Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι παρά την Πλατανιστάσα

Πηγή: Τμήμα Αρχαιοτήτων

Η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της οροσειράς του Τροόδους, στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Πιτσιλιάς, σε απόσταση πέντε περίπου χιλιομέτρων βορειοανατολικά του χωριού Πλατανιστάσα. Από το 1985 περιλαμβάνεται, μαζί με εννέα άλλες τοιχογραφημένες βυζαντινές εκκλησίες του Τροόδους, στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Πρόκειται για το καθολικό ομώνυμης μονής που οικοδομήθηκε στα τέλη του 15ου αιώνα. Ο Ρώσος μοναχός Βασίλι Μπάρσκυ, ο οποίος επισκέφθηκε το νησί στα 1735, αναφέρει ότι το μοναστήρι ήταν από τότε εγκαταλελειμμένο και διέμεναν εκεί μόνο ένας μοναχός, ο οποίος ήταν και ηγούμενος, και ένας λαϊκός υπηρέτης. Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές η ονομασία «Αγιασμάτι» προέρχεται από τη λέξη Αγίασμα. Άλλη εκδοχή συνδέει την ονομασία με την περιοχή Αγιασμάτι της δυτικής Μικράς Ασίας, μια τοποθεσία που αναφέρεται σε σχέση με την άλωση της Κωνσταντινούπολης στα 1453. Ένα ενδεχόμενο είναι να κατέφυγαν πρόσφυγες από την περιοχή αυτή στην Κύπρο και να ίδρυσαν λίγο αργότερα ένα μοναστήρι στα βουνά του νησιού, δίνοντάς του το ίδιο όνομα με αυτό της ιδιαίτερης τους πατρίδας. Από τα υπόλοιπα μοναστικά κτίσματα, σώζονται σήμερα μόνο κάποια ερείπια κελιών στο νότιο τμήμα του ναού.

Πρόκειται για ένα μονόκλιτο ξυλόστεγο ναό, καλυμμένο με επίπεδα, αγκιστρωτά κεραμίδια. Η οροφή εκτείνεται πέραν του κτιρίου του ναού σχηματίζοντας ένα περίστωο, γεγονός που τον καθιστά μοναδικό σε ολόκληρη την Κύπρο. Στην εξωτερική πλευρά του βόρειου τοίχου, πάνω από την είσοδο, σώζεται επιγραφή σύμφωνα με την οποία το οικοδόμημα κτίστηκε με χορηγία του ιερέα Πέτρου Περάτη και της συζύγου του Πεπάνης, οι οποίοι απεικονίζονται σε τοιχογραφία στην εξωτερική πλευρά του νότιου τοίχου να προσφέρουν το ομοίωμα της εκκλησίας στο Χριστό μέσω της Θεοτόκου. Η επιγραφή με τη χρονολογία ανέγερσης του ναού καταστράφηκε, είναι γενικά αποδεκτό όμως ότι κατά το έτος 1494 ολοκληρώθηκε η αγιογράφησή της. Έτσι έχουμε ένα έμμεσο στοιχείο για την κτίση του ίδιου του ναού.

Ολόκληρο το εσωτερικό της εκκλησίας, ακόμη και τα τέσσερα δοκάρια που συγκρατούν τη ξύλινη στέγη, είναι ζωγραφισμένο. Οι τοιχογραφίες αυτές έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον μια και παρουσιάζουν ένα συγκερασμό της βυζαντινής παλαιολόγειας τέχνης και της τοπικής λαϊκής ζωγραφικής, με στοιχεία από την τέχνη της ιταλικής Aναγέννησης. Ο ζωγράφος, ο Φίλιππος Γούλ, ήταν ένας εξελληνισμένος Σύρος Ορθόδοξος με καλή παιδεία. Παρόλο που η τεχνική της κάθε τεχνοτροπίας που χρησιμοποιεί είναι ανόμοια, η γενική εντύπωση που δημιουργείται είναι ευχάριστη και ενίοτε εντυπωσιακή. Ο ίδιος ζωγράφος διακόσμησε στα 1495 το ναό του Αγίου Μάμαντα στο Λουβαρά.

Οι τοιχογραφίες αναπτύσσονται σε δύο ζώνες. Στην ανώτερη ζωγραφίζονται οι πολυάνθρωπες σκηνές της Καινής Διαθήκης και στην κατώτερη οι μεμονωμένες μορφές. Ο αφηγηματικός κύκλος της Εύρεσης και Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός, αναπτύσσεται σε μικρογραφίες στο βόρειο τυφλό τόξο. Στην αψίδα του Ιερού Βήματος απεικονίζεται ολόσωμη η Παναγία στον τύπο της Βλαχερνίτισσας. Τοιχογραφίες σώζονται και στην εξωτερική πλευρά του δυτικού και του νότιου τοίχου. Αξίζει να αναφερθεί η εκτεταμένη και πολυπρόσωπη σκηνή της Μέλλουσας Κρίσης, η οποία αναπτύσσεται μέχρι την απόληξη του αετώματος όπου απεικονίζεται ο Κριτής Χριστός.

Πανηγυρίζει τη 14η Σεπτεμβρίου

 

Υπεύθυνος
Πρεσβ. Γεώργιος Κούρρης
τηλ. 99677216