Μετά την ψευδοσύνοδο της Λυών, ο αυτοκράτορας έθεσε σε εφαρμογή τις αποφάσεις της. Αντικατέστησε τον ανθενωτικό Πατριάρχη Ιωσήφ με τον Λατινόφρονα Ιωάννη Βέκκο, διέταξε να εγγραφεί το όνομα του Πάπα στα δίπτυχα της Εκκλησίας και κήρυξε επίσημα την ”ένωση των Εκκλησιών” στις 16 Ιανουαρίου 1275.
Οι μοναχοί λοιπόν του Αγίου Όρους, αρχικά απέστειλαν δύο επιστολές (μία στόν αυτοκράτορα και μία στη Σύνοδο του Πατριάρχου Ιωάννη Βέκκου) μέσα απο τις οποίες τους συμβούλευαν και ταυτόχρονα τους ήλεγχαν για την πολιτική της ενώσεως των δύο Εκκλησιών. Όταν ο Αυτοκράτορας και ο Πατριάρχης Βέκκος παρέλαβαν τις επιστολές, έγιναν έξω φρενών και λαβόντες στρατό ήρθαν στο Άγιον Όρος. Εκεί άρχισαν να φονεύουν, να πνίγουν και να απαγχονίζουν οποιονδήποτε μοναχό τολμούσε να τους ελέγξει και να αντιταχθεί στα φιλενωτικά τους σχέδια…
Οι Μονές Μεγίστης Λαύρας και Ξηροποτάμου υπέκυψαν προς στιγμήν στην βία των Λατινοφρόνων και αποδέχτηκαν την βδελυρή ψευδοένωση. Οι Μοναχοί, της Μονής των Ιβήρων αντιστάθηκαν με άκαμπτο και αδιάλλακτο φρόνημα. Ο Μιχαήλ εξοργισμένος έδωσε εντολή στους στρατιώτες του να βάλουν σ’ ένα πλοίο τους μοναχούς που κατάγονταν από την Ιβηρία και αφού ξανοιχτούν στο πέλαγος να το βυθίσουν μαζί με τους επιβάτες του. Έτσι οι άγιοι Οσιομάρτυρες έλαβαν τον στέφανο του μαρτυρίου επισφραγίζοντας με τη θυσία τους την όλη οσιακή βιωτή τους. Τους Αγίους Ιβηρίτες Οσιομάρτυρες εορτάζουμε στις 13 Μαΐου.
Οι λατινόφρονες συνεχίζοντας την καταστροφική επιδρομή τους έφθασαν στη Μονή Βατοπαιδίου, αλλά και εκεί αντιμετώπισαν ισχυρή αντίδραση, έσυραν έξω τον αγιώτατο προηγούμενο Όσιο Ευθύμιο και δώδεκα από τους μοναχούς και τους απηγχόνισαν. Η μνήμη αυτών των Βατοπαιδινών οσιομαρτύρων εορτάζεται στις 4 Ιανουαρίου.
Έπειτα από όλα αυτά και ενώ οι Λατινόφρονες συνέχιζαν να λεηλατούν τα πάντα στο πέρασμά τους, έφθασαν στην Ιερά Μονή του Ζωγράφου προκειμένου να υποτάξουν όσους μοναχούς κοινοβίαζαν εκεί. Όμως η Κυρία Θεοτόκος δεν άφησε απροειδοποίητους τους δούλους της. Λίγο έξω απο τη Μονή, ασκήτευε σε ένα κελλάκι ένας πολύ ενάρετος γέροντας. Αυτός νήστευε και αγρυπνούσε τακτικά ενώ είχε την ευλογημένη συνήθεια να λέει πολλές φορές την ημέρα τον Αρχαγγελικό ύμνο, δηλαδή τους Χαιρετισμούς της Παναγίας…
Μόλις ο Γέροντας έφθασε στην είσοδο της Μονής είδε παράδοξο πράγμα και εξέστη. Είδε την εικόνα της Θεομήτορος, μπροστά στην οποία συνήθιζε να διαβάζει τους Χαιρετισμούς στο κελλί του, να είναι τοποθετημένη στην πύλη της Μονής! Αφού την προσκύνησε μέχρι εδάφους, την πήρε στα χέρια του και με αυτή πήγε στον ηγούμενο και του είπε καταλεπτώς την υπόθεση.
Αφού άκουσε από τον γέροντα αυτά ο ηγούμενος της Μονής Θωμάς, μαζί με άλλους είκοσι πέντε Πατέρας δεν εγκατέλειψαν τον τόπο της ασκήσεως και μετανοίας τους, αλλά παρέμειναν και εμαρτύρησαν! Ανέβηκαν λοιπόν στον πύργο του Μοναστηριού έτοιμοι για το μαρτύριο και από εκεί ήλεγξαν τον Λατινόφρονα Πατριάρχη. «Δεν υποτασσόμεθα στην αίρεση», είπαν με μια φωνή, «αλλά δέν αναχωρούμε από την μετανοιά μας».
Οι 26 Οσιομάρτυρες δεν άνοιξαν τις πόρτες του Μοναστηριού στους Λατινόφρονες. Τους ζητήθηκε να συλλειτουργήσουν με τους παπικούς και να αναγνωρίσουν τον πάπα ως κεφαλή όλης της Εκκλησίας και αυτοί από τον Πύργο επάνω απάντησαν: «Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός και όχι ο πάπας.» «Ευκολώτερα εμείς αποφασίζουμε να πεθάνουμε, παρά να υποχωρήσουμε στα θέματα της Ορθοδόξου Πίστεως και να αναγνωρίζουμε τον αιρετικό πάπα της Ρώμης ως κεφαλή της Εκκλησίας, ώστε να μολυνθεί αυτός ο τόπος από την δική σας βία και τυραννία, δεν σας ανοίγουμε τις πόρτες του Μοναστηριού! Φύγετε απ’ εδώ!». Οι δε Λατινόφρονες μαζί με τους Λατίνους απάντησαν με οργή: «Πρέπει λοιπόν να πεθάνετε…». Τότε, αφού συγκέντρωσαν πολλά φρύγανα και ξύλα, τα έβαλαν γύρω από τον πύργο, άναψαν μεγάλη φωτιά και τους κατέκαυσαν την 22α Σεπτεμβρίου του έτους 1274.
Όταν μετά την συμφορά και την απομάκρυνση των κακούργων επέστρεψαν οι πατέρες που είχαν κρυφθεί, απομακρύνοντας τα αποκαΐδια από τον Πύργο και τα άγια λείψανα των μαρτύρων, βρήκαν ακέραια και άβλαπτη την Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που είχαν πάρει μαζί τους όταν κλείστηκαν στον Πύργο για βοήθεια και ενθάρρυνση στο μαρτύριό τους. Με πολλή ευλάβεια την μετέφεραν και την τοποθέτησαν στο τέμπλο του ιερού ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου υπάρχει μέχρι σήμερα. Οι Ζωγραφίτες πατέρες φροντίζουν ώστε το κανδήλι της να καίει «ακοιμήτως». Την αποκαλούν «Χαίροβο», που είναι το Αρχαγγελικό Χαίρε, στα βουλγαρικά, γνωστής επίσης ως Παναγίας του Ακάθιστου ή Παναγίας Προαγγελλόμενης. Χαίροβο επίσης αποκαλούν και την τοποθεσία που ησύχαζε ο άγιος εκείνος Γέροντας, που καταξιώθηκε του Θεομητορικού χαιρετισμού. Προς τιμήν της Αειπαρθένου και σε ανάμνηση του θαύματος και της εύνοιας προς την Μονή, καθιερώθηκε στις θείες λειτουργίες αντί του Κοινωνικού να διαβάζεται μπροστά από την θαυματουργή εικόνα ο Ακάθιστος Ύμνος.
Αφού ο Μιχαήλ ανεχώρησε από εκεί, έφθασε στην κελλιώτικη Λαύρα των Καρεών, στην οποία είναι εγκατεστημένη και η έδρα του Πρώτου του Αγίου Όρους. Πρώτον πάντων εφόνευσαν τον Πρώτον του Αγίου Όρους, π. Κοσμά ο οποίος βρισκόταν στην Σκήτη των Καρυών. Οι φιλενωτικοί αφού αρχικά του έκοψαν με τσεκούρι τα δύο πόδια του σεβασμίου Ιερομονάχου, στη συνέχεια έκοψαν και την τιμίαν του κεφαλή. Κατόπιν πάνω σε ένα μάρμαρο αποκεφάλισαν και άλλους πατέρες με το ίδιο φονικό όργανο… Η ανακομιδή των λειψάνων του οσίου Κοσμά του Πρώτου έγινε στις 5 Δεκεμβρίου του 1981.