζωὴ τούτη θερμὴ προστάτη καὶ βοηθό, καὶ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου μας, ἀλλὰ καὶ τῆς κρίσης, μεσίτη καὶ σωτηρία, καὶ θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ βλέπουμε Αὐτὴν καὶ τὸν Υἱό Της στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν. Γένοιτο, Παναγία μου! Γένοιτο, Κύριε!