Εισαγωγή στη θεολογία των Μυστηρίων του Βαπτίσματος και του Χρίσματος (αγίου Μύρου)

Εισήγηση στην δ΄ συνάντηση (18.12.2015) του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Γ’ Ακαδημαϊκού  Έτους  (2014-2015)

Εισηγητής:  Πρεσβύτερος Μιχαὴλ Νικολάου

Πρεσβύτερος Μιχαήλ Νικολάου

Πανιερώτατε,  αγαπητοί εν Χριστώ πατέρες και αδελφοί,

α. Το Μυστήριο του Βαπτίσματος

«Μέγα το προκείμενον Βάπτισμα, αιχμαλώτοις λύτρον, αμαρτημάτων άφεσις, θάνατος αμαρτίας, παλιγγενεσία ψυχής, ένδυμα φωτεινόν, σφραγίς αγία ακατάλυτος, όχημα προς ουρανόν, παραδείσου τρυφή, βασιλείας πρόξενον, υιοθεσίας χάρισμα.» Με αυτά τα λόγια παρουσιάζει στις Κατηχήσεις του ο θεοφόρος πατήρ ημών Κύριλλος Ιεροσολύμων τα επουράνια αγαθά, που προσκομίζει στον βαπτισθέντα άνθρωπο το μέγα Μυστήριο του Βαπτίσματος .

Το Βάπτισμα είναι το Μυστήριο, το οποίο μας αναγεννά «άνωθεν», λαμπρύνει την ψυχή μας και ανακαινίζει σ’ αυτή το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν με τη Χάρη της Αγίας Τριάδος, εντάσσοντάς μας έτσι στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αποδίδει το θεολογικό και σωτηριολογικό περιεχόμενο του αγίου Βαπτίσματος με τα εξής λόγια:  «Τὸ ἱερώτατον βάπτισμα καὶ ἀναγέννησίς ἐστι, καὶ ἀνάπλασις, κάθαρσίς τε καὶ φωτισμὸς καὶ υἱοθεσία καὶ χάρισμα καὶ ἁγιασμός. Τυποῖ δὲ ἐξαιρέτως τὸν θάνατον τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν τριήμερον ἔγερσιν.»

Το Μυστήριο του Βαπτίσματος μας συνεστήθη από τον ίδιο το Χριστό και μας παραδόθηκε με μια πράξη και ένα λόγο Του. Ο Ίδιος βαπτίστηκε στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Όπως λοιπόν ο Μυστικός Δείπνος υπήρξε απαρχή της Θείας Ευχαριστίας, έτσι και η Βάπτιση του Χριστού υπήρξε απαρχή του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Από τον παλαιό δηλαδή τρόπο ζωής, μας οδηγεί στον νέο, ανοίγοντας για μας τις πύλες του ουρανού. Και από τον ουρανό στέλνει το Άγιο Πνεύμα, με το οποίο μας καλεί στην ουράνια πατρίδα, χαρίζοντας μας, όπως λέει ο ιερός Χρυσόστομος, την πιο μεγάλη τιμή αφού δεν μας κάνει άγγελους ή αρχάγγελους αλλά μας αναδεικνύει υιούς Θεού και αγαπητούς.

Η υπόσχεση του Κυρίου προς τους μαθητές Του λίγο πριν αναληφθεί στον ουρανό ότι, «Ιωάννης μεν εβάπτισεν ύδατι, υμείς δε βαπτισθήσεσθε εν πνεύματι Αγίω», εκπληρώνεται την  ημέρα της Πεντηκοστής, όταν η πνοή του Παρακλήτου «επλήρωσε τον οίκον, ου ήσαν καθήμενοι». Αυτό ήταν και το πρώτο Βάπτισμα, που ιερουργήθηκε στην Εκκλησία, μετά από την Βάπτιση του Κυρίου στον Ιορδάνη.

Στη συνέχεια, οι άγιοι απόστολοι τελούσαν το Μυστήριο του Βαπτίσματος σύμφωνα με την εντολή και τις οδηγίες που είχαν λάβει από τον Σωτήρα Χριστό, όταν τους συνάντησε στο όρος της Γαλιλαίας μετά την Ανάστασή του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Ὑιοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28,19). Αυτός ο λόγος είναι ουσιαστικά που ολοκληρώνει τη σύσταση του Μυστηρίου, που εγκαινιάστηκε στον Ιορδάνη ποταμό. Επάνω λοιπόν στο υπόδειγμα της Βάπτισης του Κυρίου στον  Ιορδάνη και στους συστατικούς του Βαπτίσματος λιτούς λόγους τούτους του Κυρίου βασίστηκαν πρώτα οι άγιοι απόστολοι στη θεμελίωση του τρόπου ιερουργίας του Μυστηρίου του Βαπτίσματος, και κατόπιν οι θεοφόροι πατέρες μας, που οικοδόμησαν στη συνέχεια την οριστική μορφή της σημερινής βαπτισματικής τελετουργίας, που διαμορφώθηκε από τον δεύτερο ως τον πέμπτο αιώνα. Και αυτή η παγιωθείσα έκτοτε τάξη ισχύει μέχρι σήμερα, αφού βέβαια ύστερα από την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού (5ος αι.) έγιναν κάποιες απαραίτητες προσαρμογές.

Της Ακολουθίας του Βαπτίσματος προηγείται η Ακολουθία της κατήχησης, που αποτελείται από επιμέρους προβαπτισματικές πράξεις, οι οποίες στα παλαιά χρόνια ετελούντο σε διαφορετικό χρόνο και τόπο. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια υπήρχε συγκεκριμένο πρόγραμμα πνευματικής άσκησης, νηστείας, προσευχής, διδασκαλίας, με στόχο την όσο το δυνατόν καλύτερη προετοιμασία για το μελλοντικό βάπτισμα. Η Εκκλησία οργάνωσε την τάξη των κατηχουμένων, τους οποίους διαπαιδαγωγούσε για τρία χρόνια με ειδικούς κατηχητές και με σειρά γενικών χριστιανικών μαθημάτων. Οι κατηχούμενοι διακρίνονταν σε τρεις τάξεις: Τους ακροωμένους, τους κυρίως κατηχουμένους και τους φωτιζομένους. Οι ακροώμενοι άκουγαν τις περικοπές της Αγίας Γραφής και το κήρυγμα χωρίς καμμία ευθύνη τήρησης των εντολών της χριστιανικής διδασκαλίας. Οι κυρίως κατηχούμενοι, που ζητούσαν την ένταξή τους στην Εκκλησία, άκουγαν κι αυτοί τον λόγο του Θεού και ήταν υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται σ’ αυτόν. Οι φωτιζόμενοι ήταν όσοι ήθελαν να βαπτισθούν  το Πάσχα και κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής προετοιμάζονταν προς τον σκοπό τούτο συστηματικώτερα και εντονώτερα.

Σήμερα η προετοιμασία για το Βάπτισμα γίνεται με ειδικές ευχές στην προβαπτισματική τελετουργία, την λεγόμενη κατήχηση, και είναι σημαντικό να αναφέρουμε την θεολογική σημασία που έχουν κάποιες πράξεις κατ᾽ αυτήν. Το εμφύσημα του ιερέα, αφού διαβάσει την ευχήν εις κατηχούμενον,  έχει την έννοια της μετάδοσης της νέας πνοής ζωής, όπως ο Θεός εμφύσησε στον Αδάμ την ημέρα της δημιουργίας του, αλλά και όπως ο Χριστός εμφύσησε στους μαθητές Του στην πρώτη εμφάνισή Του μετά την Ανάσταση, οπόταν τους μετέδωσε Πνεύμα Άγιο. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης τονίζει ότι ο φωτιζόμενος εμφυσάται υπό του Αρχιερέως, κατά το υπόδειγμα του πρώτου εμφυσήματος του Θεού στον πρωτόπλαστο, καθότι ο βαπτιζόμενος ανακαινίζεται.

Επίσης, στους εξορκισμούς που ακολουθούν, ο σατανάς εξορκίζεται στο όνομα του σταυρού, «του ξύλου της ζωής», και στο όνομα «του σωτηριώδους πάθους του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του τιμίου αυτού Σώματος και Αίματος». Έτσι ο φωτιζόμενος πορεύεται ελεύθερος και καθαρός προς το Βάπτισμα, το οποίο τον απελευθερώνει από κάθε προηγουμένη δαιμονική επενέργεια καὶ επήρεια, και τον καθιστά κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος. Είναι σημαντικό επίσης να αναφέρουμε, ότι σε μια από τις ευχές της κατηχήσεως ο ιερέας ικετεύει τον Κύριο να αποστείλει στον φωτιζόμενο άγγελο φωτός, ο οποίος, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, θα βρίσκεται διαρκώς κοντά στον βαπτισθέντα, εφόσον βέβαια αυτός δεν τον διώξει εξαιτίας των πονηρών του έργων. Η αμαρτία, συνεχίζει ο  άγιος,  απογυμνώνει τον πιστό «από της των αγίων δυνάμεων ασφαλείας». Όταν όμως μετανοήσει και επιστρέψει στον Θεό, ο φύλακας άγγελος πάλι του συμπαρίσταται στον πνευματικό του αγώνα.

Η εν συνεχεία αποκήρυξη του σατανά γίνεται με τη στροφή του βαπτιζομένου και του ιερέως προς τη δύση, ενώ ἡ σύνταξη με τον Χριστό  με τη στροφή τους προς την ανατολή. Η στροφή προς τη δύση γίνεται επειδή εκεί θεωρείται συμβολικά ο τόπος του σκότους (αφού προς τα εκεί δύει ο ήλιος) και τόπος, όπου έχει το βασίλειό του ο σατανάς. Αντίθετα, η ανατολή θεωρείται σύμβολο του τόπου του φωτός (αφού από εκεί ανατέλλει ο ήλιος και πρωτοεμφανίζεται το φως) και παραπέμπει στη νοσταλγία και την αναζήτηση του παραδείσου, που είναι ο χώρος του αληθινού και άδυτου φωτός. Έτσι ανοίγεται μπροστά στον φωτιζόμενο ο παράδεισος του Θεού. Τώρα, που έχει συνταχθεί με τον Χριστό, ελευθερώνεται από την κυριαρχία του σατανά και οδηγείται από το σκότος στο φως και από το ψεύδος στην αλήθεια.

Εισερχόμενοι στο κυρίως Μυστήριο, να τονίσουμε ότι, σύμφωνα με την εντολή και το υπόδειγμα του Χριστού, το Βάπτισμα τελείται με νερό, και μάλιστα αγιασμένο (καθώς ο ίδιος, εισερχόμενος στον Ιορδάνη να βαπτισθεί, αγίασε τα ύδατά του). Το νερό συνδέθηκε και ταυτίστηκε με το Βάπτισμα, έτσι ώστε να μιλάμε για το Μυστήριο του ύδατος. Η ίδια η λέξη βαπτίζω στα αρχαία ελληνικά σημαίνει βυθίζω μέσα στο νερό. Στην Καινή Διαθήκη το Βάπτισμα ονομάζεται και λουτρό του ύδατος, ενώ στην Παλαιά Διαθήκη ο προφήτης Ησαΐας μιλά για την κάθαρση της ψυχής με το νερό. Το νερό θεωρείται σύμβολο αναγέννησης και σωτηρίας. Επίσης προβάλλει ως σύμβολο καθαρμού. Στο χριστιανικό Βάπτισμα έχει μια νέα διάσταση και σημασία, αφού το νερό δεν περιορίζεται μόνο στη σωματική κάθαρση, αλλά επεκτείνεται και στην ψυχική. Το νερό ακόμη θεωρείται σύμβολο ζωής και γονιμότητας. Αντιπροσωπεύει την ίδια τη δημιουργία του κόσμου. Όπως στην πρώτη δημιουργία η ζωή ξεπήδησε από το νερό, έτσι και στο Βάπτισμα· με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος το νερό αποκτά ξανά τη λυτρωτική του επενέργεια και χαρίζει τη νέα εν Χριστώ ζωή. Τέλος, το Βάπτισμα συμβολίζει τον θάνατο και την καταστροφή της αμαρτίας. Τα καθαγιασμένα ύδατα της κολυμβήθρας μετατρέπονται σε υγρό τάφο, όπου πεθαίνει ὁ παλαιός άνθρωπος και αναγεννάται ο νέος, ο εν Χριστώ ανακαινισμένος. Το Βάπτισμά μας αποβαίνει έτσι το άρμα, το οποίο μας οδηγεί στη βασιλεία του Θεού.

Στην ευχή του καθαγιασμού του ύδατος της κολυμβήθρας, παρουσιάζεται αρχικά μια εξύμνηση, τόσο των επουρανίων, όσο και των επιγείων θαυμαστών έργων του Θεού και της τελειότητας της κτίσεως. Εκεί, «ὁμολογοῦμεν τὴν χάριν, κηρύττομεν τὸν ἔλεον, οὐ κρύπτομεν τὴν εὐεργεσίαν» του Θεού· και στη συνέχεια, τον παρακαλούμε να αγιάσει με την επιφοίτηση του Παναγίου Πνεύματος το νερό και να του δώσει τη χάρη της απολυτρώσεως, ώστε να γίνει πηγή αφθαρσίας, δώρο αγιασμού,  λύτρωση αμαρτιών και καταστροφικό για τις εχθρικές δαιμονικές δυνάμεις. Οι δωρεές, που αναφέρονται εφεξής ότι λαμβάνει ο βαπτιζόμενος  μέσα από το αγιασμένο νερό είναι ικανές, πιστεύουμε, να αποτυπώσουν ολόκληρη τη θεολογία του Μυστηρίου. Το ύδωρ της κολυμβήθρας, γι᾽ αυτόν που βαπτίζεται, καθίσταται «αφθαρσίας πηγή, αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον, δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίαις δυνάμεσιν απρόσιτον, αγγελικής ισχύος πεπληρωμένον». Αναδεικνύεται «ύδωρ απολυτρώσεως, ύδωρ αγιασμού». Χαρίζει «καθαρισμόν σαρκός και πνεύματος, άνεσιν (=απαλλαγή) δεσμών, άφεσιν παραπτωμάτων, φωτισμόν ψυχής». Γίνεται «λουτρόν παλιγγενεσίας, ανακαινισμός πνεύματος, υιοθεσίας χάρισμα, ένδυμα αφθαρσίας, πηγή ζωής».

Η χρήση του μελλοφωτίστου με λάδι από τον ιερέα και τον ανάδοχο έχει επίσης μεγάλη θεολογική σημασία. Το λάδι λέγεται επορκιστό, λόγω του εξορκιστικού του χαρακτήρα. Συμβολίζει το έλεος και τη χάρη του Θεού, καθώς και τη δύναμη που λαμβάνει ο νεοφώτιστος ενόψει των πνευματικών του αγώνων για τη σωτηρία του. Η επάλειψη όλου του σώματος συμβολίζει την ανάπλαση και την αναδημιουργία του ανθρώπου δια του Βαπτίσματος. Ως φυσικό στοιχείο, το λάδι θεωρείται θεραπευτικό φάρμακο. Εξάλλου, η χρήση ευλογημένου ελαίου στην εποχή της Καινής Διαθήκης καθιερώνεται από τους αγίους αποστόλους, προφανώς με εντολή του Χριστού, που τους απέστελλε να κηρύσσουν το Ευαγγέλιο και να θεραπεύουν τους ασθενείς: «καὶ ἤλειφον ἐλαίῳ πολλοὺς ἀρρώστους καὶ ἐθεράπευον» (Μᾶρκ. 6, 13). Ο καλός Σαμαρείτης, σύμφωνα με τη γνωστή παραβολή του Κυρίου,  έδεσε τα τραύματα του αγνώστου εμποσόντος στους ληστές, χύνοντας λάδι και κρασί. Όπως το φυσικό λάδι θεραπεύει τις σωματικές πληγές, έτσι και το ευλογημένο λάδι με τη δύναμη του Θεού αποκτά χάρη και δύναμη να καθαρίζει τα ίχνη των αμαρτημάτων, αλλά και να απομακρύνει τις αόρατες δυνάμεις του πονηρού. Είναι ακόμη φυσική πηγή φωτός και χαράς. Έτσι και στο Βάπτισμα, που είναι το κατεξοχήν Μυστήριο του φωτός, αφού ο φωτιζόμενος περνά από το σκότος του διαβόλου στο φως του Χριστού. Είναι επίσης  το λάδι σύμβολο της συμφιλίωσης, της ειρήνης και του ελέους του Θεού, όπως ο κλάδος της ελιάς, από την οποία το λάδι προέρχεται, που έφερε το περιστέρι μετά τον κατακλυσμό στον Νώε, ως δείγμα της άπειρης χρηστότητας του Θεού. Στην αρχαιότητα, το λάδι ήταν τονωτικό μέσο των αθλητών. Έτσι και στο Βάπτισμα, ο φωτιζόμενος, ως πνευματικός αθλητής, αλείφεται σ’ όλο του το σώμα, για να το θωρακίσει από τα βέλη του πονηρού. Θεωρείται τέλος σύμβολο του πλούτου του Χριστού. Ο άνθρωπος αποκόβεται από την «αγριέλαιο» της αμαρτίας και μπολιάζεται στην «καλλιέλαιο» του Χριστού.

Η τριπλή κατάδυση και ανάδυση του βαπτιζομένου στα νερά της κολυμβήθρας είναι μετοχή στην τριήμερη ταφή και ανάσταση του Κυρίου. Κατά τον θεηγόρο Παύλο, «Ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν∙ συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ Πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν. Εἰ γὰρ σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα» (Ρωμ. 6, 3-5). Το Βάπτισμά μας δηλαδή είναι βάπτισμα, μετοχή  στον θάνατο του Χριστού. Κάτω από το νερό ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει, πεθαίνει. Έτσι και με το Βάπτισμα, ο βαπτιζόμενος πεθαίνει και  συνθάπτεται μαζί με τον Χριστό. Όπως όμως ο Κύριος δεν έμεινε στον τάφο, αλλά αναστήθηκε τριήμερος, έτσι και ο βαπτιζόμενος αναδύεται από το νερό και συνανίσταται μαζί Του. Όπως ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, έτσι, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που ενεργεί μέσα στην Εκκλησία μας, αυτός που βαπτίζεται πεθαίνει κατά τον παλαιό άνθρωπο, τον ευρισκόμενο μακριά από τον Θεό, και γεννιέται ως άνθρωπος ενωμένος με τον Θεό. Γι᾽ αυτό και έχουμε βούτηγμα στο νερό ολόκληρου του σώματος και όχι ράντισμα. Η έξοδος του νεοφωτίστου από την κολυμβήθρα του παρέχει τη δυνατότητα για την καινούρια ζωή που, ενώ ξεκινά εδώ στη γη, έχει προοπτική, κατεύθυνση και στόχο τον ουρανό και τη ζωή του μέλλοντος αιώνος.

β. Το Μυστήριο του Χρίσματος

Ενσωματωμένο με το Μυστήριο του Βαπτίσματος είναι και το Μυστήριο του Χρίσματος. Όπως στη βάπτιση του Κυρίου κατήλθε το Πανάγιο Πνεύμα, για να φανερώσει το πλήρωμα Θεότητος του σαρκωθέντος και σωματικώς επιφανέντος Χριστού,  παρομοίως και σ᾽ εμάς το χρίσμα με το άγιο Μύρο γίνεται μετά το Βάπτισμα, για να λάβουμε και εμείς τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Η χρισματική χάρη είναι διαφορετική από τη βαπτισματική. Ο Χριστιανός, μετά το Βάπτισμά του, εισέρχεται, όπως είπαμε, σε νέα ζωή, τη ζωή της αρετής και αγιότητας, της κατά Θεόν ζωής. Αλλά γνωρίζουμε ότι και μετά το Βάπτισμα, παρότι εξαλείφεται το προπατορικό αμάρτημα και εξασθενεί κατά πολύ ο παλαιός της αμαρτίας άνθρωπος, παραμένει η αμαρτητική ροπή και κλίση προς το κακό, που ανοίγει τη θύρα προς την αμαρτία. Και αυτές ασφαλώς επέτρεψε ο Κύριος να παραμένουν και μετά το Βάπτισμα προς δοκιμασία του ανθρώπου, δοκιμασία της ελεύθερης βούλησής του, αφού ένα από τα κύρια χαρίσματα της κατ᾽ εικόνα Του δημιουργίας του ανθρώπου είναι και αυτό της δυνατότητας ελεύθερης επιλογής μεταξύ καλού και κακού. Αυτές λοιπόν τις ροπές πρέπει να αγωνισθεί ο Χριστιανός να τις νεκρώσει και εξαφανίσει με δικό του προσωπικό αγώνα, για την ολοκλήρωση της αναγέννησης του. Πάλι όμως μόνος του, χωρίς τη θεία Χάρη και δύναμη, του είναι αδύνατο και τον αγώνα να αναλάβει και τη νέκρωση του σαρκικού ανθρώπου να πετύχει. Έρχεται λοιπόν το Μυστήριο του Χρίσματος και με το άγιο Μύρο του μεταδίδει τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Τα χαρίσματα αυτά είναι δυνάμεις μυστικές μεν, αλλ’ ιερές και θείες, με τις οποίες, χαριτωμένος και οπλισμένος ο Χριστιανός, αγωνίζεται πανίσχυρος, παλεύει αποφασισμένος και πάνοπλος κατά του κακού, βγαίνει νικητής και κατορθώνει σε όλες τις φάσεις του βίου του την κατά Θεό ενάρετη ζωή, ενισχύεται και κρατύνεται για τη ζωή της αρετής, για τη νέα ζωή, στην οποία μπήκε με το άγιο Βάπτισμα. Γίνεται λοιπόν και Χριστοφόρος και Πνευματοφόρος. Σφραγίζεται με την πανοπλία του Πνεύματος ώστε να διαφυλάττει τον αγιασμό του, να στερεώνεται στην Ορθόδοξη πίστη, να προστατεύεται από τα επιτηδεύματα του πονηρού, να διαφυλάττει και διατηρεί διά του σωτηρίου φόβου του Θεού εν αγνεία και δικαιοσύνη την ψυχή του, να ευαρεστεί με όλα τα έργα του τον Θεό και να καταστεί εν τέλει κληρονόμος της βασιλείας Του.

Ενώ δηλαδή το ιερό Βάπτισμα δημιουργεί τη νέα ύπαρξη και εισάγει τον άνθρωπο στην καινή εν Χριστώ ζωή, το Χρίσμα σφραγίζει με τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος την ύπαρξη αυτή, βοηθώντας τον άνθρωπο να εισέλθει στην οδό των πνευματικών αγώνων και να αξιοποιήσει την πολύτιμη δωρεά του αγίου Βαπτίσματος.

Η ένδυση του νεοφωτισθέντος γίνεται μετά το Χρίσμα. Τώρα πια ενδύεται καινούρια λευκά ρούχα, τα λεγόμενα εμφώτια ενδύματα, σύμβολο του νέου ανθρώπου και της καθαρότητάς του μετά το Βάπτισμα, την οποία πρέπει να αγωνιστεί να διατηρήσει έως της παρουσίας του Κυρίου. Ο λευκός χιτώνας είναι σύμβολο του ιδίου του Χριστού, τον οποίο ενδύεται ο βαπτιζόμενος ως φως και λαμπρότητα, μετά την έξοδο-ανάστασή του από το νερό: «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε», σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο.

Μετά την ένδυση, δίνονται στον νεοφώτιστο ο σταυρός και η λαμπάδα, ως σύμβολα νίκης και φωτός, χαράς και ελπίδας. Ο σταυρός εκφράζει την πορεία, που καλείται να ακολουθήσει οπίσω του Χριστού, απαρνούμενος τον εαυτό του και «αἴρων τόν σταυρόν αὐτοῦ». Φορώντας τον σταυρό, ο νεοφώτιστος αποδέχεται το πνεύμα θυσίας, της αποφασιστικότητας της αυταπάρνησης και της αυτοπαραίτησης από τα πράγματα του κόσμου τούτου,  που συνεπάγεται η νέα εν Χριστώ ζωή.

 Ο κύκλευση στη συνέχεια γύρω από την κολυμβήθρα, καθώς ο ιερέας θυμιάζει, θυμίζει την παλιά πομπή και είσοδο των νεοφωτίστων από το βαπτιστήριο στον κυρίως ναό για την έναρξη της Θείας Λειτουργίας. Είναι το σημείο, που συνέδεε το Βάπτισμα με τη Θεία Λειτουργία. Ο ύμνος, που ψάλλεται εκείνη τη στιγμή, «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε…», έχει χαρακτήρα εισοδικού και αντικαθιστά το τρισάγιον στη Λειτουργία του Πάσχα και στις γιορτές, κατά τις οποίες παλαιότερα τελούνταν οι Βαπτίσεις (Χριστούγεννα, Θεοφάνεια, Πεντηκοστή). Η πράξη της τριπλής αυτής περιφοράς πέριξ της κολυμβήθρας, λέει ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, δείχνει ότι ο ιερέας χαίρεται μαζί με τους αγγέλους για την πνευματική μητέρα, την κολυμβήθρα, και το θείο Πνεύμα, που γεννήθηκε απ’ αυτήν.

Μετά τη Βάπτιση έχουμε, όπως γνωρίζουμε, τις λεγόμενες μεταβαπτισματικές τελετές, δηλαδὴ την απόλουση και την τριχοκουρία. Αυτές παλαιότερα γίνονταν οκτώ μέρες μετά τη Βάπτιση. Με την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού, συμπεριλήφθηκαν στην ίδια Ακολουθία και, έστω και αν γίνονται τυπικά, δεν έχουν απολέσει τον ουσιαστικό και συμβολικό τους χαρακτήρα. Η απόλουση ήταν το λούσιμο του νεοφωτίστου, που για οκτώ μέρες έφερε τον λευκό χιτώνα της Βάπτισης και παρακολουθούσε τις λεγόμενες «μυσταγωγικές» κατηχήσεις, ενώ σήμερα είναι η τελετή κατά την οποία ο ιερέας απολούει (ξεπλένει) τα σημεία του σώματος του νεοφώτιστου, όπου χρίσθηκε και μυρώθηκε, λέγοντας: «Ἐδικαιώθης, ἐφωτίσθης, ἐμυρώθης, ἡγιάσθης, ἀπελούσθης εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.» Ἡ πράξη αυτή δείχνει την επαναφορά του ανθρώπου από τη δόξα της Βάπτισης στην καθημερινότητα της ζωής, για να αντιμετωπίσει την πρόκληση του κόσμου και ν’ αρχίσει τη μαρτυρία του ως Χριστιανός. Στις ευχές της απολούσεως παρακαλούμε τον Κύριο  να διαφυλάξει «άσυλον», δηλαδή απαραβίαστο, τον σύνδεσμο και το αθάνατο στεφάνι, που πήραμε με το Βάπτισμα, καὶ να τὰ κρατήσουμε μέχρι τέλους. Η τριχοκουρία παλαιότερα  ήταν η πρώτη μετά τη Βάπτιση κοπή των μαλλιών του βαπτισθέντος, η οποία γινόταν με μια σχετική ευχή από τον ιερέα και σήμαινε την ήδη προηγηθείσα με τη Βάπτιση αφιέρωσή του στον Θεό. Πιθανώς δε γινόταν σε όχι καθορισμένο χρόνο. Σήμερα είναι η τελευταία τελετή όλων των βαπτισματικών τελετών καὶ φανερώνει μια συμβολική θυσία. Τα μαλλιά ενέχουν μια ιδιαίτερη σημασία στη ζωή του ανθρώπου. Είναι έκφραση και σύμβολο της ομορφιάς και της δύναμής του. Ο άνθρωπος προσφέρει την ωραιότητά του για τη δόξα του Θεού, μια και είναι εικόνα της ομορφιάς του Θεού, σε ένδειξη ευχαριστίας στον αριστοτέχνη Θεό, που έπλασε και ανέπλασε τον άνθρωπο. Η τριχοκουρία φανερώνει επίσης υπακοή στον Θεό και σφραγίδα ασφαλείας, ώστε να διαφυλάξει την ψυχή και το σώμα του καθαρά και άγια, όπως ακριβώς γεννήθηκαν και αναπλάσθηκαν με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος στο νερό της κολυμβήθρας. Ὁ άνθρωπος καλείται να συνειδητοποιήσει, πως ο αγώνας για την πραγματική ομορφιά βρίσκεται στην εσωτερική του προσπάθεια να διατηρήσει τη Χάρη του Βαπτίσματος. Χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση, γιατί οι δαίμονες εισέρχονται από τις αισθήσεις του σώματος και από εκεί πολεμούν την ψυχή.

Αποκορύφωμα  και ολοκλήρωση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος είναι η συμμετοχή του βαπτισθέντος στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στη θεολογική σκέψη των Πατέρων ήταν αδιανόητο ο αναγεννηθείς εν Χριστώ δια του Βαπτίσματος άνθρωπος, ο εν συνεχεία κατακοσμηθείς με τη Χάρη και τὶς δωρεὲς του Αγίου Πνεύματος δια του αγίου Μύρου, να μείνει αμέτοχος του πάθους και της αναστάσεως του Σωτήρος, της κατεξοχήν Ευχαριστίας της Εκκλησίας, δηλαδή του αγιασμού, του παρεχομένου δια του τιμίου Σώματος και Αίματος του Θεανθρώπου Χριστού. Ο Χριστός, που μας αναδημιούργησε με το άγιο Βάπτισμα, δεν σταματά εδώ την ευεργεσία. Θέλει να γίνουμε σώμα και μέλη Του, μεταδίδοντάς μας τον εαυτό Του για να Τον κοινωνήσουμε και να κοινωνήσουμε μεταξύ μας. Θέλει το σύνολο των βαπτισμένων πιστών ενωμένο σε ένα σώμα, με κεφαλή τον Ίδιο, στην ίδια πορεία.Το ότι το Βάπτισμα, όπως και όλα τα Μυστήρια, ήταν ενσωματωμένο με το Μυστήριο της Θειας Ευχαριστίας, φανέρωνε ακριβώς στους πιστούς ότι η σωτηρία τους δεν είναι ατομική υπόθεση, ως αποτέλεσμα ενός ατομικού πνευματικού αγώνα, άσχετου με τον πλησίον, αλλ᾽ είναι το αποτέλεσμα της αγαπητικής σχέσης τους με τον άλλο, της κοινωνίας τους με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Το Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας είναι το τέλος του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Από τα δυο αυτά Μυστήρια εξαρτάται ολόκληρη η σωτηρία μας, αφού με αυτά συγκεφαλαιώνεται το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας. Όλη η αγάπη του Θεού, ο οποίος έγινε άνθρωπος διά την ημετέραν σωτηρίαν, μας προσφέρεται με το Βάπτισμα, το Χρίσμα και τη Θεία Κοινωνία.

Ολοκληρώνοντας τη σύντομη αυτή Εισαγωγή, θα θέλαμε να επισημάνουμε τη σχέση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος με το Μυστήριο της Μετανοίας. Με βάση τα όσα αναφέραμε, γίνεται φανερό μέγεθος της ύψιστης δωρεάς που δέχεται ο βαπτιζόμενος. Και, όπως είναι φυσικό, μια τέτοια δωρεά ξεσηκώνει περισσότερο τον φθόνο του Διαβόλου. Μετά το αξίωμα της υιοθεσίας, όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης,  ὁ Διάβολος μας κατατρέχει σφοδρότερα και ξεσηκώνει εναντίον μας πύρινους πειρασμούς, προσπαθώντας να λεηλατήσει τον δεύτερο και καινούριο στολισμό μας, όπως λεηλάτησε τον αρχικό. Γι᾽ αυτό, αν συμβεί να λερώσουμε τη στολή του αγίου Βαπτίσματος, θα πρέπει να την καθαρίσουμε με τη Μετάνοια. Κατά τον λόγο του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, η μετάνοια είναι η ανανέωση του αγίου Βαπτίσματος: «Μετάνοια ἐστὶν ἀνάκλησις Βαπτίσματος». Γι᾽ αυτό, όσοι θαυμάζουμε το μεγάλο αυτό Μυστήριο  και το πλήθος των δωρεών του Θεού στον άνθρωπο από αυτό, ας εκφράσουμε τούτο το θαυμασμό, όχι με λόγια, αλλά με το βάπτισμα των δακρύων μας, για να ανακαινίζεται σ᾽  εμάς η Χάρη του Μυστηρίου και να λειτουργούν αυτά τα δάκρυα ως δεύτερο Βάπτισμα.

Κλείνω με τα λόγια του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου στο Εορτοδρόμιό του, που μας παραπέμπει ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση: «Ἂς αποπλύνουμε τας ακαθαρσίας και τους μολυσμούς όπου ελάβομεν εκ της αμαρτίας και ας ανακαλέσουμε πάλιν την χάριν του ἁγίου Βαπτίσματος. Ας σπουδάσωμεν να καθαρίσωμεν την καρδίαν μας από τα πάθη, τα οποία κατέχωσαν την χάριν του ἁγίου Βαπτίσματος, καθώς και η στάχτη καταχώνει τον αναμμένον σπινθήρα· ίνα ευρόντες εν τη καρδία μας τον της χάριτος θυσαυρόν όπου απωλέσαμεν, χαρώμεν χαράν πνευματικήν τε και ανεκλάλητον εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών , τω εν Ιορδάνι βαπτισθέντι· ώ η δόξα και το κράτος συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνευματι εις τους αιώνας. Αμήν.»