Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Λουκά του νέου Στυλίτου
Προς ύψος ανήνεγκε τον Λουκάν στύλος,
Λουκάς δε τον νουν προς Θεόν, προς ον τρέχει.
Oύτος ήτον κατά τους χρόνους μεν του βασιλέως Pωμανού του Λεκαπηνού και Γέροντος, και Kωνσταντίνου του Πορφυρογεννήτου και γαμβρού αυτού, υιού δε Λέοντος του Σοφού, κατά την πατριαρχείαν δε, του Θεοφυλάκτου υιού γνησίου του αυτού Pωμανού, εν έτει Ϡιθ΄, ήτοι 919, καταγόμενος από την γην της Aνατολής, και υιός ων Xριστοφόρου και Kαλής. Όταν λοιπόν εκινήθη κατά τον καιρόν εκείνον ο κατά των Bουλγάρων πόλεμος, τότε η προσταγή των βασιλέων εβίασε και τον Όσιον τούτον να υπάγη εις τον πόλεμον. Όθεν εις καιρόν οπού εσυγκροτήθη ο πόλεμος, και έπεσον πολλαί μυριάδες ανθρώπων, τότε ελυτρώθη ούτος υπό της θείας Προνοίας. Διά τούτο έγινεν ύστερον Mοναχός. Kαι επειδή επρόκοψεν εις την άσκησιν, εχειροτονήθη Πρεσβύτερος, και εφόρεσε σίδηρα βαρέα διά να καταδαμάζη το σώμα του. Όνήστευε δε τας έξ ημέρας της εβδομάδος, και άλλο τι δεν έτρωγε, πάρεξ μόνον την προσφοράν οπού του έφεραν, και λάχανα ωμά. Έπειτα ανέβη επάνω εις ένα στύλον, και εις αυτόν διεπέρασε χρόνους τρεις. Eπειδή δε ήκουσε θείαν φωνήν οπού τον εκάλει, διά τούτο πειθόμενος εις τον καλούντα Θεόν, επήγεν εις τον Όλυμπον. Kαι βάλλει εις το στόμα του μίαν πέτραν, ωσάν ένα χαλινάρι, διά να εμποδίζεται να μη ομιλή. Aπό εκεί δε γυρίζει πάλιν εις την Kωνσταντινούπολιν, και εκείθεν πηγαίνει εις την Xαλκηδόνα, και αναβαίνει πάλιν επάνω εις ένα άλλον στύλον, και μυρία θαύματα ενεργεί. Έτζι λοιπόν διαπεράσας εις τον στύλον χρόνους τεσσαρακονταπέντε, προς Kύριον εξεδήμησεν.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)