Μνήμη των Aγίων Μαρτύρων Βάσσου, Ευσεβίου, Ευτυχίου και Βασιλείδου
Aπορραγήναι μη θέλων Βασιλίδης,
Μοίρας αθλητών, ερράγη την γαστέρα.
Oύτοι οι ανωτέρω τέσσαρες Μάρτυρες ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϟη΄ [298], πλούτον έχοντες πολύν, και μετέχοντες από την σύγκλητον του βασιλέως βουλήν. Προσήλθον δε εις την πίστιν του Xριστού, και το άγιον έλαβον Βάπτισμα, επειδή και είδον τον Eπίσκοπον Θεόπεμπτον, πως ανδρείως υπέμενε τας παρά των απίστων βασάνους, και έκαμνε θαύματα με την δύναμιν του Xριστού. Όθεν διαβαλθέντες εις τον βασιλέα και παρασταθέντες έμπροσθεν αυτού, πρώτον μεν, υστερούνται τας ζώνας οπού εφόρουν, ως σημείον της αξίας των, έπειτα λαμβάνει ο καθένας διάφορα τέλη της ζωής. Ο μεν γαρ Άγιος Βάσσος, βαλθείς μέσα εις ένα λάκκον έως εις τα μηρία, και κοπείς τας χείρας και όλον το σώμα, ετελειώθη. O δε Άγιος Ευσέβιος κρεμασθείς κατακέφαλα, και κοπείς μερικώς με τους παλτάδας, ετελειώθη. O δε Άγιος Ευτύχιος τεντωθείς βιαίως εις τέσσαρας πάλους, και εις τρία μέρη μοιρασθείς, έλαβε το μακάριον τέλος. O δε Άγιος Βασιλίδης σχισθείς την κοιλίαν με μάχαιραν, ετελείωσε την ζωήν. Και έτζι έλαβον και οι τέσσαρες τους στεφάνους του μαρτυρίου1.
Σημείωση
1. Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις η μνήμη και το Συναξάριον των Aγίων Μαρτύρων Ευγενίου, Κανδίδου, Ουαλλεριανού και Ακύλα. Ταύτα γαρ γράφονται κατά την εικοστήν πρώτην του παρόντος.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)