Site icon Ιερά Μητρόπολις Μόρφου

Τα ψυχικά νοσήματα και η συνεργασία ιερέων και ιατρών για την αντιμετώπισή τους

Εισήγηση στην Η΄ συνάντηση του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Β’ Ακαδημαϊκού Έτους  (2013-2014)
Η΄ Συνάντηση (28.04.2014)
Ομιλητής: Δρ. Γιάννης Κιτρομηλίδης, Ψυχίατρος
Ο κ. Γιάννος Κιτρομιλίδης

Πανιερώτατε,
Σεβαστοὶ πατέρες,
Αγαπητοί αδελφοί,
Χριστός ανέστη!
Τι είναι νόσος γενικά
Νόσος είναι κάθε βλάβη και δυσλειτουργία της φυσικής και διανοητικής μας υπόστασης. Είναι συνέπεια του ότι είμαστε φυσικά φθαρτοί. Και το να είμαστε φθαρτοί, είναι συνέπεια της υψηλής οργάνωσης, συνθετότητας, διαφοροποίησης και, κατά κάποιο τρόπο, «απομάκρυνσης» από την Φύση που μας χαρακτηρίζει, και αυτό είναι αντίθετο προς την ιδιότητα της ύλης να ρέπει προς καταστάσεις ομογενοποίησης, χαμηλής ενέργειας και αταξίας. Με άλλα λόγια είμαστε, κατά κάποιο τρόπο, σαν ξένα σώματα μέσα στην φύση και, από την στιγμή που δημιουργούμαστε, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση προς το «γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γεν. 3,19), η φύση αρχίζει να μας φθείρει, μέχρι να μας αφομοιώσει ξανά δια του θανάτου.

Είναι ενδιαφέρον, ότι σε ένα άλλο σύστημα αναφοράς η φθορά επίσης αποδίδεται σε μιαν άλλη «διαφοροποίηση», αυτήν του προπατορικού αμαρτήματος, μιας αποστασίας εκ προαιρέσεως, με την οποία διαχωρίσαμε την θέση μας από την Αρχήν την συνέχουσαν πάντα, καθιστώντας τον εαυτό μας ξένο σώμα μέσα στην Εδέμ.

Τι είναι ψυχική νόσος

Με ανάλογο τρόπο, υπόκειται στη φθορά και δυσλειτουργία και το ψυχικό όργανο, πολλώ μάλλον αφού πρόκειται για το πιο εξελιγμένο όργανο-σύνολο λειτουργιών, που μας καθιστά μοναδικούς. Και η ποικιλία νόσων και διαταραχών, που εδώ αντιμετωπίζουμε, είναι εξίσου μοναδική. Εδώ ο όρος «διαταραχή» είναι προτιμότερος, γιατί η ψυχική νόσος συνήθως δεν είναι οργανική, δεν οφείλεται σε βλάβη του φυσικού υποστρώματος, αλλά είναι λειτουργική, είναι απορύθμιση της αρμονικής συνεργασίας των διάφορων μερών του πολυσύνθετου ψυχικού οργάνου. Απορύθμιση, που γίνεται πιο πιθανή, όσο πιο σύνθετος και εξελιγμένος γίνεται ο ψυχισμός.

Τα αίτια της ψυχικής νόσου είναι ποικίλα, γιατί προέρχονται από τις διάφορες συνιστώσες που συνθέτουν το ψυχικό όργανο και αλληλοκαθορίζονται. Έτσι είναι οργανικά-γενετικά, και επομένως πιθανόν κληρονομικά, επίκτητα, που οφείλονται σε βιώματα και εμπειρίες, και εκείνα που επιβάλλονται από το περιβάλλον, τις κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες. Τέλος, είναι τα ιδιοσυγκρασιακά, που αφορούν τις ιδιαίτερες ευαισθησίες και ευαλωτότητες της προσωπικότητας του ατόμου.         

Ο όρος «ψυχικές νόσοι» δεν αναφέρεται στην Ψυχή μας, που όλοι γνωρίζουμε, αλλά στις ανώτερες λειτουργίες του εγκεφάλου, που είναι η Σκέψη, ο Λόγος, το Συναίσθημα και η Συμπεριφορά. Αυτό σημαίνει, ότι τα λεγόμενα «ψυχοφάρμακα» δεν επηρεάζουν την Ψυχή, που είναι άυλη και δεν εδράζεται σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή του σώματος, αλλά μόνο τις λειτουργίες του εγκεφάλου. Σημαίνει, ακόμα, ότι ψυχικές διαταραχές είναι δυνατό να παρουσιάσουν και άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό και βρίσκονται σε κατάσταση προχωρημένου πνευματικού αγώνα, ειδικά σε μεγαλύτερες ηλικίες, που η κατάθλιψη είναι συχνή και εμφανίζεται και η διανοητική έκπτωση, λόγω της φθοράς του εγκεφαλικού ιστού.

Οι  ψυχικές λειτουργίες βρίσκονται σε στενή και συνεχή αλληλεπίδραση, η μια καθορίζοντας την άλλη, σε ένα δυναμικό και σε συνεχή κίνηση σύνολο που αποτελεί τον ψυχικό κόσμο, ο οποίος σε ομαλές συνθήκες βρίσκεται σε κατάσταση δυναμικής -όχι στατικής- ισορροπίας και σε θέση προσαρμογής στον περιβάλλοντα κόσμο. Κάθε ψυχική νόσος ανατρέπει αυτή την ισορροπία σε βαθμούς που κυμαίνονται από τις  ήπιες μορφές –που θεωρούνται παραλλαγές του φυσιολογικού, το να θεωρείται κάποιος «εκκεντρικός» ή «ιδιόρρυθμος»- μέχρι τις πιο σοβαρές, που χαρακτηρίζονται από ακραίες διαταραχές των ψυχικών λειτουργιών, όπως αποδιοργάνωση της Σκέψης, Λόγο που απουσιάζει ή δεν επικοινωνεί, συναίσθημα σε πλήρη δυσαρμονία με το περιβάλλον, συμπεριφορά επικίνδυνη ή αυτοκαταστροφική.

Η ψυχική διαταραχή παρουσιάζει μια ρευστότητα και εξελικτικότητα, γιατί παρακολουθεί τις εξελίξεις της κοινωνίας και χρησιμοποιεί δεδομένα του πολιτισμικού περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύσσεται. Αυτό είναι αναπόφευκτο, αφού το ψυχικό όργανο είναι το μέσον προσαρμογής μας στον κόσμο. Έτσι, μια ψυχική κατάσταση, που θεωρείται διαταραγμένη σε μια δεδομένη εποχή ή κουλτούρα, μπορεί να είναι αποδεκτή σε μια άλλη, αν είναι καλύτερα προσαρμοσμένη μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Αυτή η παρατήρηση δημιούργησε ερωτήματα για το τι  είναι η ψυχική νόσος και ακόμα αν, τελικά, υπάρχει. Χαρακτηριστική ήταν και η απουσία αντικειμενικών ευρημάτων στις αιματολογικές και απεικονιστικές εξετάσεις. Μόνο πρόσφατα είναι που η προηγμένη Βιολογική Ψυχιατρική εντοπίζει συγκεκριμένες αλλαγές σε βιολογικούς δείκτες και στη λειτουργία περιοχών του εγκεφάλου, που φαίνεται να σχετίζονται με ψυχικές διαταραχές.

Αυτός είναι ο λόγος, που θα παρουσιάσω το νόημα της ψυχικής νόσου όχι στη βάση των συμπτωμάτων, τα οποία μπορεί κάποτε και να μην φαίνονται, αλλά στη βάση της συνολικής θεώρησης και εκτίμησης ενός ατόμου, που χαρακτηρίζεται ως ψυχικά πάσχον. Εκτίμησης του τρόπου, με τον οποίο υπάρχει και αλληλεπιδρά με το περιβάλλον αυτό το άτομο. Δεν θα αναφερθώ από την αρχή στη λεγόμενη κλινική εικόνα, γιατί αυτή είναι ασταθής και ποικίλλουσα, άλλοτε κραυγαλέα και πασιφανής και άλλοτε εξαιρετικά διακριτική ή συγκεκαλυμμένη. Μπορεί να υπάρχουν συμπτώματα χωρίς ουσιαστική νόσο και νόσοι χωρίς εμφανή συμπτώματα.

Θα βασιστώ λοιπόν στη φαινομενολογία της ψυχικής διαταραχής, που είναι η υπαρξιακή ουσία, ο τρόπος που διάγει ένα άτομο, που βρίσκεται πέρα από τα όποια συμπτώματα και μπορεί να είναι λιγότερο ορατός, αλλά περισσότερο αισθητός. Αυτό σημαίνει, ότι συχνά τη διαπίστωση της διαταραχής δεν την κάνουμε με αυτό που βλέπουμε, αλλά με αυτό που αυτά τα άτομα μας κάνουν να αισθανόμαστε ή από την επίδραση που βλέπουμε να έχουν στο περιβάλλον τους.  

Φαινομενολογία των ψυχικών διαταραχών

Ενώ η κλινική εικόνα, δηλ. τα συμπτώματα, μπορεί να διαφέρουν και να ποικίλλουν πολύ από τη μια διαταραχή στην άλλη, αλλά και συμπτώματα μπορεί να υπάρχουν και σε καταστάσεις που συνιστούν παραλλαγές του φυσιολογικού, υπάρχει ένα σύνολο γνωρισμάτων που ανευρίσκονται και είναι κοινά σε όλες τις ψυχικές διαταραχές και που, όταν συνυπάρχουν, τότε κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται όντως για ασθένεια. Τα γνωρίσματα αυτά είναι τα εξής:

                α. Διαταραχή της «κοινωνίας» (σχέσεων, συναναστροφής και επικοινωνίας).

                β. Διαταραχή της αγάπης.

                γ. Διαταραχή της ελευθερίας.

                δ. Διαταραχή της υπευθυνότητας.

                ε. Διαταραχή της περιχώρησης.

α. Διαταραχή της «κοινωνίας»

Η κοινωνία μεταξύ των ατόμων βασίζεται σε κοινά αποδεκτές έννοιες, ένα κώδικα, που αποτελείται από ένα σύνολο συμφωνημένων υπονοουμένων και μια κοινή αντίληψη της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Το ψυχικά πάσχον άτομο έχει ανώμαλες σχέσεις με τους άλλους ή είναι απομονωμένο. Οι συναναστροφές του είναι επεισοδιακές, διακεκομμένες ή παύουν να υπάρχουν, και η επικοινωνία του φτωχή, ασταθής, άλλοτε φορτική και άλλοτε ανύπαρκτη και, κυρίως, μη παραγωγική. Ο λόγος δεν εκφέρει τα φυσιολογικά αναμενόμενα μηνύματα. Δεν ανταποκρίνεται στις κοινά αναγνωριζόμενες συνθήκες, αλλά εκφράζει μια υποκειμενική ξεχωριστή πραγματικότητα, που δεν είναι κατανοητή από τους άλλους, και την οποία το άτομο επιμένει να τους επιβάλει. Στις σοβαρότερες ψυχικές διαταραχές, το άτομο κατασκευάζει και δικές του λέξεις, τους λεγόμενους «νεολογισμούς». Τον 19ο αιώνα, στις απαρχές της Ψυχιατρικής, οι ψυχίατροι λέγονταν «aliénistes», δηλαδή εκείνοι που ασχολούνταν με τους «αποξενωμένους» (aliéné), όπως χαρακτήριζαν τους ψυχασθενείς.

Το ψυχικά πάσχον άτομο βρίσκεται σε κατάσταση «ακοινωνησίας», είναι απομονωμένο, και μέρος των συμπτωμάτων του προέρχεται ακριβώς από την -συχνά αποδιοργανωμένη, ανάρμοστη, απέλπιδα και αναποτελεσματική- προσπάθεια να επικοινωνήσει με τους άλλους για να βγει από την μοναξιά του. Ο φόβος της μοναξιάς είναι θεμελιώδης σε όλους μας. «Οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον», (Γεν. 2,18), είναι το πρώτο σχόλιο που έγινε για τον άνθρωπο από τον ίδιο τον Δημιουργό,  σαν προδιαγραφή της φύσης μας και της πιο θεμελιώδους υπαρξιακής μας ανάγκης.

β. Διαταραχή της αγάπης

Το ψυχικά πάσχον άτομο δεν αγαπά και δεν εμπνέει αγάπη. Στις σοβαρές ψυχικές διαταραχές, τις ψυχώσεις και παράνοιες, το άτομο νιώθει να ζει σε έναν εχθρικό κόσμο που τον καταδιώκει, τον παρακολουθεί με κάμερες και αυτοκίνητα και συνωμοτεί για να του κάμει κακό. Μέρος της συνωμοσίας γίνονται και τα πρόσωπα του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος, οι φίλοι και συγγενείς, ο ψυχίατρος που θα τον δηλητηριάσει με φάρμακα και, ακόμα, και ο Πνευματικός, που μέχρι χτες εμπιστευόταν. Είναι μια διαταραχή, που βασίζεται στην παντελή αποδυνάμωση κάθε πίστης σε κάτι καλό. Το μόνο που υπάρχει είναι η ακλόνητη πεποίθηση και «γνώση», ότι υπάρχει συνομωσία εναντίον του, που διευρύνεται με ολοένα περισσότερα άτομα. Το αποτέλεσμα είναι, ότι το άτομο γίνεται εχθρικό, παίρνει παράλογα μέτρα αυτοπροστασίας και απομονώνεται αποφεύγοντας τους άλλους. Οι άλλοι, μη καταλαβαίνοντας τι συμβαίνει, απομακρύνονται ή γίνονται κι αυτοί εχθρικοί. Στις βαρειές καταθλίψεις το άτομα στρέφει την εχθρότητα  κατά του ίδιου του εαυτού του και μπορεί να αυτοκτονήσει, πιστεύοντας πως δεν αξίζει να ζει και θεωρώντας τον εαυτό του υπεύθυνο για όλα τα κακά στον κόσμο. Σε λιγότερο σοβαρές διαταραχές συναντούμε ανώριμα υποκατάστατα αγάπης, όπως την εξαρτητικότητα, την κτητικότητα, τη ζήλεια, τον φόβο εγκατάλειψης.

Ως Πνευματικοί, θα έχετε γνωρίσει θρήσκους ανθρώπους που βρίσκονται στην Εκκλησία, κυρίως για τον φόβο της Θείας τιμωρίας, τον υπολογισμό της κατοπινής ανταμοιβής ή για την προφύλαξη από εχθρικές δυνάμεις, όπως ο φθόνος και η βασκανία. Όχι από πραγματική αγάπη. Η πραγματική αγάπη προϋποθέτει καθαρότητα καρδίας, η οποία παρεμποδίζεται από τις πολλαπλές στιβάδες του δερμάτινου χιτώνα μας, που προκαλούν εσωτερικές συγκρούσεις με τις επιθυμίες, ανάγκες, ελλείμματα και φόβους τους η καθεμιά. (Η έννοια του δερμάτινου χιτώνα έχει το ψυχιατρικό και ψυχαναλυτικό της ανάλογο. Αναγνωρίζουμε μια τοπογραφία του ψυχικού κόσμου με περιοχές διαφορετικού αναπτυξιακού επιπέδου, που δημιουργούν συγκρούσεις.)

γ. Διαταραχή της ελευθερίας

Ο ψυχικά πάσχων είναι δέσμιος της διαταραχής του, τελεί σε κατάσταση προχωρημένης ανελευθερίας. Δεν μπορεί να προσφέρει επιλογές στον εαυτό του, δεν μπορεί να πάρει αποφάσεις ή κινείται παρορμητικά και απερίσκεπτα, με τρόπους κατά κανόνα επιζήμιους. Ο τρόπος που ζει υπαγορεύεται από τους φόβους και το άγχος και, σε πιο σοβαρές διαταραχές, επιβάλλεται από τη φανταστική πραγματικότητα του αποξενωμένου κόσμου του. Η ζωή του χαρακτηρίζεται από στερεότυπη επανάληψη των ίδιων σκέψεων και συμπεριφορών, γιατί δεν μπορεί να δει εναλλακτικές λύσεις.  Τον διακρίνει μια χαρακτηριστική «ακαμψία» αντίληψης, σαν να φέρει πνευματικές παρωπίδες. Η σκέψη του είναι μονοδιάστατη και οι στερεότυπα επαναλαμβανόμενες αντιδράσεις του τον κάνουν τελείως προβλέψιμο. Ένα συχνό και χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ψυχαναγκαστική νεύρωση, που όλοι θα έχετε ακούσει, η οποία, στις σοβαρές της μορφές, φτάνει σε αυτοπεριορισμό των κινήσεων, μέχρι πλήρους εγκλεισμού στο σπίτι για τον φόβο της ακαθαρσίας και των μικροβίων, ενώ η ζωή είναι εγκλωβισμένη μέσα σε μια ατέλειωτη σειρά τελετουργιών (ορισμένος αριθμός και τρόπος πλυσιμάτων, ατέλειωτοι έλεγχοι απλών πραγμάτων, ορισμένος τρόπος να γίνονται οι απλές καθημερινές πράξεις). Το άτομο εξελίσσεται σε τύραννο της οικογένειας, η οποία συχνά νιώθει υποχρεωμένη να ζει σύμφωνα με τις απαιτήσεις του, με αποτέλεσμα να αποξενώνεται και η ίδια από τον κόσμο.

Ο περιορισμός της ελευθερίας εκφράζεται και με μια ηθική και συναισθηματική ακαμψία, όπου το άτομο φαίνεται αδιάλλακτο και σκληρό και ανίκανο να αντιληφθεί την άποψη ή την συναισθηματική κατάσταση των άλλων. Διακρίνεται από αυτό που χαρακτηρίζουμε σαν ιδιαίτερα χαμηλή συναισθηματική νοημοσύνη.

δ. Διαταραχή της υπευθυνότητας

Το ψυχικά πάσχον άτομο δεν αντιλαμβάνεται και δεν αναλαμβάνει τις προσωπικές του ευθύνες, τις οποίες φορτώνει συστηματικά στους άλλους. Για όλα φταίνε και πρέπει να φροντίσουν κάποιοι άλλοι, ο ίδιος δεν ευθύνεται ποτέ για τίποτε, είναι το αιώνιο θύμα των περιστάσεων και των κακών προθέσεων των άλλων.  Οι άλλοι οφείλουν να του ικανοποιούν όλες τις ανάγκες και να του κάνουν όλες τις εξυπηρετήσεις, ενώ ο ίδιος δεν οφείλει τίποτε σε κανέναν. Αυτό μοιραία οδηγεί σε σχέσεις εξαρτητικές και τυραννικές προς το οικογενειακό περιβάλλον. Είμαι σίγουρος, πως τέτοιες καταστάσεις έχετε δει με εφήβους και νεαρά άτομα μέσα στις οικογένειες τους, οι οποίες πρόθυμα καλύπτουν και καλλιεργούν την παθολογία του παιδιού τους, βυθιζόμενες οι ίδιες στην παθολογία. Μια συχνή έκφραση αυτής της οικογενειακής ψυχοπαθολογίας είναι οι περιπτώσεις φυγοστρατίας και των πρόωρων διαζυγίων.

Το αντίθετο της απόλυτης ανευθυνότητας είναι η απόλυτη υπευθυνοποίηση, που συναντούμε στις βαρειές καταθλίψεις, τις Μελαγχολίες, όπου το άτομο αισθάνεται υπεύθυνο για όλα τα κακά του κόσμου και επιχειρεί να αυτοκτονήσει, για να τιμωρήσει τον εαυτό του και να απαλλάξει  τον κόσμο από το βάρος και το μίασμα της ύπαρξής του.

ε. Διαταραχή της περιχώρησης

Στον κόσμο του ψυχικά πάσχοντος δεν υπάρχει θέση για άλλους, αλλά ο ψυχικά πάσχων επιζητεί κυρίαρχη θέση στον κόσμο των άλλων για να τον ελέγξει. Οι άλλοι δεν υπάρχουν ως πραγματικά, ζωντανά πρόσωπα, με τα οποία ενδιαφέρεται να επιδράσει αμοιβαία, αλλά ως αντικείμενα, τα οποία θα χρησιμοποιήσει ανάλογα σε αναπαράσταση του χαλασμένου, τρομακτικού ή κενού από ζωντανές καλές παρουσίες εσωτερικού του κόσμου. Είναι μόνος στον κόσμο του και κάθε άλλη παρουσία υποβαθμίζεται, περιφρονείται ή αποκλείεται ως επικίνδυνη, ή μετατρέπεται ο ίδιος σε αντικείμενο, για να τον χρησιμοποιήσει ο άλλος κατά το δοκούν. Έτσι είναι ανίκανος να συγχωρήσει ή, στο άλλο άκρο, με τον τρόπο του προκαλεί την επιθετικότητα των άλλων και ανέχεται πρόθυμα κάθε εκτροπή και ακόμα κακοποίηση, μπαίνοντας σε θέση μαζοχιστική.

Οι κυριότερες κατηγορίες ψυχικών διαταραχών

α. Ψυχώσεις: Σχιζοφρένεια, Παράνοια, Μανία.

Οι ψυχώσεις είναι οι πιο σοβαρές ψυχικές διαταραχές, και η σοβαρότητα τους έγκειται στο ότι συνιστούν απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα, με αποτέλεσμα κατάργηση της επικοινωνίας με το περιβάλλον και σοβαρές διαταραχές της συμπεριφοράς. Το άτομο κλείνεται σε μια προσωπική πραγματικότητα, όπου επικρατούν τα πιο πρωτόγονα στοιχεία του ψυχισμού, κυρίως φόβοι, αγωνία αφανισμού και ιδέες μεγαλείου στην Μανία. Το κοινό γνώρισμα των ψυχώσεων είναι το λεγόμενο παραλήρημα, που είναι μια ακατάσχετη εξωτερίκευση παράλογων ιδεών.

Η σχιζοφρένεια είναι η σοβαρότερη ψυχική διαταραχή, γιατί πλήττει και διαλύει τον ψυχισμό στον πυρήνα του, αποδιοργανώνοντας όλες τις ψυχικές λειτουργίες στον μέγιστο βαθμό. Θεωρείται ότι είναι το τίμημα που πληρώνουμε ως άνθρωποι για το υπέρτατο και μοναδικό επίτευγμα  της  ανάπτυξης και κατοχής του λόγου, γι’ αυτό και στο επίκεντρο της βρίσκεται μια χονδροειδής διαταραχή του λόγου, κατ’ ακρίβειαν κατάργηση της ικανότητας εκφοράς λόγου και διατύπωσης νοήματος και μηνυμάτων, σε τελική ανάλυση συνολική κατάργηση της επικοινωνίας στις σοβαρότερες κλινικές μορφές της.   

Στη σχιζοφρένεια χάνεται και ο ειρμός της σκέψης, και ο ασθενής κατασκευάζει δικές του λέξεις, που δεν έχουν νόημα για τους άλλους. Στη μανία έχουμε υπερκινητικότητα, σωματική διέγερση και ο ασθενής συχνά λέει ότι μιλά με τον Θεό, ο οποίος του έχει αναθέσει μια σπουδαία αποστολή, συνήθως να σώσει τον κόσμο.

Είναι αμφίβολο αν θα σας επισκεφθεί ένας σχιζοφρενής ή μανιακός στην οξεία φάση της ασθένειας, γιατί αυτές οι καταστάσεις είναι αρκετά σοβαρές ώστε να πηγαίνουν -να τους παίρνουν- απευθείας στον ψυχίατρο, και μάλιστα για νοσηλεία. Αυτός, που είναι πολύ πιθανό να σας επισκεφθεί, είναι ο παρανοϊκός, γιατί είναι ο λιγότερο αποδιοργανωμένος και είναι λογικοφανής. Θα τον καταλάβετε, όταν αρχίσει να σας μιλά για συνωμοσίες διεθνείς ή εναντίον του, ότι τον παρακολουθούν, τον ηχογραφούν, τον φωτογραφίζουν, ότι προσπαθούν να τον δηλητηριάσουν. Ένα πολύ συχνό θέμα, για το οποίο μπορεί να έρθει σε σας, είναι η παθολογική ζήλεια, ότι τον απατά η γυναίκα του, απιστία για την οποία δεν έχει σοβαρές ενδείξεις, αλλά είναι απόλυτα πεπεισμένος διαισθητικά. Συνδέει ασήμαντα καθημερινά περιστατικά, για να τα θεωρήσει ατράνταχτες αποδείξεις των ισχυρισμών του. Αυτοί οι ασθενείς μπορεί να γίνουν και  επικίνδυνοι για εκείνους τους οποίους υποψιάζονται. Μπορεί να έρθει απελπισμένη η γυναίκα του να σας πει πως της έκαμε τον βίο αβίωτο με την καχυποψία του, τους ελέγχους και τις παρακολουθήσεις του. Και αν αμφισβητήσετε τα λεγόμενά του, θα γίνετε κι εσείς μέρος της συνωμοσίας, ιδίως αν τον συμβουλεύσετε να δει ψυχίατρο.

β. Κατάθλιψη

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα δημόσιας υγείας είναι η κατάθλιψη, η νόσος της σύγχρονης κοινωνίας. Είμαι σίγουρος, ότι έχετε δει πολλούς καταθλιπτικούς ανθρώπους.

Ο καταθλιπτικός αισθάνεται ότι έχει χάσει ανεπανόρθωτα κάτι ζωτικής σημασίας και θα έρθει να σας μιλήσει για τον αβάσταχτο ψυχικό του πόνο, την απελπισία του και, ακόμα, τις ιδέες αυτοκτονίας που κάνει. Δεν βλέπει νόημα στη ζωή, έχασε κάθε ενδιαφέρον και χαρά και νιώθει πως όλα έχουν χαθεί. Έχει βασανιστικές τύψεις για πραγματικές ή φανταστικές αμαρτίες και πολύ χαρακτηριστικά η Εξομολόγηση δεν τον αναπαύει, νιώθει ότι οι αμαρτίες του δεν μπορούν να συγχωρεθούν. Αν δεν έρθει ο ίδιος, θα έρθει η οικογένεια να σας εκφράσει την ανησυχία της για τη μεγάλη επιδείνωση στη διάθεσή του και την τάση του να απομονώνεται, να μένει στο κρεβάτι και να αδρανεί. Μπορεί να έχει ήδη κάμει κάποια απόπειρα να βλάψει τον εαυτό του.

Ο καταθλιπτικός, όμως, μπορεί να είναι συνεννοήσιμος και να συνεργαστεί μαζί σας, γιατί νιώθει πόνο και θα ήθελε να γίνει καλά. Έτσι, θα ακούσει τη συμβουλή σας και θα δει γιατρό. Αυτό όμως δεν γίνεται στις πολύ βαρειές καταθλίψεις, τις Μελαγχολίες, που είναι σαν τις ψυχώσεις, και στις οποίες έχει χαθεί η επαφή με την πραγματικότητα. Εδώ ο μελαγχολικός δεν θέλει να βοηθηθεί, και κρίνει πως η αυτοκτονία είναι η μόνη λογική λύση. Είναι μια σοβαρότατη κατάσταση και χρειάζεται άμεση νοσηλεία. Κάποιοι μελαγχολικοί θα αυτοκτονήσουν, χωρίς το περιβάλλον τους να καταλάβει ότι δεν ήταν καλά, ή ενώ είχαν αρχίσει θεραπεία και είχαν αρχίσει να βελτιώνονται. Είναι η πιο τραγική και ματαιωτική κατάσταση που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας ψυχίατρος και κάτι που ενοχοποιεί βαθύτατα τον περίγυρο.

Σε μοναστικούς κύκλους και περιβάλλον προχωρημένης πνευματικής άσκησης, η κατάθλιψη μπορεί να εκληφθεί ως Ακηδία και πρέπει να γίνει η διάκριση. Τα χαρακτηριστικά της ακηδίας, όπως τα συνοψίζει ο Ιωάννης της Κλίμακος, είναι: «Παράλυσις της ψυχής καί έκλυσις του νου, οκνηρία και αδιαφορία πρός την  άσκησι, μίσος πρός τις μοναστικές υποσχέσεις. (Η ακηδία είναι ακόμη) αυτή που μακαρίζει τούς κοσμικούς, πού κατηγορεί τον Θεόν ότι δεν είναι ευσπλαγχνικός και φιλάνθρωπος, πού φέρνει ατονία την ώρα της ψαλμωδίας καί αδυναμία την ώρα της προσευχής» .

Τα χαρακτηριστικά αυτά γνωρίσματα μπορούν να δώσουν αυτή την διάκριση, γιατί στην ακηδία συχνά απουσιάζει ο ψυχικός πόνος και υπάρχει κάποια έπαρση, ενώ στην κατάθλιψη υπάρχει  συντριβή και οδύνη -που ξεπερνούν τα όρια της πραγματικής ταπείνωσης- και παραίτηση και απελπισία, που δεν μπορούν να οδηγήσουν σε μετάνοια και ανάνηψη.

γ. Αγχώδεις διαταραχές

Τι είναι το Άγχος;

Είναι η πιο κοινή και καθολική ψυχική διαταραχή, τόσο κοινή, που θεωρείται σχεδόν φυσιολογική. Δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς άγχος. Κατ’ ακρίβειαν, η παντελής απουσία άγχους είναι παθολογική και συνιστά την ψυχική διαταραχή της αναισθησίας και αναλγησίας, ένα είδος ψυχικής αδράνειας και εγωιστικής ακοινωνησίας που δεν έχει, βέβαια, καμμιά σχέση με την Απάθεια που βρίσκεται κοντά στην αγιότητα. Και πάλι στην Κλίμακα βρίσκουμε την περιγραφή της παθολογικής αυτής αναισθησίας: «Αναισθησία και στα σώματα και στις ψυχές είναι απονεκρωμένη αίσθησις, η οποία από χρονία ασθένεια και αμέλεια κατέληξε να αναισθητοποιηθεί. Η αναλγησία είναι πολυκαιρισμένη και μονιμοποιημένη αμέλεια, ναρκωμένη σκέψις…είναι παγίδα της πνευματικής προθυμίας.»

Το άγχος είναι ένας ακαθόριστος φόβος, που δημιουργείται και συντηρείται από την αίσθηση και αναμονή των προκλήσεων της ζωής που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Αισθανόμαστε μόνοι απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις. Το άγχος είναι η ψυχική αντίδραση στην επίγνωση της ατομικότητας μας, ότι είμαστε άτομα ξεχωριστά και μοναδικά και επομένως και μόνα. Είναι η πρώτη ψυχική αντίδραση, που αναφέρεται στην ιστορία του ανθρώπου. Και είναι το πρώτο συναίσθημα που έχουμε μετά τη γέννησή μας, όταν διαπιστώσουμε ότι η μητέρα μας δεν είναι πάντα κοντά μας.

Ο άνθρωπος αγχώθηκε για πρώτη φορά μετά την προπατορική παράβαση. Τότε ανακάλυψε ότι ήταν γυμνός, δηλαδή απέκτησε επίγνωση της ατομικότητάς του. Βγήκε από την αγαπητική ένωση με τον Δημιουργό, ένιωσε μόνος και φοβήθηκε. Διαχωρίστηκε. Και τότε, «Ἀδὰμ ἔγνω Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ» (Γεν. 4,1). Είναι ενδιαφέρον, ότι η ερωτική συνάντηση, που προϋποθέτει δυο ξεχωριστά άτομα, αποδίδεται με το «ἔγνω», αναγνωρίστηκαν μεταξύ τους ως ξεχωριστά και μεμονωμένα άτομα, που ήθελαν να ξαναενωθούν. Και από τότε, από τον διαχωρισμό εκείνο, είμαστε αγχωμένοι και αποζητούμε την επανένωση με κάθε τρόπο, μέσα από την κοινωνική και προσωπική μας ζωή.

Εδώ να αναφέρουμε και την πιο θεμελιώδη αντινομία του ανθρώπου. Η αναγκαία ψυχική ανάπτυξή μας ως προσώπων απαιτεί τον αποχωρισμό από τη μητέρα μας και την εξατομίκευσή μας, αλλά η διαδικασία αυτή κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από τη βαθύτερη οντολογική ανάγκη μας να είμαστε ενωμένοι. Και αυτό είναι μια υπαρξιακή σύγκρουση, και επομένως μια μόνιμη πηγή άγχους.

δ. Παραλλαγές αγχωδών διαταραχών

Γενικευμένο Άγχος

Η πιο χαρακτηριστική αγχώδης διαταραχή, που, όπως λέει και το όνομα της, πρόκειται για καθημερινό συνεχές άγχος που αφορά όλες τις δραστηριότητες, ιδιαίτερα την εργασία και τη σχολική απόδοση. Το άτομο έχει διαρκώς έγνοια, γίνεται νευρικό και κουρασμένο, έχει σωματική ένταση και χαλασμένο ύπνο.

Διαταραχή Πανικού

Χαρακτηρίζεται από επεισόδια πολύ έντονου άγχους με αρχή και τέλος και έντονα σωματικά συμπτώματα, μέχρι λιποθυμίας. Αρχικά είναι αραιά, αλλά έχουν την τάση να πυκνώνουν μέσα στον χρόνο, μέχρι που γίνονται καθημερινά. Συχνά οι κρίσεις συνδυάζονται με Αγοραφοβία, δηλαδή φόβο των δημόσιων χώρων και του συνωστισμού, όπου προκαλούνται πιο εύκολα, και σταδιακά το άτομο επιλέγει να απομονώνεται.

Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή

Πολύ γνωστή κατάσταση• θα έχετε δει πολλές τέτοιες περιπτώσεις. Το άτομο μπορεί να έχει μανία με την τάξη και να επιμένει να τοποθετεί τα αντικείμενα με έναν ορισμένο τρόπο, να φοβάται τα μικρόβια, σε σημείο που δεν κυκλοφορεί και δεν αγγίζει πουθενά ή να φορά γάντια ή να πλένεται αμέτρητες φορές την ημέρα και να καταστρέφει το δέρμα των χεριών με απορρυπαντικά. Άλλοτε πάλι χάνει πολύ χρόνο ελέγχοντας ξανά και ξανά πόρτες και παράθυρα, ηλεκτρικούς διακόπτες και ό,τι άλλο φανταστείτε.

Στις πιο «καθαρές» περιπτώσεις έχουμε μόνο ιδεοληψίες, δηλαδή έμμονες ιδέες γύρο από συγκεκριμένα θέματα, οι οποίες δεν αφήνουν το άτομο να ησυχάσει. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Πνευματικό έχουν έμμονες ιδέες για θέματα ηθικής, αμαρτιών και ενοχών, που δεν κατευνάζονται όσες φορές και αν εξομολογηθούν και είναι φανερά υπερβολικές. Συχνά αυτά τα άτομα διακατέχονται από παράλογους φόβους, ότι θα κάμουν κακό στους άλλους. 

Κοινωνική Φοβία

Είναι ο φόβος της επαφής με τους άλλους, της αλληλεπίδρασης με αυτούς, φόβος να μας βλέπουν και να μας παρατηρούν. Συνδυάζεται συνήθως με Αγοραφοβία, δηλαδή φόβο των δημόσιων χώρων. Φοβόμαστε να μιλήσουμε μπροστά σε ακροατήριο, φοβόμαστε μήπως δεν τα πάμε καλά σε μια συνέντευξη, όπου θα είμαστε το κέντρο του ενδιαφέροντος. Ο φόβος αυτός μπορεί να εξελιχθεί σε κρίση πανικού και οδηγεί κι αυτός σταδιακά σε απομόνωση.

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες

Μια αγχώδης διαταραχή, που συναντούμε ολοένα και πιο συχνά, λόγω της αύξησης των δυστυχημάτων και των περιστατικών κακοποίησης. Βλέπουμε το άτομο να περιορίζεται λειτουργικά και να αναβιώνει νοερά και δραματικά τις περιστάσεις του τραυματισμού του, σωματικού ή ψυχικού, με τρόπο ακατάσχετο, που δεν ανταποκρίνεται σε νουθεσίες και ανακινείται με κάθε νέα ψυχοπιεστική εμπειρία.

Διαταραχές Προσωπικότητας

Είναι η λιγότερο γνωστή κατηγορία ψυχικών διαταραχών, αλλά και η πιο ενδιαφέρουσα. Κατά κάποιο τρόπο, οι διαταραχές της προσωπικότητας είναι οι διαταραχές του μέλλοντος, γιατί αυξάνονται ραγδαία και τις συναντούμε καθημερινά. Αρχικά περιλάμβαναν τις ακραίες παραλλαγές του φυσιολογικού, αλλά τώρα πια θεωρούνται ψυχοπαθολογία, λόγω της αυξανόμενης σοβαρότητάς τους. Είναι οι διαταραχές, που συνδέονται περισσότερο με την εξέλιξη της Κοινωνίας και τα προβλήματα του θεσμού της οικογένειας.

Τις διαταραχές αυτές παρουσιάζουν οι προσωπικότητες με σοβαρά ελλείμματα στη δόμηση τους από ανεπαρκή και προβληματική ανατροφή, συχνά από διαλυμένες ή δυσλειτουργικές οικογένειες, όπου δεν υπάρχουν σαφείς γονεϊκές παρουσίες και ρόλοι, ή προσωπικότητες με ανάπτυξη που παρεμποδίστηκε και παραμορφώθηκε από κακοποίηση σε νεαρή ηλικία• και οι κακοποιήσεις παιδιών, φυσικές και ψυχολογικές, προσλαμβάνουν πλέον μορφή κοινωνικής επιδημίας. Σε κάθε περίπτωση ισχύει το «ἁμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα», αλλά και τους ίδιους. Είναι ίσως οι μόνες διαταραχές, για τις οποίες ευθύνονται οι γονείς σε τόσο μεγάλο βαθμό, έχοντας αποτύχει να δώσουν αγάπη και πραγματική φροντίδα στα παιδιά τους και να τους παράσχουν ένα σταθερό και ασφαλές περιβάλλον, μέσα στο οποίο να αναπτυχθούν. Κατά κανόνα οι γονείς είναι οι ίδιοι προβληματικοί και δυσλειτουργικοί και δεν έχουν καλή σχέση μεταξύ τους, οπότε και δεν μπορούν να δώσουν στα παιδιά τους πρότυπα, τα οποία να ενσωματώσουν και να κάμουν τις απαραίτητες για την ομαλή ανάπτυξη τους ταυτίσεις.

Παραβατικότητα, βία και φυλακίσεις, ανωριμότητα, πρόωροι γάμοι και γρήγορα διαζύγια, φυγοστρατία, τοξικομανία, αδιάκριτη σεξουαλική συμπεριφορά, επανειλημμένες εκτρώσεις, απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοτραυματισμοί είναι μερικά πολύ γνωστά συμπτώματα των διαταραχών αυτού του είδους.

Αυτά τα άτομα εκ πρώτης όψεως φαίνονται φυσιολογικά, επικοινωνούν κανονικά και μπορεί να έχουν οικογενειακή και επαγγελματική ζωή. Αν όμως δούμε από κοντά τη ζωή τους, θα διαπιστώσουμε ότι αυτή είναι επεισοδιακή, χαρακτηρίζεται από ασυνέχεια, ασυνέπεια, εντάσεις και ρήξεις στις σχέσεις τους, με συχνές αλλαγές δουλειάς και φίλων και αδυναμία διατήρησης μακροχρόνιων σχέσεων, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές και πρόκληση δυσφορίας και δυστυχίας στον περίγυρο, ενώ αυτοί συμπεριφέρονται σαν και η κατάσταση που δημιουργούν να μην τους αφορά. Είναι χαρακτηριστικά αναξιόπιστοι, παρορμητικοί και, επομένως, απρόβλεπτοι.

Αυτά τα άτομα θα έρθουν να σας παραπονεθούν για τη συμπεριφορά των άλλων και σπάνια θα αναγνωρίσουν δικές τους ευθύνες. Ζουν σε μια κατάσταση χαρακτηριστικής ανευθυνότητας, φορτώνοντας όλη την ευθύνη της ύπαρξης τους στους άλλους, από τους οποίους αναμένουν να λύνουν όλα τα προβλήματά τους. Είναι απαιτητικοί, ανυπόμονοι,  ανικανοποίητοι και καταρρέουν με την πρώτη πίεση και δυσκολία. Ένα παράδειγμα είναι οι γνωστοί «κακομαθημένοι» κάθε οικογένειας, ένας συνήθης τρόπος, με τον οποίο αρχίζει τη διαδρομή της μια διαταραχή προσωπικότητας, που είναι κατά κανόνα χρόνια.

Αυτά τα άτομα παρουσιάζουν μια εντυπωσιακή αδυναμία να μάθουν από τα λάθη και παθήματα τους και εκδηλώνουν επανειλημμένα τις ίδιες συμπεριφορές και αντιδράσεις, που είναι συνήθως αυτοκαταστροφικές. 

Εκείνο, που μπορεί να σας κάμει εντύπωση με αυτά τα άτομα, είναι ότι η οικογένεια συχνά δεν αναγνωρίζει τον παθολογικό χαρακτήρα της συμπεριφοράς τους, όπως με τις άλλες ψυχικές διαταραχές, και παρασύρεται να δικαιολογεί τη συμπεριφορά τους και να τους βρίσκει άλλοθι, βουλιάζοντας η ίδια στην παθολογία. Αυτό κάνει τις διαταραχές προσωπικότητας οικογενειακή παθολογία, όπου βλέπουμε ολόκληρες οικογένειες να ζουν στον ρυθμό των αναγκών και απαιτήσεων αυτών ατόμων ή να διχάζονται σε «καλούς» και «κακούς», ανάλογα με την ανοχή που δείχνουν.

Όταν έρθουν σε σας, είναι πολύ πιθανό να σας κάμουν να νιώσετε ότι είστε σε αδιέξοδο και αδυναμία να βοηθήσετε ή να σας βάλουν στο δίλημμα να γίνετε κι εσείς «καλοί» ή «κακοί». Θα σας κάμουν να νιώσετε έντονα, να θελήσετε να γίνετε οι σωτήρες τους, να τους προστατέψετε από τους «κακούς», από τους οποίους σας έπεισαν ότι κινδυνεύουν ή βασανίζονται ή, αντίθετα, θα σας δημιουργήσουν τύψεις ότι δεν ενδιαφερθήκατε αρκετά και ίσως τους βλάψατε.

Προσοχή, λοιπόν! Έντονα συναισθήματα σημαίνουν μάλλον ότι έχετε να κάμετε με παθολογική προσωπικότητα, οπότε πρέπει να επιδιώξετε να δείτε και την οικογένεια, τους γονείς, αν πρόκειται για νεαρά άτομα, και να συστήσετε όλοι τους να δουν ειδικούς, ψυχολόγους και ψυχίατρους. Και να επιμείνετε να μάθουν να αναλαμβάνουν τις προσωπικές τους ευθύνες, έστω κι αν αυτό σας κάνει να φαίνεστε «κακοί»!

Η συνεργασία ιερέων και ιατρών

Όπως είπαμε στην περιγραφή της φαινομενολογίας, οι ψυχικά νοσούντες πάσχουν από ακοινωνησία και απουσία αλληλοπεριχώρησης. Αυτό σημαίνει, ότι εκείνοι που θα προσπαθήσουν να τους βοηθήσουν πρέπει απαραίτητα να βρίσκονται σε κοινωνία και αλληλοπεριχώρηση. Θα πρέπει, δηλαδή, να καταλαβαίνουν ο ένας τη γλώσσα του άλλου και να αναγνωρίζουν και αποδέχονται τη θέση και το λειτούργημα ο ένας του άλλου. Θα είναι πολύ καλό να γνωρίζονται και να μπορούν να επικοινωνούν, για να ανταλλάζουν απόψεις και εκτιμήσεις. Θα πρέπει ακόμα να γνωρίζουν τα όρια των δυνατοτήτων τους, και τι έχουν να προσφέρουν, ώστε να μπορούν να εκτιμήσουν πόσο μπορούν να βοηθήσουν και πόσο θα χρειαστεί η συνδρομή του άλλου. Γι’ αυτό και πρέπει οι Πνευματικοί να είναι ενήμεροι για την πραγματικότητα της ψυχικής διαταραχής και οι ψυχίατροι να καταλαβαίνουν, ακόμα κι αν δεν πιστεύουν, τη σημασία που έχει για κάποιον να έχει Πνευματικό, γιατί οφείλουν να γνωρίζουν την αξία ενός στηρικτικού πλαισίου σχέσεων, που μπορεί να προσφέρει περίεξη και συγκράτηση.

Παραδοσιακά, υπήρχε μια καχυποψία και ανομολόγητη αντιπαλότητα μεταξύ Πνευματικών και ψυχιάτρων. Οι Πνευματικοί, κάποτε όχι άδικα, επέκριναν τους ψυχίατρους, ότι μετατρέπουν αδιάκριτα τους ανθρώπους σε χρόνια ψυχιατρικά περιστατικά και είναι επιθετικοί με τα φάρμακά τους, με τα οποία αλλοιώνουν τη συνειδησιακή κατάσταση κάποιου. Ότι επιβάλλουν και διαδίδουν την ψυχική νόσο, αντί να τη θεραπεύουν. Και οι ψυχίατροι είχαν να πουν, ότι οι ιερείς είναι σκοταδιστές και παρεμποδίζουν το έργο της επιστήμης με την άγνοιά τους. Και οι δυο οχυρώνονταν πίσω από τις απόψεις και τις πεποιθήσεις του λειτουργήματός τους και ήταν εύκολο  να παρασυρθούν -να παρασύρουν ο ένας τον άλλον- σε μια πολεμική, την οποία, βεβαίως, στο τέλος, να πληρώνει ο άμεσα ενδιαφερόμενος, ο εξομολογούμενος ή ο θρησκευόμενος ασθενής. Να οδηγείται σε σύγχυση και να στερείται την ευκαιρία μιας πιο ολοκληρωμένης βοήθειας, που θα λαμβάνει υπόψιν όλες του τις ανάγκες και θα αξιοποιεί καλύτερα και συνολικά τις δυνάμεις του.

Είναι τα δυο αυτά συστήματα αναφοράς ασυμβίβαστα; Πιστεύουμε και προσευχόμαστε «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως». Όλα τα συστήματα, που παράγουν πραγματική γνώση και είναι ειλικρινή, ανιδιοτελή και φιλάνθρωπα, θα συγκλίνουν νομοτελειακά και θα λένε τα ίδια πράγματα, έστω με διαφορετικές λέξεις. Οι γνήσιες κατακτήσεις μιας προσωποκεντρικής Επιστήμης θα προσεγγίζουν αυτό, που η Εκκλησία πιστεύει ότι είναι καλό για τον άνθρωπο. Και καλό για τον άνθρωπο είναι να βρίσκεται μέσα σε ένα πλαίσιο, το οποίο να είναι υποστηρικτικό και να παρέχει νόημα και προοπτική στη ζωή του.

Τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσεται ένας κλάδος της Ψυχιατρικής, που λέγεται Διασυνδετική Ψυχιατρική. Είναι αποτέλεσμα της αναγνώρισης της ανάγκης να πάψει η Ψυχιατρική να ασχολείται μόνο με τις βαριές περιπτώσεις των ψυχιατρείων και να βγει στον πραγματικό κόσμο της υπόλοιπης Ιατρικής, του φυσιολογικού καθημερινού ανθρώπου και των αναγκών του. Είναι η αναγνώριση της σημασίας των σχέσεων και δεσμών μεταξύ των ανθρώπων, ως απαραίτητου υποστηρικτικού και σταθεροποιητικού παράγοντα. Ότι οι άνθρωποι έχουν ζωτική ανάγκη να μπορούν να συνδέονται με άλλους και αυτό έχει δραστική θεραπευτική επίδραση στις ψυχικές διαταραχές, που χαρακτηρίζονται από μοναξιά και ακοινωνησία.

Αυτό υποδεικνύει σε αυτούς, που φροντίζουν ανθρώπους, ότι πρέπει να συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους, για να δημιουργήσουν ακριβώς το υποστηρικτικό πλαίσιο που όλοι χρειάζονται, ακόμα και αυτοί που φροντίζουν.    Οι φροντιστές δεν είναι ανεξάρτητοι, ούτε ανεπηρέαστοι από τη φροντίδα που παρέχουν, γιατί αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της σχέσης φροντίδας και αυτό τους καθιστά υπεύθυνους για την έκβαση αυτής της σχέσης. Είναι γι’ αυτό, που χρειάζονται και κάποιον συνυπεύθυνο φροντιστή, που θα τους στηρίξει και συμπληρώσει στην άσκηση της φροντίδας τους.

Είναι εξαιρετικά βοηθητικό και παρήγορο για ένα ψυχίατρο να ξέρει, ότι δεν είναι μόνος με την ψυχική διαταραχή, ότι ο ασθενής του έχει και Πνευματικό καθοδηγητή, και πιστεύω πως είναι παρόμοια χρήσιμο και για έναν Πνευματικό, να ξέρει ότι μπορεί να μοιραστεί τη φροντίδα ενός ψυχασθενή εξομολογούμενου με έναν αξιόπιστο ψυχίατρο, που σέβεται και στηρίζει την ποιμαντική σχέση. Δημιουργείται, έτσι, μια μικρή «πολυθεματική» ομάδα, που μπορεί να χειριστεί πολύ πιο αποτελεσματικά ένα διαταραγμένο άνθρωπο και να μετριάσει το άγχος αυτών που τον φροντίζουν, όταν θα ξέρουν ότι δεν είναι μόνοι μαζί του. Η σημασία μιας τέτοιας αμοιβαίας στήριξης είναι πιο εμφανής, όταν χρειάζεται να γίνουν και παρεμβάσεις προς την οικογένεια, η οποία, κατά κανόνα, χρειάζεται διαφώτιση, καθοδήγηση και στήριξη.

Από την εμπειρία μου ως ψυχιάτρου και ως ψυχοθεραπευτή -όπου ψυχοθεραπεία είναι η κατ’ εξοχήν επιστημονική καλλιέργεια υποστηρικτικής σχέσης- αντλώ την πεποίθηση, ότι μια από τις καλύτερες υπηρεσίες που Πνευματικοί και ψυχίατροι μπορούν να παρέχουν στους ανθρώπους που φροντίζουν, είναι οι Πνευματικοί να ενθαρρύνουν τη σύνδεση των πιθανών ψυχασθενών που εξομολογούν με ψυχίατρο, και στη συνέχεια να στηρίζουν αυτή τη σύνδεση, και οι ψυχίατροι να παραπέμπουν στους Πνευματικούς επιλεγμένους  ασθενείς τους, σεβόμενοι και  στηρίζοντας τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ακόμα κι αν οι ίδιοι δεν πιστεύουν. Γιατί είναι εξαιρετικά σημαντικό, να αξιοποιούνται και να ενισχύονται όλα τα κοινωνικά στηρίγματα. Έτσι, στηρίζοντας ο ένας τη σύνδεση με τον άλλο, διαμορφώνεται ένα πλέγμα σχέσεων, μέσα στο οποίο η ψυχική διαταραχή μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και να στηριχτεί και αυτός που φροντίζει. Κατευνάζεται η αγωνία της μοναχικότητας και εγκατάλειψης, που βασανίζει αυτούς τους ανθρώπους, αλλά και η δική μας αντίστοιχη αγωνία, σαν συνάνθρωποι που είμαστε και  έχουμε να παλέψουμε κι εμείς και με τις δικές μας προσωπικές ανασφάλειες.

Η σχέση φροντίδας είναι πάντα ένας Σταυρός και μια δοκιμασία, που μας φέρνει αντιμέτωπους με όλες μας τις αδυναμίες. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο, για να ελαφρύνουμε αυτό το φορτίο και να βοηθήσουμε καλύτερα.

Συζήτηση

Σχόλιο Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου

Βρίσκω πολύ σημαντικό αυτό, που ειπώθηκε για τη σύγκλιση της αληθινής γνώσης. Είχα την τιμή να το ακούσω από ένα σύγχρονο άγιο, τον όσιο Πορφύριο, που εκοιμήθη πριν λίγα χρόνια (1991) και του οποίου η αγιότητα διακηρύχθηκε επίσημα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο προ ολίγων μηνών. Συγκεκριμένα,  έλεγε ο όσιος (κι αυτό ήταν περί το 1985), ότι όλοι οι επιστήμονες, όλων των ειδικοτήτων, έχουν προσεγγίσει την αληθινή γνώση μόνο στο τέσσερα τοις εκατόν. Και προείπε, ότι σε λίγα χρόνια το ποσοστό θα αυξηθεί, και οι επιστήμονες θα αρχίσουν να ανακαλύπτουν τις αλήθειες της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Κι όταν το ποσοστό προσέγγισης της αληθινής γνώσης αυξηθεί ακόμα περισσότερο, θα εκπλαγείτε, έλεγε, να δείτε τη σύγκλιση των επιστημών και της Ορθοδοξίας, κάτι που θα γίνει πολύ σύντομα, γιατί η Επιστήμη αναπτύσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς.  Και όταν η γνώση του σύμπαντος κόσμου αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, ο κόσμος θα θέλει να επιστρέψει στην Ορθοδοξία, έχοντας συνειδητοποιήσει, ότι η σύγκλιση με την Επιστήμη είναι το αποτέλεσμα της γνωστικής προόδου. Η ίδια η Ορθοδοξία, ως προοπτική, θα είναι αποτέλεσμα της προόδου της γνώσης.

Ερωτήσεις από το ακροατήριο

Ερ. Υπάρχουν κοπέλες, που, μόλις γεννήσουν, παρουσιάζουν μια διαταραχή. Είναι ψυχική διαταραχή και πώς αντιμετωπίζεται;

Απ. Ναι, είναι ψυχική διαταραχή, και στη συνηθέστερή της μορφή είναι μια κατάθλιψη, που λέγεται επιλόχειος κατάθλιψη. Είναι συνέπεια των πολύ μεγάλων και απότομων αλλαγών, σωματικών και ορμονικών, που υφίσταται η γυναίκα. Είναι και συναισθηματικό θέμα, λόγω του φυσικού αποχωρισμού από το μωρό, που είχε μέσα της εννέα μήνες. Πιο πιθανό είναι να εμφανίσουν επιλόχεια κατάθλιψη κοπέλες, που είχαν ξανακάμει ή που έχουν προδιάθεση προς την κατάθλιψη. Χαρακτηριστικά παρουσιάζουν μια αποστροφή προς το νεογέννητο, το οποίο απορρίπτουν και δεν θέλουν ή δεν μπορούν να ασχοληθούν μαζί του. Μπορεί να είναι αρκετά σοβαρή κατάσταση και να χρειάζεται θεραπεία, ενώ υπάρχουν και ήπιες μορφές, που υποχωρούν αυθόρμητα.

Ερ. Θα λέγατε, ότι αυτή η κοπέλα πρέπει να θηλάσει;

Απ. Ναι, αν δεν θα πάρει φάρμακα. Σε περιπτώσεις που χρειάζεται φαρμακευτική θεραπεία, δεν ενθαρρύνουμε τον θηλασμό, γιατί τα φάρμακα βγαίνουν στο μητρικό γάλα και δεν είναι επιθυμητό να τα παίρνει και το βρέφος με αυτό τον τρόπο. Εκτός πια κι αν κρίνουμε, για λόγους που έχουν να κάμουν με την ψυχική οικονομία της μητέρας, ότι είναι σημαντικό για την ίδια να θηλάσει, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Πάντοτε «σχοινοβατούμε», ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά για κάθε συγκεκριμένο άνθρωπο.

Ερ. Μπορεί να πάθει κατάθλιψη μια μητέρα, αν δεν μπορεί να θηλάσει μετά τη γέννηση;

Απ. Δεν το αποκλείω, αν και θα είναι σπάνιο. Εκτός αν μια γυναίκα έχει την προδιάθεση προς την κατάθλιψη και εκλάβει την αδυναμία της να θηλάσει ως ανεπάρκεια και αναξιότητα. Ιδίως, μάλιστα, αν δέχεται και πιέσεις και κριτική από το περιβάλλον της γι’ αυτό το θέμα, ειδικά από άλλες γυναίκες που θήλασαν.

Ερ. Ίσως η ασθένεια οφείλεται, στο ότι κάποιος βρίσκεται εκτός της θείας Χάριτος.

Απ. Η ψυχική διαταραχή δεν φαίνεται να κάνει διακρίσεις, όπως και όλες οι ασθένειες. Μπορούν να ασθενήσουν ακόμα και άγιοι, ιδίως τώρα, που με την αύξηση του μέσου όρου ζωής αυξάνονται πολύ οι περιπτώσεις άνοιας που οφείλεται σε καταστροφή του εγκεφαλικού ιστού. Αν δεχτούμε την άποψη που αναφέρατε, θα οδηγηθούμε στο αυθαίρετο και λανθασμένο συμπέρασμα, ότι οι άνθρωποι που παραμένουν υγιείς είναι γιατί είναι δίκαιοι και ζουν μέσα στη Χάρι. Και τότε «ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης»! Ξέρουμε πολύ καλά, ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Γνωρίζουμε αγίους, που έπασχαν από σοβαρότατες ασθένειες, ενώ άνθρωποι χωρίς πίστη ή εγκληματίες συχνά χαίρουν άκρας υγείας. Άλλωστε, για να είναι κάποιος κακοποιός, συνήθως πρέπει να είναι και υγιής!

Μητροπολίτης. Κάνατε μια πολύ σημαντική διάκριση, τι είναι Ψυχή και τι είναι ψυχική νόσος, γιατί χωρίς αυτή την διάκριση δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι Ψυχιατρική. Όπως υπάρχουν σταυρωμένοι άνθρωποι, λόγω AIDS, καρκίνου, έτσι υπάρχουν και σταυρωμένοι άνθρωποι, λόγω νόσου στην ψυχική τους διάσταση. Και οι μεν και οι δε, λόγω αυτού του σταυρού, έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα να λάβουν τη Χάρι από τους φαινομενικά υγιείς. Και όταν λέμε Χάρις, εννοούμε την ενεργειακή παρουσία του Χριστού στον άνθρωπο, την οποία αισθάνεται κάποιος μέσα του, και ένας σωματικά ασθενής και ένας ψυχικά ασθενής. Αν πούμε ότι η νόσος είναι απουσία εφαρμογής του λόγου του Θεού, είμαστε λανθασμένοι, γιατί ξέρουμε ότι όλοι είμαστε ελλιπείς και αμαρτωλοί. «Οὐδεὶς εὑρεθήσεται καθαρὸς ἀπό ρύπου», ὅπως λέει μια ευχή στο άγιον Ευχέλαιον. Αν πούμε, ότι η ψυχική νόσος οφείλεται στην έλλειψη Χάριτος, τότε οι ψυχικά πάσχοντες είναι υποψήφιοι για την Κόλαση, όπου Κόλαση είναι η αδυναμία του ανθρώπου να δεχτεί τη Χάρι.

Απ. Ενώ ξέρουμε, ότι πολλοί εγκληματίες και, εν πάση περιπτώσει, άνθρωποι που δεν έχουν καμιά σχέση με τη Χάρι, είναι υγιέστατοι.

Μητροπολίτης. Υπενθυμίζω πως διευκρινίστηκε, ότι οι ψυχικές νόσοι είναι οι διαταραχές των ανώτερων λειτουργιών του εγκεφάλου. Του λόγου, της σκέψης, του συναισθήματος, της συμπεριφοράς. Κι όταν λέμε Ψυχή, κατά την Ορθόδοξη Ανθρωπολογία δεν εννοούμε τον εγκέφαλο.

Απ. Διότι υπάρχουν και οι κατώτερες λειτουργίες, όπως η αισθητικότητα, η κινητικότητα, τα αντανακλαστικά, οι πέντε αισθήσεις κλπ.

Μητροπολίτης. Στην Ορθόδοξη Ανθρωπολογία οι ανώτερες λειτουργίες του εγκεφάλου ονομάζονται εγκεφαλική μνήμη. Κατά τον όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη, υπάρχει και η κυτταρική μνήμη στον άνθρωπο, που είναι τα καλά και κακά των προγόνων μας, που γενετικά κληρονομούμε. Και, κατά τους αγίους Πατέρες, υπάρχει και μία τρίτη μνήμη, η νοερά μνήμη της καρδίας. Σ᾽ αυτή γίνεται όλη η εργασία της νήψης («καρδία νήφουσα»), εκεί φωτίζεται ο νους, η προσοχή του νου δηλαδή, και όταν ενωθούν αυτές οι τρείς μνήμες (εγκεφαλική, κυτταρική και νοερά) εν Χριστώ Ιησού, τότε προκύπτει η αγιότητα, ως ένωση Δημιουργού και δημιουργήματος, κτιστού και ακτίστου. Αυτό, που ονομάζει η Ψυχιατρική ιατρεία της ψυχής, για την Ορθόδοξη Ανθρωπολογία είναι η θεραπεία της εγκεφαλικής μνήμης, αγνοώντας τις άλλες δύο μνήμες, που στα τελευταία χρόνια άρχισε να τις υποψιάζεται.

Απ. Με αφορμή αυτό, που ειπώθηκε για τη σχέση με τη θεία Χάρι, μπορούμε να πούμε ότι κάποιος που πιστεύει πραγματικά, μπορεί να έχει καλύτερη πρόγνωση στην ασθένειά του. Αν ένας καταθλιπτικός προσεύχεται, συμμετέχει στην εκκλησιαστική ζωή, έχει τον Πνευματικό του, μπορεί να αντεπεξέλθει καλύτερα με τη διαταραχή του από κάποιον που δεν πιστεύει και πιθανόν να μην επενδύει ούτε σε άλλα αξιόπιστα κοινωνικά στηρίγματα. Πιο συγκεκριμένα, θα έλεγα ότι η πραγματική Πίστη προφυλάσσει δραστικά από την αυτοκτονία στις καταθλίψεις, αν και αυτό είναι αμφίβολο αν μπορεί να ισχύσει στις ψυχώσεις που είναι πιο σοβαρές, γιατί εκεί χάνονται όλα.

Ερ. Μπορεί να θεραπευτεί κάποιος με τα Μυστήρια της Εκκλησίας;

Απ. Δεν μπορώ να το αποκλείσω, γιατί ξέρουμε ότι υπάρχουν και περιπτώσεις ιάσεων, που είναι ανεξήγητες ιατρικά. Οπωσδήποτε, όμως, τα Μυστήρια δεν πρέπει να θεωρηθούν ως υποκατάστατο μιας θεραπείας. Σκεφτείτε, ότι στις πιο σοβαρές διαταραχές, τις ψυχώσεις, έχουμε μια συνολική αποδιοργάνωση του ψυχικού κόσμου και τότε όλα χάνονται, ακόμα και η Πίστη. Οπότε, θα έλεγα, η θεραπεία με φάρμακα, όπου χρειάζεται, αποκαθιστά την Πίστη και την επαφή με τα Θεία, γιατί επιδιορθώνει την ακοινωνησία που χαρακτηρίζει τις ψυχικές διαταραχές.

Ερ. Πού τελειώνει η φαρμακοθεραπεία και αρχίζει η ψυχοθεραπεία;

Απ. Το κριτήριο για τα φάρμακα είναι η διαταραχή της επαφής με την πραγματικότητα, οι σοβαρές διαταραχές συμπεριφοράς, η επικινδυνότητα προς εαυτόν και προς άλλους και μια κατάθλιψη ή υπερβολικό άγχος, που προκαλούν σοβαρή προσωπική δυσλειτουργία. Η ψυχοθεραπεία ενδείκνυται σε πιο ήπιες καταστάσεις, όπου υπάρχει επαρκής αντίληψη της πραγματικότητας και επιθυμία για αυτογνωσία και προσωπική αλλαγή. Στο όριο μεταξύ τους υπάρχει αλληλοεπικάλυψη, δηλαδή καταστάσεις, που χρειάζονται και τις δυο θεραπευτικές προσεγγίσεις, όπως οι διαταραχές προσωπικότητας, οι αγχώδεις διαταραχές και οι αντιδραστικές καταθλίψεις, που οφείλονται στα περιστατικά της ζωής. Με δυο λόγια, τα φάρμακα χρειάζονται εκεί που υπάρχουν σοβαρά συμπτώματα, που δεν μπορούν να ελεγχθούν με προσωπική προσπάθεια. Και, όπως τα φάρμακα είπαμε ότι αποκαθιστούν την Πίστη και την κοινωνία, με ανάλογο τρόπο διευκολύνουν και την ψυχοθεραπεία, που είναι κι αυτή μια μορφή κοινωνίας. Δυστυχώς υπάρχουν ακόμα ψυχίατροι, που δεν πιστεύουν στην ψυχοθεραπεία και πιστεύουν ότι όλα μπορούν να αντιμετωπιστούν με φάρμακα. Αυτό είναι ένα γενικότερο πρόβλημα για όλη την Ιατρική, η οποία, παρασυρόμενη από ιδέες παντοδυναμίας που της δημιουργούν η εξέλιξη και ανάπτυξή της, τείνει να βλέπει τον ασθενή, όχι σαν πρόσωπο, αλλά σαν σύνολο συμπτωμάτων, τα οποία πολεμά, αγνοώντας το πρόσωπο και τις ιδιαιτερότητές του. Τι θα γίνει, όμως, με αυτό τον άνθρωπο, με τα συναισθήματα, τις επιθυμίες, τους φόβους του; Ποιος θα ασχοληθεί με αυτά; Κι αυτά πρέπει να αλλάξουν, για να γίνουν πιο λειτουργικά και να πάψουν να είναι πηγή δυστυχίας.

Μητροπολίτης. Στην Εκκλησιαστική γλώσσα, αυτά που περιγράφετε είναι μια διαδικασία μετάνοιας. Με πρώτη την επίγνωση και μετά την συντριβή. Και τα φάρμακα θα βοηθήσουν, ώστε ο άνθρωπος να έλθει στην επίγνωση.

Απ. Και να γίνει προσιτός στον λόγο, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις ελλείπει ή είναι βαρύτατα διαταραγμένος.

Ερ. Οι διαταραχές προσωπικότητας είναι πιο συχνές σε μικρές κοινωνίες;

Απ. Όχι, υπάρχουν και σε μεγάλες κοινωνίες. Δεν έχουν σχέση με το μέγεθος μιας κοινωνίας, αλλά με τη δομή και λειτουργικότητα της οικογένειας. Είναι διαταραχές στη δόμηση της προσωπικότητας, με ελλείμματα και πλευρές που δεν ωρίμασαν, που οφείλονται κυρίως στις πρώιμες εμπειρίες -που συχνά περιλαμβάνουν κακοποιήσεις- και στο ότι ένα άτομο μεγαλώνει σε περιβάλλον δυσλειτουργικό, νοσηρό, ασταθές και ανασφαλές. Είναι συχνές σε πολυμελείς-πολύτεκνες οικογένειες, όπου ευνοείται η παραμέληση και όπου οι μεγάλες διαφορές ηλικιών μεταξύ των παιδιών ευνοούν τις κακοποιήσεις. Ένας πολύ σημαντικός νοσογόνος παράγοντας είναι η μοναχικότητα. Ο άνθρωπος πάσχει από μοναξιά. Και σε δυσλειτουργικές οικογένειες, που δεν παρέχουν επαρκή συναισθηματική κάλυψη στα παιδιά τους, πολλά παιδιά μεγαλώνουν μόνα τους. Αναπτύσσουν έτσι σοβαρές ανασφάλειες και γίνονται εξαρτητικά ή αντικοινωνικά, με αποτέλεσμα να έχουν σοβαρές δυσκολίες σύναψης ισορροπημένων σχέσεων.

Μητροπολίτης. Με αφορμή αυτά που ακούσαμε για τις διαταραχές προσωπικότητας και ότι είναι οι ασθένειες του μέλλοντος, γιατί αυξάνονται ραγδαία, σκέφτομαι τα χωριά μας. Τα διαζύγια, τα ναρκωτικά, τις διαλυμένες οικογένειες, την παραβατικότητα… Και δεν μιλώ για τις «αμαρτωλές» μεγαλουπόλεις, μιλώ για τα «ευλογημένα» χωριά μας, ενόψει όλων αυτών των προβλημάτων, που αυξάνονται. Αυτοί που μας περιγράφετε, οι νέοι των χωριών μας, οι ναρκομανείς, οι μοναξιασμένοι άνθρωποι του διαδικτύου, όλοι αυτοί οι «άσχετοι», άσχετοι με τη φύση, άσχετοι με τον Θεό, άσχετοι με τον πατέρα και τη μάνα, που κυριολεκτικά δεν έχουν σχέση, θα είναι οι μελλοντικοί οικογενειάρχες. Θα αντέξουμε; Και τα αίτια αυτών των διαταραχών είναι εκεί και αυξάνονται.

Απ. Είναι και κάτι άλλο, που όλοι θα ξέρετε. Η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας με το ίντερνετ, την εικονική πραγματικότητα, τα κινητά τηλέφωνα, τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook), εντέλει προάγει τη μοναξιά. Τα κινητά τηλέφωνα, ενώ μπορούν να σώσουν ζωές, μπορούν και να χωρίσουν ανδρόγυνα, ανάλογα με τη χρήση που τους γίνεται. Είναι γνώριμο το θέαμα νεαρών που, ενώ κάθονται μαζί, είναι απορροφημένοι με τα κινητά τους και δεν μιλούν μεταξύ τους. Οι νέοι -και όχι μόνο-, που περνούν όλη τη μέρα στο facebook, νομίζοντας ότι επικοινωνούν, ή απομονώνονται παίζοντας βίαια παιγνίδια, είναι τελικά πολύ μοναξιασμένοι. Όλα αυτά αποτελούν επιπλέον πηγές ασθενειών και προαγωγή ακοινωνησίας. Έτσι κατασκευάζονται οι αντικοινωνικές προσωπικότητες, πρόσωπα που κρύβονται πίσω από οθόνες και εθίζονται στην ανωνυμία. Για να μην αναφέρουμε και την προσβολή και μεγάλη υποβάθμιση της γλώσσας και του λόγου, που παρατηρούμε στους τρόπους αυτούς επικοινωνίας. Η αντικατάσταση των βιβλίων από την εικονική πραγματικότητα και μια αφύσικη και φτωχή εκδοχή του γραπτού λόγου είναι επίσης παθογόνα.

Μητροπολίτης. Δεν μας απαντάτε, μάλλον επιβεβαιώνετε την αγωνία μας… Το ερώτημα είναι, πώς ο σύγχρονος ιερέας, μέσα σε όλη αυτή τη ζοφερή κατάσταση, θα αντέξει, για να μπορέσει να πει, έστω με κάποια συστολή, το «δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι…» .

Απ. Δύσκολη ερώτηση, γιατί δεν είμαι Πνευματικός ! Όμως, φαντάζομαι ότι τα λειτουργήματά μας έχουν κοινά σημεία, γιατί η ποιμαντική σχέση έχει μιαν έντονη ψυχοθεραπευτική πλευρά, στον βαθμό που προάγει την ενδοσκόπηση και υπευθυνοποίηση και, επομένως, την αλλαγή-μετάνοια. Πιστεύω, ότι χρειάζεται μια συνολική αντιμετώπιση κάθε περίπτωσης όπου επικρατούν στοιχεία ανευθυνότητας και αυτοκαταστροφής. Να κινητοποιηθούν όλα τα πιθανά στηρίγματα κάποιου. Να ευαισθητοποιηθεί η οικογένεια, να τεθεί προ των ευθυνών της, να μη μείνει μόνος ο Πνευματικός με το προβληματικό άτομο. Να παραπέμψει, εν ανάγκη, και σε άλλον Πνευματικό άτομα του ιδίου περιβάλλοντος, που επίσης χρειάζονται βοήθεια. Ο στόχος είναι πάντοτε να καταπολεμηθεί η ανευθυνότητα και η ακοινωνησία, να αποκατασταθούν οι δεσμοί και να ενθαρρυνθεί η επικοινωνία. Μια καλή σχέση με τον Πνευματικό, όπως και με τον ψυχοθεραπευτή, μπορεί να αποτελέσει το πρότυπο, από το οποίο θα ωφεληθούν και οι άλλες σχέσεις.

Μητροπολίτης. Μιλήσατε για καθαρότητα καρδίας, ως προϋπόθεση για την πραγματική αγάπη. Θα αναφερθώ σε ένα πρόβλημα, που κάποτε έχουμε με τους συναδέλφους σας τους ψυχιάτρους. Εμείς ασχολούμαστε πολύ με την καθαρή καρδία -«καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοὶ ὁ Θεός»-, και καρδίαν εννοούμε επιθυμίες. Όταν οι επιθυμίες γίνουν ανεξέλεγκτες, επειδή δεν υπάρχει γρήγορος νους και νήφουσα καρδία, οι επιθυμίες γίνονται λογισμοί και οι λογισμοί πράξεις. Και, ως Πνευματικοί, προσπαθούμε να βάλουμε τον άνθρωπο στη διαδικασία ελέγχου των λογισμών και επιθυμιών που σπρώχνουν προς τα πάθη -γιατί πάθη είναι η επανάληψη των επιθυμιών-, ενισχύοντας τον γρήγορο νου και την νήφουσαν καρδίαν. Δυστυχώς, ορισμένοι ψυχίατροι, άθεοι συνήθως, ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους, γιατί έτσι θα γίνουν καλά, τους λένε. «Μην ακούτε τους παπάδες, θα σας κάμουν ανέραστους ανθρώπους, γλεντήστε τις επιθυμίες σας!». Και γίνονται μετά οι άνθρωποι ερείπια…

Απ. Και βεβαίως συγχύζονται με τις συγκρουόμενες παραινέσεις. Και είναι αυτό η πηγή της καχυποψίας μεταξύ Πνευματικών και ψυχιάτρων, όταν οι γνώσεις τους αλλά και η κατανόηση των αναγκών ενός ανθρώπου δεν συναντώνται. Ο Πνευματικός δεν πρέπει να διστάσει να παραπέμψει στον ψυχίατρο, όταν κρίνει ότι χρειάζεται. Όμως καλό θα είναι να ξέρει πού παραπέμπει, να είναι ένας ψυχίατρος, ο οποίος, αν μη τι άλλο, θα σεβαστεί τις θρησκευτικές πεποιθήσεις κάποιου. Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη, που μπορεί να κάνει ένας θεραπευτής ψυχικής υγείας, είναι να επιτεθεί κατά των θρησκευτικών πεποιθήσεων ενός ψυχικά πάσχοντος. Αυτές οι πεποιθήσεις είναι συχνά το μεγαλύτερο στήριγμα μέσα στην απομόνωση και την οδύνη της ψυχικής διαταραχής και η προσβολή τους είναι σοβαρό θεραπευτικό σφάλμα. Με τι θα αντικαταστήσει ο θεραπευτής ένα τέτοιο στήριγμα; Έχει κάποιο άλλο καλύτερο και πιο αξιόπιστο να εισηγηθεί; Είναι γι’ αυτό που λέω, ότι και οι θεραπευτές πρέπει να έχουν ταπείνωση στην άσκηση του λειτουργήματος. Ποιος είμαι εγώ, που θα αμφισβητήσω το στήριγμα του άλλου; Με τι θα το αντικαταστήσω;

Μητροπολίτης. Με τι θα αντικαταστήσεις την Παναγία;

Ερ. Ποιος είναι ο ρόλος των ψυχολόγων και ποιοι ασκούν την ψυχανάλυση;

Απ. Ο ψυχολόγος μπορεί να είναι μια πολύ καλή αρχή στην αντιμετώπιση μιας ψυχικής διαταραχής. Ειδικά ένας κλινικός ψυχολόγος είναι κατάλληλος, γιατί είναι σε θέση να αναγνωρίσει μια ψυχική νόσο και να παρέχει θεραπευτικές υπηρεσίες ή να κρίνει αν χρειάζεται και συνδρομή ψυχιάτρου για φαρμακευτική αγωγή. Και βεβαίως να πείσει σχετικά τον ασθενή, γιατί πολλοί προσφεύγουν στους ψυχολόγους για τον φόβο των φαρμάκων. Την ψυχανάλυση την ασκούν κλινικοί ψυχολόγοι ή ψυχίατροι, που έχουν κάμει επιπρόσθετη ειδική εκπαίδευση σ’ αυτήν, που δεν περιλαμβάνεται στον κύριο κορμό των σπουδών τους.

Μητροπολίτης. Στη διακονία σας ως ψυχίατρος, έχετε δει περίπτωση ασθενή, που έχει επιβαρυνθεί από λάθος καθοδήγηση ιερέα;

Απ. Κάπως δύσκολη ερώτηση. Όμως έτυχε να δω ενίσχυση ενοχών σε ψυχαναγκαστικούς ή καταθλιπτικούς ασθενείς, λόγω επικρίσεων και υπερτονισμού της έννοιας της αμαρτίας. Αυτοί οι άνθρωποι ήδη, λόγω της διαταραχής τους, έχουν ενοχές, οι οποίες εύκολα επιδεινώνονται από την κριτική μιας σημαντικής μορφής εξουσίας, όπως ο Πνευματικός. Κάτι άλλο, που είδα μερικές φορές, είναι να πιεστεί μια γυναίκα να υποταχθεί σε ένα δυσλειτουργικό σύζυγο, που μπορεί να είναι ψυχασθενής και αρνείται να ζητήσει βοήθεια, όπου και οι δικοί του αρνούνται την ύπαρξη της διαταραχής. Σε τέτοιες περιπτώσεις βλέπουμε να εξωθείται προς την ψυχική νόσο, κατάθλιψη συνήθως, η υγιής σύζυγος. Ίσως πιο συχνά βλέπουμε γυναίκες να πιέζονται, με ανακίνηση ενοχών περί αμαρτίας, να παραμένουν σε δυστυχισμένους γάμους όπου φθείρονται, υπολειτουργούν και παραιτούνται από τη ζωή ή εξωθούνται σε εξωσυζυγικές σχέσεις. Και, εντέλει, να απομακρύνονται και από την «καταπιεστική» Εκκλησία.

Μητροπολίτης. Τις ενοχές εμείς οι Πνευματικοί τις θέλουμε μέχρι την Εξομολόγηση. Και καλλιεργούμε τη μετάνοια, δεν θεραπεύουμε τα πάθη, αλλά δια της Εξομολογήσεως τα προσφέρουμε στον Χριστό και, ό,τι μεταμορφώνεται, το μεταμορφώνει. Έχουμε να διαχειριστούμε και την παρούσα ζωή και την αιώνια ζωή. Αν οι ενοχές επιμένουν και μετά την Εξομολόγηση, τότε υπάρχει πρόβλημα και πρέπει να σκεφτούμε τον ψυχίατρο.

Απ. Αν έχετε κάποιον, που έρχεται επανειλημμένα για να εξομολογηθεί τα ίδια πράγματα και δεν αναπαύεται με την Εξομολόγηση, τότε να έχετε κατά νουν ότι μπορεί να είναι καταθλιπτικός ή ψυχαναγκαστικός.

Περί παθών. Επειδή αναφέρθηκε η καλλιέργεια των παθών με την ελεύθερη ικανοποίηση των επιθυμιών, χρειάζεται να γίνει μια διάκριση μεταξύ των παθών, που είναι στερεότυπα επαναλαμβανόμενες, επιτακτικές και κατά κανόνα επιζήμιες επιθυμίες, από τις ρεαλιστικές και θεμιτές, συχνά επωφελείς, επιθυμίες που πρέπει να μπορούμε να ικανοποιούμε. Η ματαίωση και αδυναμία ικανοποίησης των θεμιτών επιθυμιών είναι πηγή ασθενειών, αλλά περισσότερο ακόμα παθογόνος είναι η άμεση ικανοποίηση των παθών. Τα πάθη είναι καθηλώσεις σε πρωτόγονα στάδια της ψυχικής ανάπτυξης και είναι λάθος η ενθάρρυνση της ικανοποίησης τους. Επειδή είναι καθηλώσεις, δεν ωριμάζουν, δεν εξελίσσονται και επαναλαμβάνονται με ολοένα μεγαλύτερη ένταση, ζητώντας άμεση ικανοποίηση με προσωπική συχνά ζημιά. Στη θεραπεία, προσπαθούμε να συγκρατήσουμε και να αποτρέψουμε την άμεση ικανοποίηση τους, γιατί αυτό δεν οδηγεί πουθενά, παρά μόνο στην εξαγρίωση και εξαθλίωση του ατόμου. Παράλληλα, ενθαρρύνουμε την ικανοποίηση των θεμιτών και δημιουργικών επιθυμιών, γιατί αυτό οδηγεί σε προσωπική ανάπτυξη και καλύτερη λειτουργικότητα. Τα πάθη συχνά είναι καθηλώσεις σε ένα πρώιμο στάδιο ψυχικής ανάπτυξης, που η Ψυχανάλυση ονόμασε στοματικό, και εκφράζονται, είτε άμεσα με την γαστριμαργία, είτε πιο συγκεκαλυμμένα με την απληστία, την “καταλαλιά” (δηλ. στοματική επιθετικότητα), τη χρήση ουσιών, τον αλκοολισμό, τον τζόγο, την αχαλίνωτη σεξουαλική συμπεριφορά, την προσκόλληση στο διαδίκτυο, κλπ. Και δεν είναι τυχαίο που και η Εκκλησία καθιέρωσε την νηστεία ως μέσον περισυλλογής και χαλιναγώγησης των παθών.

Ερ. Πόσο διαρκεί μια φαρμακευτική θεραπεία και μπορεί κάποτε να σταματήσει;

Απ. Μια συχνή ερώτηση και ένα μεγάλο ζήτημα. Η θεραπεία με φάρμακα σταματά μετά από την ικανοποιητική αποθεραπεία ενός πρώτου επεισοδίου ασθένειας και διαρκεί μερικούς μήνες για την κατάθλιψη και μέχρι δυο χρόνια για πρώτο επεισόδιο ψύχωσης. Επειδή όμως οι περισσότερες ψυχικές ασθένειες είναι χρόνιες, έχουν την τάση να υποτροπιάζουν μετά την διακοπή της φαρμακοθεραπείας, οπότε αναγκαζόμαστε να επαναλάβουμε τη θεραπεία. Αυτός είναι ο λόγος, που πολλοί ασθενείς καταλήγουν να παίρνουν φάρμακα για ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους και όχι γιατί άρχισαν κάποτε τα φάρμακα. Τα φάρμακα δεν προκαλούν εξάρτηση, αντίθετα προστατεύουν τον εγκέφαλο από την τοξική επίδραση που ασκούν πάνω στα νευρικά κύτταρα οι ψυχικές διαταραχές. Μόνο τα ηρεμιστικά φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν εξάρτηση μετά από μακρά χρήση, αλλά ούτως ή άλλως αυτά δεν είναι θεραπευτικά και συχνά δεν είναι απαραίτητα σε χρόνιες θεραπείες. Να υπενθυμίσουμε και τις βλαπτικές επιδράσεις του χρόνιου άγχους πάνω στα αγγεία και την καρδία, με την υπέρταση και τις ταχυπαλμίες που προκαλεί, πάνω στο στομάχι και το έντερο με έλκη, γαστρίτιδα και κολίτιδες. Η δε κατάθλιψη φάνηκε ότι αυξάνει τη θνησιμότητα από καρδιακά και ενδεχομένως καρκίνο, ενώ όταν είναι χρόνια φαίνεται ότι προδιαθέτει για άνοια. Πάντοτε σταματούμε τα φάρμακα μετά την αποθεραπεία του πρώτου επεισοδίου, γιατί μερικές φορές τα επεισόδια είναι μεμονωμένα και δεν επαναλαμβάνονται. Αν υπάρξει δεύτερο επεισόδιο και αποθεραπευτεί κι αυτό καλά, πάλι σταματούμε τα φάρμακα. Αν όμως υπάρξει και τρίτο, τότε σκεφτόμαστε να διατηρήσουμε τη θεραπεία προφυλακτικά επ’ αόριστον. Εδώ κρίνουμε και από τη συχνότητα και σοβαρότητα των επεισοδίων.

Μητροπολίτης. Ποιες ψυχικές διαταραχές θα λέγατε ότι είναι τόσο καθοριστικές, ώστε ένας επίσκοπος να μην πρέπει να χειροτονήσει ιερέα κάποιον, που πάσχει από αυτές;

Απ. Θα έλεγα οι ψυχώσεις, όπως η σχιζοφρένεια, και οι βαρειές διαταραχές προσωπικότητας. Στις ψυχώσεις περιλαμβάνω και τη διπολική διαταραχή, την πρώην μανιοκατάθλιψη, όπου αντένδειξη χειροτονίας μπορεί να είναι επεισόδια μανίας και συχνά επεισόδια μελαγχολίας με αυτοκτονικές τάσεις. Εδώ το κριτήριο είναι η συχνότητα και σοβαρότητα των επεισοδίων. Οι διαταραχές προσωπικότητας αποτελούν αντένδειξη, λόγω της αδυναμίας αγάπης, της παρορμητικότητας και ασυνέπειας και της απουσίας αντοχών στις πιέσεις και αντιξοότητες.  Οι αγχώδεις διαταραχές και η απλή χωρίς επιπλοκές καταθλιπτική νόσος δεν θα έλεγα ότι συνιστούν αντενδείξεις.

Ερ. Σαν Πνευματικοί και στα πλαίσια μιας πολύ καλής συνεργασίας με τους ψυχιάτρους, μπορούμε να πούμε στον ασθενή ότι δεν είναι άρρωστος ή ότι η ασθένειά του είναι ευλογία και τον φέρνει πιο κοντά στον Θεό; Φαίνεται κάποτε σαν καταδίκη να του πούμε, ότι είναι ψυχασθενής, σαν να είναι «του ψυχιατρείου»!

Απ. Σαν γιατροί εμείς, δυστυχώς δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι ευλογία,  και εδώ έχετε ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση μ᾽ εμάς,  αν βέβαια και ο ασθενής είναι σε πνευματική θέση να το ακούσει. Αυτό, που προσπαθούμε να κάνουμε, όμως, είναι να βοηθήσουμε τον ασθενή να ωφεληθεί από την ασθένειά του, κάνοντας χρήσιμες παρατηρήσεις και εξάγοντας χρήσιμα συμπεράσματα. Προσπαθούμε να μετουσιώσουμε τον πόνο σε κάτι, που μπορεί να εμπλουτίσει και να δυναμώσει την ψυχή. 

Ερ. Η ασθένεια μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση της ψυχής -«γιατί εγώ, Θεέ μου;»-, και πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, και να ενθαρρύνουμε τους αρρώστους.

Απ. Ασφαλώς και θα τους ενθαρρύνουμε. Πρώτα με τη σχετικοποίηση της ασθένειας, ότι είναι κάτι συχνό, συμβαίνει σε πολλούς ανθρώπους, κάτι που θεραπεύεται πολύ καλά και, μετά, με την ανάδειξη των πιθανών ωφελημάτων από αυτήν, μέσω ενίσχυσης των υγειών πλευρών που διαθέτει ακόμα και ο πιο άρρωστος άνθρωπος. Θα του υποδείξουμε, ότι η ασθένεια μπορεί και να είναι μια χρήσιμη εμπειρία, μέσω της οποίας θα γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του και θα τον καταστήσει ικανό να βοηθήσει άλλους ανθρώπους, που θα βρεθούν σε παρόμοια κατάσταση. Το ζητούμενο δεν είναι να αρνηθούμε την ασθένεια, που θα ήταν να τη φοβηθούμε, αλλά, αναγνωρίζοντάς την, να την εντάξουμε στις εμπειρίες του ατόμου και να την αξιοποιήσουμε με τρόπο ωφέλιμο. Εσείς έχετε ακόμα ένα πλεονέκτημα σε σχέση με μας, κατά κανόνα γνωρίζετε αυτούς τους ανθρώπους πριν να ασθενήσουν. Επομένως, θα τους στηρίξετε, θυμίζοντας τους πώς ήταν πριν, ότι μπορούν να ξαναγίνουν καλά, ότι η ασθένεια δεν τους κάνει χειρότερους ανθρώπους. Και βέβαια, όχι λιγότερο υπεύθυνους. Βοηθούμε, όταν υπενθυμίζουμε, με τρόπο όχι ενοχοποιητικό, τις ευθύνες που έχουν απέναντι στην οικογένειά τους, τους βάζουμε στην ίδια θέση με όλους τους άλλους, τους ξανασυνδέουμε με το σύνολο. Μπορούμε να κάνουμε πολλά, αν δεν φοβηθούμε την ασθένεια.

Ερ. Υπάρχουν και εκείνοι, που δεν θέλουν να δουν γιατρό, αρνούνται την ιατρική βοήθεια.

Απ. Πάντοτε θα υπάρχουν και αυτοί. Δυστυχώς, θα υπάρχουν πάντα ορισμένοι, για τους οποίους δεν θα μπορούμε να κάνουμε τίποτε, εκτός, ίσως, από την υποχρεωτική νοσηλεία, αν υπάρχει εμφανής επικινδυνότητα. Αν, όμως, είναι συνεννοήσιμοι, τότε δείτε τους εσείς περισσότερο,  πείτε τους να έρχονται πιο συχνά.

Ερ. Να τους επισκεπτόμαστε στο σπίτι τους…

Απ. Αυτό θα ήταν ευχής έργον, ένα ακόμα πλεονέκτημα, που έχετε απέναντί μας, η ευχέρεια να επισκεφθείτε, που δεν έχουμε εμείς. Δείτε τους στο σπίτι τους, με την οικογένειά τους. Πλαισιώστε τους! Το χρειάζονται αυτό!

Σύντομο βιογραφικό του ομιλητή

Ο κ. Γιάννης Κιτρομηλίδης γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1958. Οι γονείς του ήταν φιλόλογοι και εκπαιδευτικοί, ο Μίκης και η Μάγδα.

Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο το 1976 και, μετά τη στρατιωτική θητεία, σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα. Στη συνέχεια εργάστηκε σαν Αγροτικός γιατρός στον νομό και στο νοσοκομείο Πρεβέζης.

Από το 1986 μέχρι το 1991 ειδικεύτηκε στην Ψυχιατρική στο Μομπελιέ της Γαλλίας και από το 1992 ασκεί ιδιωτικά την Ψυχιατρική στη Λευκωσία. Παράλληλα ασκεί την Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία, στην οποία εκπαιδεύτηκε από το 1993 μέχρι το 2000 με την Ελληνική Εταιρεία Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας Παιδιού και Εφήβου, και είναι μέλος της Κυπριακής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας.

Στοιχεία επικοινωνίας: Ιατρείο: Αννης Κομνηνής 29, Λευκωσία 1061. Τηλ. 22 756029.

Exit mobile version