Τῇ ἕκτῃ Μαΐου
Βίος τοῦ Ἁγίου δικαίου πολυάθλου καὶ Προφήτου Ἰώβ.
Στίχοι: Εἰ καὶ θανὼν ἄληστος ἀνδρίας πέτρα,
Καὶ πῶς Ἰὼβ κρύψω σε τῇ λήθης πέτρᾳ;
Ἕκτῃ Ἰὼβ πολύτλαν θανάτου νέφος ἀμφεκάλυψεν.
Τοῦτον τὸν δίκαιον ἐζήτησεν ὁ διάβολος ἀπὸ τὸν Θεὸν διὰ νὰ τὸν παιδεύσῃ, καὶ ἐκ τῆς παιδείας νὰ τὸν κάμῃ νὰ ἀδημονήσῃ καὶ νὰ βλασφημήσῃ κατὰ τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ καὶ ἤκουσε νὰ τὸν μαρτυρῇ ὁ ἴδιος Θεός, πῶς εἶναι δίκαιος καὶ ἀκατηγόρητος καὶ ὑπερέχει ὅλους τοὺς τότε δικαίους. Ὅθεν ὁ Θεὸς ἐσυγχώρησε νὰ δοθῇ ὁ δίκαιος εἰς τὰς χεῖράς του. Ὁ δε Διάβολος λαβὼν τὴν συγχώρησιν καὶ ἄδειαν ταύτην, ἐγύμνωσε τὸν δίκαιον ἀπὸ ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα. Καὶ ἀφ᾿ οὗ τὸν ἐταλαιπώρησε μὲ λέπραν καὶ μὲ ἄλλας πληγὰς καὶ πάθη ἀπαρηγόρητα, ἀνεχώρησεν ἐντροπιασμένος. Ἐπειδὴ μὲ τὰς προσβολὰς τῶν τόσων πειρασμῶν, ὁποῦ ἐπροξένησεν εἰς τὸν δίκαιον, δὲν ἐκατώρθωσε τὸν σκοπὸν ὁποῦ εἶχε, δηλαδὴ τὸ νὰ τὸν κάμῃ νὰ βλασφημήσῃ κατὰ τοῦ Θεοῦ, μᾶλλον δὲ εἰς τὸ ἐναντίον εὐγῆκεν ὁ σκοπός του. Διότι ὁ δίκαιος Ἰὼβ μείνας στερεὸς καὶ ἀκλινὴς εἰς τοὺς πειρασμούς, ἀντὶ νὰ βλασφημήσῃ, εὐχαρίστει τὸν Θεόν. Ὅθεν ὁ Θεὸς εἰς τὸ τέλος τῶν ἀγώνων του, ἀνεκήρυξεν αὐτὸν λέγων· «Μὴ ἀποποιοῦ μου τὸ κρίμα, οἴει δέ με ἄλλως σοι κεχρηματικένα, ἢ ἵνα ἀναφανῇς δίκαιος;» (Ἰὼβ μ΄, 8). Ἤγουν μὴ ἀποστραφῇς τὴν παιδείαν αὐτήν, ὁποῦ σοι ἔδωκα. Διατὶ μὴ νομίζῃς, πῶς διὰ ἄλλο τέλος σὲ ἀφῆκα νὰ παιδευθῇς, πάρεξ διὰ νὰ φανῇς ὅτι εἶσαι δίκαιος. Διὰ τοῦτο καὶ ἐχάρισεν ὁ Θεὸς εἰς αὐτὸν ὅλα τὰ τέκνα καὶ ὑπάρχοντα, ὁποῦ ἐσυγχώρησε νὰ ὑστερηθῇ.
Τὰ δὲ περὶ τοῦ Ἰὼβ κατὰ πλάτος καὶ μερικῶς πράγματα, ἀναφέρονται εἰς τὸ ξεχωριστὸν καὶ καθ᾿ αὐτὸ βιβλίον του. Ἔζησε δὲ μετὰ τὴν παιδείαν χρόνους ἑκατὸν ἑβδομήκοντα, ὥστε ὅλοι οἱ χρόνοι τῆς ζωῆς του οἱ πρὸ τῆς πληγῆς καὶ οἱ μετὰ τὴν πληγήν, συμποσοῦνται διακόσιοι σαράντα ὀκτώ.
Ταῖς αὐτοῦ πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Σημ.: Τὸ ἀνωτέρω κείμενο προέρχεται ἀπὸ τὸν πρωτότυπο Συναξαριστὴν τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.