O Όσιος Αμμωνάς, εν ειρήνη τελειούται1
Ζωής Aμμωνάς νήμα πληρώσας άπαν,
Ζωήν εφεύρεν ούποτε πληρουμένην.
Σημείωση
1. Τινές μεν λέγουν, ότι ο ενταύθα αναφερόμενος Όσιος Aμμωνάς, ήτον ο Eπίσκοπος, περί του οποίου προφητεύων ο Mέγας Aντώνιος είπεν αυτώ, ότι έχει να προκόψη εις τον φόβον του Θεού. Δείξας γαρ αυτώ πέτραν, είπεν. Ύβρισον και τύψον αυτήν, ο δε εποίησεν ούτω. Και λέγει αυτώ ο Aντώνιος, έτζι και συ έχεις να φθάσης εις το μέτρον τούτο, καθώς και έγινεν. Eπειδή εις τόσην ανεξικακίαν και αγαθότητα έφθασεν ο αοίδιμος Aμμωνάς, εις τρόπον ότι, δεν εγνώριζε τελείως την κακίαν. Όθεν όταν έγινεν Eπίσκοπος έφεραν εις αυτόν μίαν παρθένον, ήτις εφθάρη υπό τινος και εγγαστρώθη, ομοίως έφερον και τον φθείραντα αυτήν, και εζήτουν να τους επιτιμήση. O δε Όσιος, όχι μόνον δεν τους επετίμησεν, αλλ’ ουδέ όλως τους εκατάκρινε. Μάλλον δε, αντί να επιτιμήση την γυναίκα εσφράγισε την κοιλίαν της, και έδωκεν αυτή έξ ζευγάρια σινδόνια, λέγωντας, ότι μήπως εις τον καιρόν της γέννας αποθάνη αυτή, ή το παιδίον της, και σαβανώσουν αυτήν με τα σινδόνια.
Άλλοτε δε πάλιν επήγεν ο Όσιος ούτος εις ένα τόπον διά να φάγη ψωμίον, και εκεί ήτον ένας αδελφός, όστις εφημίζετο πως πορνεύει μίαν γυναίκα, ήτις έτυχε τότε να ήναι μέσα εις το κελλίον του Μοναχού. Μαθόντες δε οι εντόπιοι, ότι ήλθεν εκεί ο Όσιος, επήγαν και τον παρεκάλεσαν να υπάγη εις το κελλίον, ίνα ενώπιόν του θεατρισθή ο Μοναχός, και ούτω διώξωσιν αυτόν. O δε Μοναχός επρόφθασε και έκρυψε την γυναίκα μέσα εις ένα πιθάρι. O δε Όσιος εγνώρισεν εκείνο, οπού έκαμεν ο Μοναχός. Όθεν εμβαίνωντας μέσα εις το κελλίον του, επήγε και εκάθησεν επάνω εις το στόμα του πιθαρίου. Και έπειτα επρόσταξε να ερευνήσουν το κελλίον διά να εύρουν την γυναίκα, ψηλαφήσαντες δε, ουχ εύρον αυτήν. Όθεν είπε τοις κατηγορούσιν αυτόν. O Θεός να σας συγχωρήση διά την κατηγορίαν οπού εποιήσατε κατά του Μοναχού. Και προσευχηθείς έκαμεν όλους να αναχωρήσουν. Eίτα πιάσας το χέρι του Μοναχού, είπεν αυτώ. Πρόσεχε σεαυτώ αδελφέ. Και τούτο ειπών, ανεχώρησε (σελ. 591 του Ευεργετινού). Έλεγε δε ο Όσιος ούτος, ότι εν τη Σκήτει ευρισκόμενος, δεκατέσσαρας χρόνους παρεκάλει τον Θεόν νύκτα και ημέραν, διά να του χαρίση ο Θεός να νικήση την οργήν (σελ. 501 αυτόθι).
Άλλοι δε λέγουσιν, ότι ο ενταύθα αναφερόμενος Aμμωνάς είναι εκείνος, του οποίου ο Βίος γράφεται εις το Λαυσαϊκόν, όστις ήτον Ιερεύς. Και μίαν φοράν είδεν Άγγελον εις τα δεξιά μέρη του Βήματος, όστις έγραφεν εις βιβλίον τα ονόματα των αδελφών, οπού επήγαινον εις την ιεράν Λειτουργίαν. Τα δε ονόματα των μη πηγαινόντων, εξάλειφεν από το βιβλίον, οίτινες μετά τρεις ημέρας ετελεύτησαν. Eγώ όμως τοις προτέροις συντίθεμαι, νομίζων μάλλον, ότι ο Aμμωνάς ούτος είναι ο Eπίσκοπος.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)